Αν είχες την ευκαιρία να παίξεις την ευτυχία ή τη δυστυχία στη ζωή σου κορώνα ή γράμματα, θα το έκανες; Τότε γιατί δεν προσπαθείς καν;
«Οι περισσότεροι άνθρωποι προτιμούν να ‘ναι σίγουροι ότι είναι δυστυχισμένοι παρά να ρισκάρουν να είναι ευτυχισμένοι» έχει διατυπώσει εύλογα ο διάσημος συγγραφέας Antony Robbins.
Καθημερινά ονειρευόμαστε μια καλύτερη ζωή. Περισσότερα χρήματα, καλύτερη εργασία, ευφορία περισσότερη κι εφορία λιγότερη. Αγάπη, ευτυχία, οικογένεια. Γενικότερα κάτι καλύτερο από αυτό που είμαστε σήμερα. Στην πράξη, όμως, δεν αναζητούμε τίποτα από αυτά, γιατί φοβόμαστε μη χάσουμε την ασφάλεια της δυστυχίας μας. «Μπορεί να ‘ναι μίζερα, αλλά τουλάχιστον ξέρεις τι θα συμβεί» θα μπορούσε να αποκριθεί κανείς. Ακούγεται αξιολύπητο; Ίσως, αλλά πόσο συχνά ακούμε πραγματικά τον εαυτό μας; Και το σημαντικότερο, πόσο συχνά πράττουμε αυτό που ακούμε;
Το ρίσκο αν το βλέπεις από μακριά μοιάζει κάτι αβέβαιο. Όταν το παίρνεις, μοιάζει κι είναι η πρώτη σου επιλογή. Αυτό δεν μπορεί να το καταλάβει κανένας καλύτερα απ’ τον ίδιο σου τον εαυτό. Άλλωστε, το πρώτο και μεγαλύτερο ρίσκο της ζωής μας είναι να πιστέψουμε στον εαυτό μας. Να ‘μαστε ειλικρινείς μαζί του. Κι ενώ, λοιπόν, γνωρίζουμε ότι είναι προσωπική μας επιλογή, περιμένουμε κάποιον άλλο να μας δείξει τον δρόμο. Πολλές φορές και να μας τον χαράξει.
Αυτός ο άλλος μπορεί να ονομάζεται μπαμπάς, μαμά, μπορεί να ονομάζεται φίλος, σύντροφος, μπορεί να ονομάζεται θεός. Όπως και να ‘χει το δικό του όνομα, μας προσφέρει την ανωνυμία μας για μια ενδεχόμενη αποτυχία. Μια αποτυχία που το πρώτο όνομα που θα θυμηθούμε θα ‘ναι το δικό του. Οξύμωρο. Ακόμη πιο οξύμωρο το γεγονός ότι όσο αυξάνεται ο αριθμός των αποτυχιών, τόσο περισσότερο αναζητάμε οδηγίες χρήσης και για το μικρότερο δυνατό ρίσκο. Εξαρτημένοι στον φόβο και τη συνήθεια, ανήμποροι πλέον να αντιδράσουμε, μονολογούμε το όνομα που πρόσφερε την ανωνυμία μας. Κι όταν τελικά τελειώνουν όλα, είναι το πρώτο που ξεχνάμε ως ανθρωπότητα.
Το ρίσκο, όμως, είναι καθαρά προσωπική υπόθεση. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας είναι υπεύθυνος για τον βαθμό του ρίσκου που θέλει να πάρει στη ζωή του, καθώς επίσης και τη συχνότητα ή την ένταση που του προκαλεί ικανοποίηση. Δεν μπορεί να διδαχθεί από κάποιον με κανόνες το πώς να ρισκάρεις, γιατί προκύπτει κυρίως απ’ την αίσθηση του απρόβλεπτου -άρα κι απ’ το τι γνωρίζει αυτός που επιλέγει να ρισκάρει. Μάλιστα σε αυτήν την επιλογή ξεχωρίζει και το ποιόν του κάθε ανθρώπου. Αρκεί, βέβαια, να μπορείς να ξεχωρίσεις αυτόν που σε προτρέπει να ρισκάρεις όταν έχει να χάσει τίποτα κι αυτόν που έχει να χάσει πολλά ή τα πάντα.
Οι άνθρωποι, όμως, να θυμάσαι, είμαστε περίεργα πλάσματα. Θα ρισκάρουμε πιο εύκολα σε κάτι που είναι απίθανο να συμβεί πάρα σε αυτό που η ενδεχόμενη πραγματοποίησή του μας τρομάζει. Αντιμετωπίζουμε το ρίσκο με τον φόβο της αποτυχίας. Ποντάρουμε σε ένα λαχείο πιο εύκολα από μια επιχείρηση. Ο φόβος της απώλειας δημιουργεί διαφορετικό είδους ρίσκο από αυτό της ανταμοιβής. Στην πρώτη περίπτωση ρισκάρουμε όσο το δυνατόν προς το τίποτα ενώ στη δεύτερη προς τα πάντα.
Και δυστυχώς έχουμε καταντήσει τις ζωές μας έτσι, σαν ένα δανεικό λαχείο. Ο αριθμός πάνω αριθμεί τα νούμερα των ονείρων των άλλων για εμάς. Κι εμείς ποντάρουμε σε αυτό όλη τη διάρκεια της ζωής μας. Τη στιγμή της κλήρωσης περιμένουμε το ένα στο εκατομμύριο κι όταν τελικά δεν έρχεται βρίζουμε το λαχειοπώλη.
Μήπως ήρθε η ώρα να αλλάξουμε παιχνίδι;
Κορώνα ή γράμματα;
Υ. Γ. Πεθαίνετε υπεύθυνα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη