Είναι βράδυ Τετάρτης και έξω βρέχει. Πάντα ένας τέτοιος καιρός μας κάνει λίγο πιο μελαγχολικούς, πιο εσωστρεφείς και σκεφτόμαστε όσα δε θα ‘πρεπε. Συνήθως, αναπολούμε όσα ποθήσαμε αλλά δεν έχουμε, όσους έφυγαν και δεν είναι εδώ. Ξεφυλλίζοντας, λοιπόν, παλιές φωτογραφίες δίπλα στο τζάκι, θ’ ανοίξουμε στο τέλος τους ασκούς του Αιόλου. Θα πέσει στα χέρια μας η φωτογραφία ενός αγαπημένου μας προσώπου. Κι εκεί θ’ αρχίζει ένα κυνήγι συναισθημάτων και σκέψεων του παρελθόντος.
Όλοι έχουμε βιώσει μια απώλεια στη ζωή μας, που σήμαινε πολλά. Είτε ήταν ξαφνική είτε την περιμέναμε, ποτέ δεν υπήρξαμε έτοιμοι ν’ αποδεχτούμε ότι δε θα ξαναδούμε τον αγαπημένο μας άνθρωπο, δε θα τον αγκαλιάσουμε, δε θα τον φιλήσουμε, δε θα συζητήσουμε μαζί του ό,τι μας απασχολεί. Και με μια τέτοια φωτογραφία, ξαφνικά ξέρουμε ότι θέλουμε όλες εκείνες τις απλές καθημερινές στιγμές, που όταν είχαμε, δεν τις εκτιμήσαμε όσο θα έπρεπε. Τις αναβάλαμε για αύριο, αλλά δε γνωρίζαμε τι μας επιφυλάσσει το μέλλον. Γιατί όλα γίνονται σε μια στιγμή, και κανείς δεν μπορεί ν’ αλλάξει οτιδήποτε συμβεί. Κάτι, κάποιος χάθηκε για πάντα. Όταν έρχεται το αναπόφευκτο, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να μείνουμε μετέωροι.
Κι η στιγμή που σου ανακοινώνουν ότι ένας δικός σου άνθρωπος «έφυγε», είναι και η ώρα που μαζί του φεύγει κι ένα δικό σου κομμάτι. Χάνεται και ταξιδεύει, σαν συνοδοιπόρος του ατόμου που τόσο αγάπησες. Ίσως άλλωστε, να το χρειάζεται κι εκείνος για παρέα, ίσως να θες και συ να τον συντροφεύει για να μη νιώθει ότι είναι μόνος του. Όπως και να έχει, δε θα γυρίσει πίσω και εσύ μένεις εκεί που σε άφησε να μαζέψεις τα υπόλοιπα κομμάτια σου και να δείξεις σ’ όλους ότι συνεχίζεις τη ζωή σου. Και πρέπει να γίνει, επειδή εξαρτώνται λιγουλάκι κι από εμάς οι άλλοι άνθρωποι. Είμαστε μέλη της αλυσίδας της ζωής.
Το να προχωρήσεις ωστόσο θέλει χρόνο και χώρο, δεν είναι ποτέ εύκολο. Πώς θα μείνεις ίδιος μετά απ’ αυτό; Πότε θ’ αλλάξεις; Την ώρα που τον αποχαιρετάς ή όταν θα έχει περάσει ένα εύλογο διάστημα -πάντα σύμφωνα με τα δικά σου δεδομένα- όπου θα συνειδητοποιήσεις ότι δε θα τον ξαναδείς; Ο καθένας μας μπορεί να δώσει διάφορες απαντήσεις εδώ, αλλά θα συμφωνήσουμε όλοι ότι αλλάζουμε όταν αντιλαμβανόμαστε τι έχει γίνει πραγματικά. Η αλλαγή μάλιστα, δεν είναι πολλές φορές αποδεκτή από τον περίγυρό μας, επειδή απλά δεν είναι αυτός ο τρόπος που μας έχει συνηθίσει. Και εκείνη ακριβώς τη στιγμή είναι που καθαρίζει η ζωή μας. Απομακρυνόμαστε από αυτούς που έλεγαν ότι μας νοιάζονται και μας αγαπάνε, και ξεκινάμε ν’ αγαπάμε περισσότερο τον εαυτό μας. Δεν είμαστε υπό την επήρεια της θλίψης και της απουσίας. Καταλαβαίνουμε ποιοι έχουν μείνει πραγματικά δίπλα μας, ποια είναι τα κίνητρα του καθενός και τι συμβαίνει από την ώρα που χάσαμε έναν από τους ανθρώπους μας.
Το πώς ο καθένας αντιμετωπίζει μια δύσκολη κατάσταση και μια απώλεια διαφέρει. Κάποιος μπορεί να αρχίσει να βλέπει τον κόσμο πιο αποστασιοποιημένα και να γίνει ένας απλός θεατής της ζωής του. Ένας άλλος θα αντιδράσει σε οτιδήποτε καινούριο ή παλιό και θ’ αποφασίσει πως τώρα πρέπει να μιλήσει και να πει την άποψή του. Άλλοι θα σταθούν στα πόδια τους και θα προσπαθήσουν με μια πιο καθαρή ματιά να παλέψουν για τα όνειρα που έκαναν, ώστε να τηρήσουν τις υποσχέσεις που έδωσαν σε αυτούς που δεν είναι δίπλα τους. Μπορεί να τα καταφέρουν μπορεί και όχι.
Κι εν τέλει, σημασία έχει να προσπαθήσουμε να πάμε παρακάτω και να μη μας πάει παρακάτω αυτό που βιώνουμε. Είναι πολύ λεπτή η γραμμή πάνω στην οποία μπορεί να παραστρατήσουμε σαν άνθρωποι και να βρεθούμε σ’ αδιέξοδα -και η οπισθοχώρηση δεν είναι εύκολη επιλογή αν δεν υπάρχει αρκετή θέληση. Η θέληση άλλωστε είναι μια αρετή που αποβάλλεται από μέσα μας αν δεν την καλλιεργήσουμε. Θέλει χρόνο και πολύ προσωπικό κόπο ώστε να την επιτύχουμε, αλλά αν αφήσουμε αυτούς τους δυο-τρεις φίλους που μας αγαπάνε αληθινά να μας βοηθήσουν, θα την κερδίσουμε ξανά. Θα έχουμε την αγάπη που πήραμε και μια αόρατη δύναμη, η οποία θα μας προσέχει πάντα! Αυτό θα θέλανε εξάλλου και εκείνοι π’ αγαπήσαμε κι έφυγαν, να ζήσουμε όπως ονειρευόμασταν!
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου