Κατά τη διάρκεια της παιδικής μας ηλικίας, αγωνιούσαμε μετρώντας αντίστροφα μήνες ολόκληρους μέχρι να φτάσει το τέλος της σχολικής χρονιάς, γιατί αυτό σηματοδοτούσε αυτόματα την έναρξη των καλοκαιρινών μας διακοπών. Κι η επίσημη λήξη των μαθημάτων και των υποχρεώσεων γινόταν, φυσικά, με μια μάχη που όλοι αγαπήσαμε κι ακόμα αγαπάμε: το μπουγέλο!
Μνήμες πολύχρωμες, όπως τα μπαλονάκια που γεμίζαμε στις φθαρμένες βρύσες της αυλής του σχολείου. Πόσες φούσκες έσπασαν επειδή τις υπεργεμίζαμε απ’ τον υπερβολικό ενθουσιασμό! Ή να ’ταν επειδή θέλαμε να ‘χουμε το πιο μεγάλο νερομπάλονο; Και με το σπάσιμό τους, οι άκρες τους τύλιγαν σφικτά το στόμιο της βρύσης σαν να της έδιναν μια αποχαιρετιστήρια αγκαλιά, αφήνοντας το αποτύπωμά τους.
Ακόμη κι όταν δε χτυπούσε πια κουδούνι για μάθημα, κάποιες πολύ ζεστές μέρες του καλοκαιριού, όπου ο καύσωνας μας κτυπούσε απειλητικά κι η θάλασσα δεν ήταν επιλογή, το μπουγέλωμα ήταν η λύση στο πρόβλημά μας. Και το πιο όμορφο είναι ότι μετέτρεπε την ανάγκη για δροσιά σε παιχνίδι! Όλα άρχιζαν με τη δικαιολογία πως θα πλέναμε το αμάξι ή θα ποτίζαμε τον κήπο. Στο τέλος, όμως, καταλήγαμε να κυνηγιόμαστε με το λάστιχο μέσα στην αυλή του σπιτιού. Ένα κυνηγητό που για κάποιον περίεργο λόγο θέλαμε να βγούμε νικημένοι. Εφόσον η ήττα μας θα μας έδινε την ανακουφιστική αίσθηση του κρύου νερού∙ σκέτη ευτυχία. Και κάπως έτσι μάθαμε πως κάποιες φορές είναι καλό να χάνουμε!
Με τα χρόνια να περνάνε και πολλά να αλλάζουν, κάποιες μας συνήθειες έμειναν αναλλοίωτες. Είναι γεγονός πως όταν είμαστε σε καλοκαιρινή διάθεση, είμαστε πιο χαλαροί και ξέγνοιαστοι. Είμαστε πιο πολύ ο εαυτός μας, είμαστε εμείς. Κι αν υπάρχει κάπου γύρω μας υγρό στοιχείο, όλα είναι πιο όμορφα! Χωρίς να κολλάνε τα ρούχα πάνω μας και να μας ζεσταίνουν. Με ανάλαφρα μαλλιά να πέφτουν στο σχήμα που τους δίνει το νερό. Χωρίς περιττά φτιασίδια. Οι πόροι του δέρματός σου αναπνέουν ελεύθερα κι οι ανασφάλειές σου μπαίνουν σε σίγαση. Το πιτσιρίκι που κρύβεις μέσα σου να παίρνει σάρκα κι οστά. Το παιδί εκείνο που δεν ενδιαφέρεται για το τι συμβαίνει γύρω του, αρκεί να περνάει καλά!
Και τότε θυμάσαι. Τι ωραία που περνούσαμε παλιά. Η μόνη μας έγνοια ήταν να μη γλιστρήσουμε. Μα κι αν το παθαίναμε, εδώ που τα λέμε, χαμπάρι δεν παίρναμε! Σηκωνόμασταν ξανά πάνω και τρέχαμε περίγυρα της κοντινότερης βρύσης. Και μεγαλώσαμε, και μπήκαμε σ’ αυστηρά προγράμματα και ρούχα και πλέον ντρεπόμαστε να παίξουμε μπουγέλο. Γιατί, για να λέμε και του στραβού το δίκιο, ποιος δε θα παραξενευόταν αν έβλεπε μια παρέα ενήλικων να παίζει με τα νερομπάλονα; Θα νόμιζαν πως έχουν σαλτάρει για τα καλά!
Όταν, όμως, τυχαίνει να βρεθούμε σε κάποιο χώρο με παιδιά, μια ιδέα έρχεται φευγαλέα στο μυαλό μας. Εντάξει, ας το παραδεχτούμε, όλοι μας έχουμε εκμεταλλευτεί την ενέργεια και τον αυθορμητισμό τους. Είτε για να μπούμε σε κάποιο παιχνίδι που μας είχε λείψει, με τη δικαιολογία «φοβάται μόνο του» είτε για να μπούμε πιο μπροστά σε κάποια σειρά «γιατί είναι ανυπόμονο και δεν αντέχει να περιμένει, γκρινιάζει» (στην εκκλησία, για παράδειγμα). Έτσι, όταν κάποιο παιδί θέλει να παίξει, ψευτοαναστενάζουμε και λέμε «καλά, καλά, πάω εγώ, λες και κάποιος μας αναγκάζει. Και τότε το προτείνουμε! Ας παίξουμε μπουγέλο! Και παρόλο που προσποιούμαστε πως το κάνουμε για το παιδί και μόνο, στην πραγματικότητα, το διασκεδάζουμε και το ζούμε με όλη μας την ψυχή. Αφομοιωνόμαστε με τα παιδιά και ξεχνάμε για λίγο τα χρόνια που κουβαλάμε στην πλάτη μας. Η παιδική μας ψυχή ζει αναλλοίωτη μέσα μας αιώνια.
Εξάλλου, κάτι που σε κάνει να γελάς με την καρδιά σου ποτέ δεν είναι ντροπή! Ποτέ δε θα ‘σαι πολύ μεγάλος για παιχνίδι. Γι’ αυτό αφήστε τις δεύτερες σκέψεις κι οπλιστείτε με τα νεροπίστολά σας! Ο καύσωνας είναι έντονος και το καλοκαίρι δεν είναι τόσο μεγάλο για αναβολές!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη