Σενάριο πρώτο: Κάθεσαι στη γνωστή θέση, στο γνωστό μπαράκι και κοιτάζεις την πόρτα. Ελπίζεις να μπει μέσα το άτομο που τόσο θες. Εκείνο το πρόσωπο που κάνει κατάληψη στο μυαλό σου, με ‘σένα να ‘χεις φτιάξει ήδη δέκα διαφορετικές πιθανές εκδοχές για το τι θα συμβεί αν τελικά εμφανιστεί.
Σενάριο δεύτερο: Ξυπνάς το πρωί κι εύχεσαι να μπορούσες να κοιμηθείς ακόμη λίγο. Ελπίζεις να κτυπήσει το τηλέφωνο και να σου πούνε πως σήμερα δε χρειάζεται να πας στη δουλειά, ενώ έχεις ήδη κάνει σκέψεις για το πώς θα περνούσες τη μέρα σου αν δεν είχες καμία υποχρέωση, αν είχες όλο τον χρόνο σου ελεύθερο, δικό σου.
Σενάριο τρίτο: Βλέπεις εκείνη τη φαγούρα, που καθόλου αδιάφορη δε σου περνά, να σε χαζεύει εδώ κι ώρα. Ελπίζεις να κάνει την πρώτη κίνηση και σας έχεις ήδη φανταστεί μαζί, αν φυσικά κάνει το πρώτο βήμα.
Αυτά κι άλλα πολλά πιθανά σενάρια τα οποία έχουν δύο κοινά. Το ρήμα «ελπίζω» και τη λέξη-παγίδα «αν». Τίποτα πιο επικίνδυνο αλλά συνάμα και πιο αναζωογονητικό απ’ την ελπίδα λένε, μιας και «πεθαίνει πάντα τελευταία», αλλά αυτό δε μας εγγυάται πως δε θα σκοτώσει εμάς πρώτα.
Είναι απολύτως ανθρώπινο και κατανοητό πως μέσα από καθημερινά βιώματα και καταστάσεις όπου δεν ξέρει κανείς πού θα καταλήξουν κι αν η έκβασή τους θα ‘ναι αυτή που ονειρευόμαστε ή, έστω, δε θα ‘ναι αυτή που απευχόμαστε, ο καθένας μας ελπίζει στο καλύτερο, για να ‘χει από κάπου να πιαστεί. Χαμένοι μέσα σε άγχη, αγωνίες και φόβους, χτίζουμε σαν άμυνα μια προσδοκία και περιμένουμε να συμβεί. Το θέμα είναι πως όσο εμείς περιμένουμε να γίνει αυτό που ελπίζουμε, εκτεθειμένοι σε όλες τις πιθανότητες, κάνουμε ελεύθερη πτώση, χωρίς να ξέρουμε αν τελικά το αλεξίπτωτο θα ανοίξει ή όχι.
Μάλλον δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο που να μην ελπίζει, έστω σιωπηλά μέσα του, για κάτι. Αυτή η σπίθα κι η πίστη είναι η κινητήριος δύναμη για να πείσει τον εαυτό του να κάνει κάτι που θεωρούσε πως δε θα το κατάφερνε ποτέ. Αυτό το μαγικό συναίσθημα της ελπίδας σε κάνει να επενδύεις, οπλίζοντάς σε με πείσμα κι επιμονή, κι είναι το ίδιο που θα σε ρίξει στα πατώματα, αν η κατάληξη δεν είναι αυτή που επιθυμείς. Γιατί η ελπίδα έχει μόνο δύο δρόμους, αυτόν της ευχαρίστησης ή της πλήρους απογοήτευσης.
Πολλές φορές επιμένεις να πιστεύεις σε κάτι που μέσα σου ξέρεις πως δεν πρόκειται να συμβεί, αλλά επειδή το θες τόσο πολύ, εστιάζεις στην ελπίδα και σε όλα τα αισιόδοξα –κι ίσως ουτοπικά– «αν» που ‘χουν σταθμεύσει στο μυαλό σου και το παλεύεις. Κατά τη διάρκεια της αναμονής, η ελπίδα σε αναζωογονεί και σε σπρώχνει να προσπαθήσεις ακόμη λίγο. Έρχεται, όμως, η στιγμή που η ίδια ελπίδα που σου έδινε ζωή γίνεται ριψοκίνδυνη, μιας κι οι αντοχές σου έχουν εξαντληθεί και μαζί τους εξαντλείται κι όποια θετική σκέψη σού έδινε δύναμη μέχρι τώρα. Τότε είναι που πρέπει να σταματήσεις να ελπίζεις και να επενδύεις στο λάθος σενάριο. Τότε επιβάλλεται να βρεις το θάρρος να επενδύσεις σε κάτι πιο κοντινό στην πραγματικότητα.
Δεν είναι κακό να ελπίζεις να συμβεί κάτι. Το κακό είναι η ελπίδα να σου γίνει εμμονή που σε τυφλώνει και δε σε αφήνει να δεις την πραγματικότητα γύρω σου. Ο άνθρωπος το ‘χει από τη φύση του να γαντζώνεται πάνω σε κάτι, να κρέμεται είτε από έναν άλλο άνθρωπο είτε από μια ωραιοποιημένη κατάσταση, αφού οι περισσότεροι φοβούνται να πολεμήσουν μόνοι. Το θέμα είναι πως συχνά χτίζει μια ψευδαίσθηση στο μυαλό του κι εκεί είναι που επεμβαίνει η ελπίδα προσπαθώντας μάταια να κάνει το ανύπαρκτο υπαρκτό, καταλήγοντας σε ψυχική εξάντληση κι απογοητεύσεις.
Η κοινή λογική μπορεί να δώσει τη λέξη «ευχή» ως συνοδοιπόρο της «ελπίδας», μιας κι εύχεσαι να συμβεί αυτό που ελπίζεις. Θα ήταν όλα πολύ πιο απλά και λιγότερο επώδυνα, αν ο άνθρωπος μπορούσε να αντιληφθεί πως οι αλλαγές έρχονται μονάχα με αποφάσεις, μα πως κι οι τελευταίες δεν εξαρτώνται πάντα μόνο από μας. Τότε η ελπίδα θα ήταν σύμμαχος και κίνητρο, γνωρίζοντας πού δε χωρά κι αποχωρώντας την κατάλληλη στιγμή.
Να ελπίζουμε πάντα σε ένα καλύτερο αύριο, αλλά παράλληλα να δουλεύουμε γι’ αυτό ως εκεί που μας παίρνει και να ευχαριστούμε το σύμπαν για το σήμερα που μας χάρισε. Γιατί άλλη μια παγίδα της ελπίδας είναι η απληστία. Ίσως κάποια από όσα χθες ευχόμασταν να συμβούν, σήμερα να τα ‘χουμε, αλλά να μην προλάβαμε να το συνειδητοποιήσουμε ζητώντας διαρκώς κάτι παραπάνω…
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη