«Μα γιατί;». Κι αυτό το γιατί είναι που θα πρέπει να απαντήσουμε στις ερωτήσεις που αφορούν στις σχέσεις που για πολλούς λόγους αφήσαμε στο παρελθόν και που ταυτόχρονα βγαίνουν σαν φαντάσματα μετά τα μεσάνυχτα και τριγυρνούν στα σοκάκια της σκέψης μας. Αδιαμφισβήτητα, όλοι μας έχουμε κάνει τα συναισθηματικά πισωγυρίσματά μας κατά περιόδους. Πισωγυρίσματα κάθε λογής, σε ανθρώπους αλησμόνητους, σε εκκωφαντικά συναισθήματα που δεν κατάφεραν να μπουν σε σίγαση, σε γνωστά μέρη και σε προβληματικές καταστάσεις από τις οποίες θα έπρεπε να έχουμε φύγει τρέχοντας, ενδεχομένως δίχως να ξανακοιτάξουμε πίσω.
Αντ’ αυτού γυρίζουμε σε ανθρώπους που μας πρόδωσαν, σε συναισθήματα που μας έφερναν σε δύσκολη θέση, σε μέρη που μας θύμισαν τι περάσαμε και σε καταστάσεις από τις οποίες βγήκαμε λαβωμένοι. Ίσως και να αντισταθήκαμε σθεναρά και να προσπαθήσαμε να μην ενδώσουμε. Κι όσο κι αν προσπαθήσαμε, κανέναν δεν καταφέραμε να κοροϊδέψουμε. Κάθε στιγμή που περνούσε η προσμονή έπαιρνε μεγαλύτερες διαστάσεις και κουκούλωνε τη λογική.
Πριν καλά καλά το καταλάβουμε επιστρέψαμε στην ίδια κατάσταση. Σε μια κατάσταση που ίσως και να υπήρχε η ελπίδα να αλλάξει, όμως στη βάση της έμενε ίδια κι απαράλλακτη. Πολλές φορές, βέβαια, οι άνθρωποι αλλάζουν και σε νέες βάσεις χτίζουν το «ξανά μαζί», ας μην αδικούμε τις επανασυνδέσεις που όντως έχουν μια ουσία. Άλλες φορές όμως, δεν τα καταφέρνουν και τα πράγματα γίνονται χειρότερα. Σε κάποιες περιπτώσεις ίσως οι σύντροφοι θέλουν να ξανά είναι μαζί επειδή έχουν καταλάβει τα λάθη τους και προτίθενται να προσπαθήσουν ξανά να φτιάξουν ό,τι άφησαν πίσω τους μισοδιαλυμένο. Ίσως κάποιοι άλλοι να μην αρέσκονται στις αλλαγές κι αυτό που τους ώθησε να γυρίσουν πίσω σε πρώην σύντροφο να ήταν η δύναμη της συνήθειας. Όλα τα σενάρια είναι ανοιχτά σε μια επανασύνδεση.
Άνθρωποι οι οποίοι αναζητούν τη σιγουριά που τους προσέφερε η προηγούμενη σχέση τους είναι το ίδιο καλοί υποψήφιοι για τη συνθήκη αυτή. Υπάρχει και η περίπτωση να γυρίσουμε επειδή ενδεχομένως καταλάβαμε την αξία του ανθρώπου που είχαμε στη ζωή μας μετά τον χωρισμό. Κι όμως, παρά την επιστροφή, οι τόνοι να έχουν πέσει, δεδομένου ότι δε γνωρίζουμε ένα νέο άτομο αλλά κάποιο που ήδη ξέρουμε απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη, ενώ ταυτόχρονα έχουμε τις επιφυλάξεις μας για την επιτυχία του εγχειρήματος κι εμείς κι άλλη πλευρά.
Έτσι οι αισθήσεις ενεργοποιούνται και τα συναισθήματα που έχει ο ένας για τον άλλο -αν και γνώριμα- είτε δυναμώνουν και γίνονται άφθαρτα στο πέρασμα του χρόνου και των δυσκολιών, είτε απομυθοποιούνται και χάνονται μια για πάντα. Στην περίπτωση που οι σκοποί είναι αμοιβαίοι και οι σύντροφοι θέλουν πραγματικά ο ένας τον άλλο, η επιθυμία για επανασύνδεση γίνεται πραγματικός στόχος που τελικά στέφεται με επιτυχία. Υπάρχει μια αύρα που ξαναθυμίζει στους συντρόφους γιατί ήθελαν να κάνουν αυτή την προσπάθεια. Όχι μόνο για τον άνθρωπο που άφησαν νωρίς. Όχι απλώς για τη σιγουριά που θα νιώσουν μέσα τους για τον εαυτό τους.
Μα για να είναι αυτό που είναι, όταν ο ένας βρίσκεται μαζί με τον άλλο. Για το δικό τους μαγικό «μαζί» που ως μονάδες δεν μπορούν να βρουν και να δημιουργήσουν με την ίδια μαγιά. Κι η απάντηση λοιπόν στην αρχική ερώτηση, καταλήγει να είναι μία και χωρίς κανένα περιθώριο αμφισβήτησης: «Μα για εμάς».
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου