Το θυμάσαι το θρυλικό Honda c50; Ήταν η εποχή του ‘80 που όλη η Ελλάδα ταυτίστηκε κυριολεκτικά με το παπάκι. Αν περπατήσεις στα δρομάκια κάποιου νησιού σίγουρα θα πέσεις σε κάποια φωτογραφία του να πωλείται ως card postal σε κάποιο τουριστικό μαγαζί.
Οι επιλογές σου στα χρώματα ήταν τρεις. Το κόκκινο, το πράσινο και το δημοφιλές γαλάζιο. Κατέληξες στο γαλάζιο εσύ κι η μισή Ελλάδα, ίσως γιατί, όσο να ‘ναι, αυτές οι αποχρώσεις μας είναι πιο οικείες, σαν να ‘ναι περασμένες στο DNA μας. Συνήθως σε χρώμα μπλε με λευκό, λοιπόν, σίγουρα έχει μείνει στο μυαλό σου και στο μυαλό όλων των εφήβων που επιθυμία και στόχος τους ήταν να αποκτήσουν ένα μόλις ενηλικιωθούν. Βασικά μπορούσες να το πάρεις και στα 16 σου.
Κι αν δεν το είχες εσύ, θα το είχε κάποιο φιλαράκι σου και το αγάπησες, αφού έκανες όλα τα όνειρά σου πάνω σε εκείνη τη σέλα, με τον ήχο απ’ την εξάτμιση να σε προδίδει πριν καν φτάσεις εκεί που πήγαινες και να σε προσγειώνει κάπου-κάπου. Θορυβώδες αλλά λατρεμένο, το άτιμο.
Θυμάσαι εκείνα τα ζεστά καλοκαιρινά βράδια που πηγαίνατε όλοι παρέα βόλτα με τα παπάκια σας; Σαν σκηνή βγαλμένη από κάποια cult ταινία του Στάθη ψάλτη. Καθόσουν πάντα μπροστά-μπροστά στη σέλα και τα γόνατα σου ήταν πάντα κολλητά μεταξύ τους ενώ έγερνες και το σώμα σου μπροστά. Ήσουν μάλλον κάγκουρας της εποχής. Φυσικά, η εξάτμιση ήτανε το πρώτο που άλλαζες για πιο δυνατό θόρυβο. Ήθελες να αφήνεις το στίγμα σου.
Εσύ και το 50αράκι σου, λοιπόν. Δεν άφηνες ούτε μια γειτονιά χωρίς να επιδεικνύεις τις ικανότητές σου στις σούζες. Είχε κυριαρχήσει τόσο στις ζωές όλων, κυρίως των νέων, που κατάφερε να μείνει σύμβολο μιας εποχής. Ναι, υπάρχουν οι φορές που σου έσβηνε στην ανηφόρα και τα νεύρα σου γίνονταν τσατάλια, όμως ποτέ δε σε εγκατέλειπε. Ένιωθες πως μ’ αυτό μπορούσες να φτάσεις παντού. Αρκεί να ‘χες ένα συγκεκριμένο πρόσωπο στο πίσω μέρος της σέλας.
Η αγαπημένη σου συνήθεια να το προσέχεις, για να το ‘χεις στην πένα. Πέρναγες ατελείωτες ώρες κοιτώντας το, καθαρίζοντάς το και κάνοντας τις απαραίτητες εκείνες αλλαγές, τα γνωστά πειράγματα. Λίγο η ταχύτητα, γιατί τα κυβικά του ήτανε λίγα. Λίγο να κόψεις τα φτερά, αδιαφορώντας αν θα κάνεις λασπόλουτρα τον χειμώνα. Τι λέγαμε πριν για καγκουριές;
Δεν ξεχνάς, βέβαια, και τις φορές που πήγαινες και τρικάβαλο, αφού η σέλα σου ήταν αρκετά μεγάλη (και τα μυαλά τότε πάνω απ’ το κεφάλι). Η γνωστή «διπλής», έλα που την έβλεπες όμως και τριπλή. Έλα, παραδέξου το, έβαφες κι εσύ με άσπρη μπογιά τις πινακίδες σου, έτσι ώστε να μη φαίνονται τα νούμερά της καθαρά. Τι να λέμε τώρα; Αλητεία στο φουλ.
Το ξέρεις, ήταν εμπειρία ζωής το 50αράκι σου. Όλη η εφηβεία σου αλλά έμεινε μαζί σου κι αρκετά μετά την ενηλικίωσή σου. Ποτέ δεν ήταν αργά για μια βόλτα με το παπάκι σου. Δεν ήταν απλά ένα όχημα αλλά μια ιδέα, μια αντίσταση, μια επανάσταση, έβγαζε έναν τσαμπουκά. Κάτι σαν σύμβολο κοινωνικής ανυπακοής και σαν αλάνι που ήσουν ξεζούμιζες το μοτεράκι του φτάνοντάς το στα 85 κυβικά.
Το βράδυ έριχνες και τις «κωλιές» σου έξω απ’ τις ντισκοτέκ. Και τα πρωινά στις παραλίες, και φυσικά όλα αυτά με ξεριζωμένους τους καθρέφτες. Είχες και το σχετικό lifestyle που υπαγόρευε το παπάκι σου. (Δυστυχώς) δε φορούσες σχεδόν ποτέ κράνος, αφήνοντας τη χαίτη σου να ανεμίζει, αφού αυτή ήταν τότε η μόδα της εποχής. Πάρε για παράδειγμα τον Γαρδέλη. Οφείλουμε να αναφερθούμε και στο στενό παντελόνι με τη λευκή κάλτσα. Απερίγραπτο στιλ!
Πολλές φορές το οδηγούσες, μάλιστα, με το ένα χέρι. Μαγκιά! Βέβαια, μην ξεχνάς πως αρχικά φτιάχτηκε για τους ντελιβεράδες του Τόκιο, επομένως ο συμπλέκτης ήταν το πρώτο πράγμα που έφυγε από πάνω του. Στο ένα χέρι τη φραπεδούμπα σου και ξεκίναγες τη μέρα σου. Τίποτα δε σε άγχωνε τότε. Ακόμα κι αν έχανες τα κλειδιά σου, με κάποιον σουγιά ή κάποιο αιχμηρό αντικείμενο, αφαιρούσες το φανάρι, ξερίζωνες τα καλώδια και τσουπ όλα καλά.
Το παπάκι σου δε σε εγκατέλειψε ποτέ. Ήταν εκεί στις πρώτες τάσεις φυγής σου, στον χαβαλέ με την παρέα, στις ρομαντζάδες με το αμόρε, πηγαίνοντάς σας σε ακρογιαλιές ή κάπου ψηλά με θέα. Κι αν δεν είχες ποτέ σου ή έκανες κάποτε την τρομερή κίνηση να το πουλήσεις και τώρα το ‘χεις σκυλομετανιώσει, ίσως η τύχη σου να σου χαμογελάσει ξανά. Με λίγο ψάξιμο, ίσως καταφέρεις να αποκτήσεις πάλι. Για να περάσεις μια δεύτερη εφηβεία ή απλά για να ξαναζήσεις τον έρωτά σας, που μόνο εσείς οι δύο τον γνωρίζετε τόσο καλά. Γιατί οι παλιοί έρωτες δεν πεθαίνουν ποτέ. Και το παπάκι μας ήταν έρωτας!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη