-Γειά, τι κάνεις;
-Καλά, εσύ;
-Καλά κι εγώ. Έχεις σχέση;
-Όχι
-Θέλεις να τα φτιάξουμε;
Μια συζήτηση, που η πλειοψηφία, είχε κάνει κάποια στιγμή εκεί κάπου κοντά στην πρώιμη εφηβεία. Τι αθώα και αγνά πλασματάκια οι μικροί έφηβοι. Εκφράζουν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους χύμα. Χωρίς ούτε μικρό, ούτε μεγάλο καλάθι. Μου αρέσεις, ενδιαφέρεσαι; Ή να πάρω τα κουβαδάκια μου και να πάω σε άλλη παραλία; Απλά, λιτά και ξηγημένα! Όχι σαν εμάς, που βράζουμε στο ζουμί μας και κάνουμε τις σχέσεις επιστήμη, ψάχνουμε εγχειρίδια και συνταγές επιτυχίας, κάνουμε συζητήσεις μέχρι το ξημέρωμα με φίλους σε ρόλο ψυχολόγου και πάλι καμιά φορά δε βγάζουμε άκρη! Μάλιστα πολλές φορές, άθελά μας σκοτώνουμε και το ενδιαφέρον από το πόσο πολύ το ζαλίζουμε!
Βέβαια, υπάρχει εύλογος λόγος για τη μεταβολή της στάσης μας. Ειδικά η πρώτη ερωτική απογοήτευση έχει κομβική σημασία για το σχηματισμό της άποψής μας για τον έρωτα. Είναι συχνά η στιγμή που αρχίζουν να παίρνουν σχήμα και μορφή κάποιες βασικές ανασφάλειες, γεγονός απόλυτα λογικό, διότι την πρώτη φορά πάμε και πέφτουμε με τα μούτρα, όπως ακριβώς πηδάει ένα μικρό παιδάκι στην πισίνα με φόρα χωρίς να κοιτάξει πρώτα το βάθος. Έτσι κι εμείς, δεν είμαστε προϊδεασμένοι, ούτε ξέρουμε να ψάξουμε για σημάδια που θέλουν προσοχή. Κάνουμε βουτιά κατευθείαν με το κεφάλι. Μαθημένοι από τα παραμύθια και τους κάθε λογής πρίγκιπες και πριγκίπισσες, νομίζουμε πως η πρώτη μας σχέση θα είναι και η παντοτινή, αχ και να ξέραμε!
Ο κάθε χωρισμός, ακόμη και αυτός ο πρώτος ο παιδικός, έχει κάτι να μας διδάξει. Μαζί με τα συντρίμμια του, αφήνει και κάποια μικρά σημαδάκια. Βάζει στο μυαλό μας υποσημειώσεις που λένε «προσοχή πονάει». Και μένει εκεί η υποσημείωση όσο κι αν προχωρήσουμε και μας κάνει φορά με τη φορά να χωνόμαστε και λίγο παραπάνω στο καβούκι μας. Και κάθε καινούριο story προσθέτει και μερικές ακόμη υποσημειώσεις και δώσ’ του εμείς μετά να βλέπουμε παντού κόκκινα σημαδάκια και να κάνουμε πισωγυρίσματα. Να δίνουμε τα γνωστά “mixed signals”. Δηλαδή από τη μία να δείχνουμε το πράσινο φως στο άτομο απέναντί μας και από την άλλη να του κλείνουμε τη πόρτα στη μούρη!
Εν ολίγοις, ο χωρισμός και η απόρριψη μοιάζει λίγο με την αντιβίωση. Δεν είναι ευχάριστο όταν την πίνεις, αλλά το πραγματικά κακό κομμάτι είναι η γεύση που αφήνει μετά. Αν ποτέ μας δεν έχει χρειαστεί να πάρουμε, ανοίγουμε το στόμα διάπλατα για να την καταπιούμε, μα σαν θα τη γευτούμε, φοβόμαστε να παραδεχθούμε την αρρώστια μας μην τυχών και μας ποτίσουν πάλι αυτό το φαρμάκι. Στην προκειμένη περίπτωση η αρρώστια είναι ο έρωτας. Και εδώ που τα λέμε, είναι και λιγάκι τρομακτικός έτσι όπως μας σημαδεύει με τα τόξα του. Τι, όχι;
Πολλοί άνθρωποι χαρακτηρίζουν αυτήν την αλλαγή και την προφύλαξη σημάδι ωριμότητας. Όμως, από πότε το να μιλάμε ευθέως θεωρείται ανωριμότητα; Βαθιά μέσα μας όλοι το αναζητάμε αυτό, σταράτα λόγια, ξηγημένα. Μη μιλάτε με σύμβολα και γρίφους ρε, δε γράφουμε λογοτεχνία εδώ, έρωτα γράφουμε! Αν είναι να κρατήσουμε κάτι από το παιδί που είμασταν κάποτε ας μην είναι τα καμώματα και τα πείσματα. Ας κρατήσουμε αυτήν την αθωότητα και προπάντων την ειλικρίνεια. Γιατί μπορεί η ειλικρινής γλώσσα καμιά φορά να τσακίζει κόκκαλα, αλλά η ανειλικρινής γλώσσα τσακίζει ψυχές! Και κανείς μας δεν έχει το δικαίωμα να φθείρει την ψυχή και τα αισθήματα κανενός.
Πρέπει όλοι μας και ο καθένας ξεχωριστά να μάθουμε να αντιμετωπίζουμε τις ανασφάλειές μας αντί να τις βγάζουμε πάνω σε άλλους. Να κρατήσουμε στον έρωτα κομμάτια της παιδικής αθωότητας που κάποτε είχαμε και της ντομπροσύνης με την οποία τότε μιλάγαμε. Να σταματήσουμε να ανακυκλώνουμε προβληματικές συμπεριφορές και αντ’ αυτού να ξεκινήσουμε να αναβιώνουμε την απλότητα μιας περασμένης προεφηβικής ηλικίας που αρκούνταν σε ένα «θέλεις να τα φτιάξουμε;».
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη