«Ο Αδάμ ήταν άνθρωπος: δε θέλησε το μήλο για το μήλο, το θέλησε επειδή ήταν απαγορευμένο» είχε πει κάποτε ο γνωστός Αμερικανός συγγραφέας Μαρκ Τουαίην, προσπαθώντας σε λίγες γραμμές να χωρέσει την ανθρώπινη φυσική ιδιότητα για έλξη σε αυτά που δεν έχουμε και να την αιτιολογήσει με την έννοια του απαγορευμένου. Πόσες φορές, άραγε, στη ζωή μας θέλουμε κάτι που δεν μπούμε να έχουμε;

Απ’ το πιο απλό, όπως το πιάτο του άλλου που φαντάζει πιο νόστιμο από το δικό μας ή το αμάξι του γείτονα που φαίνεται πιο ωραίο, μέχρι το πιο σύνθετο, τον πιασμένο σύντροφο που μοιάζει πιο γοητευτικός απ’ τον καθένα ή τη ζωή του τάδε που μοιάζει πιο ευτυχισμένη από κάθε άλλη. Όλες αυτές οι επιθυμίες δημιουργούν ένα αίσθημα ανικανοποίητου και δεν ησυχάζουμε μέχρι να τις αγγίξουμε και, τελικώς, να τις πετύχουμε. Γιατί, όμως, συμβαίνει αυτό;

Έχεις αναρωτηθεί ποτέ γιατί επιθυμούμε τόσο αυτά που δεν μπορούμε να έχουμε; Η απάντηση βρίσκεται εν μέρει στο γνωμικό του Μαρκ Τουαίην. Πράγματι, είναι στην ανθρώπινη φύση η ανάγκη για υλική ασφάλεια. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα ζώα του ζωικού βασιλείου, ο άνθρωπος δεν αρκείται στο πετσί του αλλά έχει ανάγκη για στέγη κι εργαλεία. Μια υλική ασφάλεια που του δίνει τη δυνατότητα να δημιουργήσει ασφαλέστερα οικογένεια κι άρα κατ’ επέκταση του προσδίδει συναισθηματική ασφάλεια. Κι αν ο λόγος για την απόκτηση των υλικών αγαθών είναι η συναισθηματική ασφάλεια, για τους ανθρώπους τότε ποιος είναι, θα ρωτήσει εύλογα κανείς;

Εδώ η απάντηση είναι πιο σύνθετη και σύμφωνα με την αγαπημένη μου επιστήμη της ψυχολογίας στηρίζεται σε τρεις πυλώνες. Ο πρώτος είναι αυτός της σημαντικότητας. Όταν κάτι δεν το έχουμε, το ανάγουμε αυτόματα σε σημαντικότερο. Η μερική άγνοια που έχουμε, δημιουργεί αυξημένες προσδοκίες και δεν ησυχάζουμε μέχρι να βιώσουμε τη μυστηριώδη γοητεία αυτού του ατόμου. Εμμονή, με λίγα λόγια.

Δεύτερος πυλώνας αυτός της ψυχολογικής αντίστασης. Σαν τα μικρά παιδιά όταν μας πουν αυτό δεν μπορείς να το κάνεις. Θα το προσπαθούμε μέχρι να το κάνουμε. «Εγώ δεν μπορώ να το κάνω;» η κινητήριος δύναμή μας. Ένα παιχνίδι εγωισμού κι ανασφαλειών, κατά κύριο λόγο. Αν προσθέσουμε και τα κοινωνικά κι ηθικά «μη», η ψυχολογική αντίσταση γιγαντώνεται.

Τελευταίος και τρίτος πυλώνας αυτός του απαγορευμένου. Όταν είναι δύσκολο ή απαγορευμένο αυτό που θέλουμε να αποκτήσουμε, αυτομάτως όλο μας το ενδιαφέρον εστιάζεται σε αυτό. Έχουμε τεταμένη την προσοχή πάνω του, αυξάνοντας την αντιληπτή αξία του και κάνοντάς το εκ των πραγμάτων πιο θελκτικό για εμάς.

Πόσα από αυτά τα συναισθήματα, όμως, είναι πραγματικά δικά μας και δε βασίζονται απλώς σε ανασφάλειες κεκαλυμμένες με «θέλω»; Πόσες τέτοιες ανθρώπινες σχέσεις γκρεμίστηκαν όταν το ποθητό άτομο, τελικώς, κατακτήθηκε; Είμαστε τυφλοί ή στην πορεία γινόμαστε;

Και τα δύο θα απαντήσω εγώ. Ναι, είναι στην ανθρώπινη φύση η ανάγκη για υλικά αγαθά. Αυτό είναι γεγονός. Όμως είναι κάτι τελείως διαφορετικό απ’ το να δημιουργώ καινούργιες ανάγκες για να αποκτήσω όλο και περισσότερα υλικά αγαθά. Ο καταναλωτισμός δεν είναι ανθρώπινη εξέλιξη αλλά μετάλλαξη. Ο καταναλωτισμός με αγαθά τους ανθρώπους είναι ο χείριστος του είδους του.

Σε μια εποχή που όλα τα προϊόντα διαφημίζονται με κάθε τρόπο, το να μπορείς να επιλέξεις το σωστό έχει γίνει μαρτύριο. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι νιώθουν δυστυχισμένοι κι ανικανοποίητοι επειδή δεν έχουν κάτι που δε χρειάζονται και δεν τους καταλαβαίνει κάποιος που δεν υπάρχει. Κυνήγι ευτυχίας με τα μάτια κλειστά. Και μοναδικός οδηγός ο ήχος των διαφημίσεων. Υπνωτισμένοι σε ένα χαρούμενο εμβατήριο στην κηδεία μας. Κι όταν τελικά ξυπνάμε, αναρωτιόμαστε γιατί θαβόμαστε;

Ευτυχία δεν είναι να ‘χεις πολλά. Ευτυχία είναι να ‘χεις λίγες επιλογές. Επιλογές που ο ίδιος έκανες με βάση την ψυχή και την καρδιά σου. Το να μπορείς να ακούς καθαρά τι σου λένε ονομάζεται προσωπική ευτυχία. Το να συνυπάρχουν όλες αυτές ονομάζεται ανθρώπινη εξέλιξη και δυστυχώς ακόμη βρισκόμαστε στα χρόνια του προπατορικού αμαρτήματος.

 

Συντάκτης: Γεώργιος-Κωνσταντίνος Ψύλλας
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη