Αλήθεια έχετε αναλογιστεί ποτέ πόσες εκατομμύρια χιλιάδες πληροφορίες βομβαρδίζουν καθημερινά τον εγκέφαλό μας; Άλλες πιο σημαντικές και άλλες λιγότερο. Άλλες τις κρατάμε και τις αποθηκεύουμε απευθείας στο σκληρό μας δίσκο και άλλες ούτε καν μπαίνουμε στον κόπο να τις επεξεργαστούμε.
Στο σχολείο, στη δουλειά, στο σπίτι, στο πανεπιστήμιο, σε μια συζήτηση με τους φίλους μας, με τους γονείς μας, σε ένα scroll down της αρχικής μας σελίδας στο Instagram ή στο Facebook, από παντού μπορεί να μας έρθει η «βόμβα». Το θέμα όμως δεν είναι τι μας συμβαίνει, αυτό καθ’ αυτό, αλλά το πώς το διαχειριζόμαστε. Εάν δηλαδή θα πρέπει να αξιολογήσουμε την πληροφορία που δεχτήκαμε ή αν την κρατάμε μέσα μας χωρίς καν να την σκεφτούμε. Με άλλα λόγια καταπίνουμε αμάσητα τα όσα μας λένε.
Η κριτική ικανότητα θα λέγαμε πως είναι μια δεξιότητα που αναπτύσσει κανείς με το πέρασμα των χρόνων. Όσο μικρότεροι σε ηλικία είμαστε, τόσο πιο ευκολόπιστοι κι αδαείς μοιάζουμε. Βαθιά μέσα μας όμως ξέρουμε πως δεν υπάρχει κάτι καλύτερο απ’ αυτά τα δύο χαρακτηριστικά. Αυτή η υπέροχη αφέλεια που κουβαλάει η νιότη. Όλα μοιάζουν ιδανικά και ρόδινα. Στον κόσμο που δεν υπάρχει κακία, διαφθορά, απάτη και συμφέρον, παρά μόνο ονειρικά πλασμένες καταστάσεις, βγαλμένες από ταινίες του σινεμά. Κι εμείς απολαμβάνουμε τις βόλτες με το ροζ μας συννεφάκι πλήρως απαλλαγμένοι από οποιοδήποτε αίσθημα καχυποψίας.
Και ξαφνικά μια μέρα κάποιος θα σε πουλήσει ή θα σε πληγώσει για να κάνει τα γούστα του, θα πέσεις απότομα από το σύννεφο στην γη και η προσγείωση θα είναι ανώμαλη κι οδυνηρή. Πονάει η αλήθεια και η πραγματικότητα. Σαν μια δυνατή σφαλιάρα που θα κάνει το κεφάλι σου να γυρίσει δύο-τρεις σβούρες. Κι εκεί είναι που θ’ αρχίσεις να αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο γύρω σου καλύτερα. Αποκτάς άλλους μηχανισμούς άμυνας και προστασίας του εαυτού σου.
Τι γίνεται όμως με το παιδί μέσα σου; Με αυτό που δε φοβάται τίποτα κι έχει άγνοια κινδύνου; Ό, τι και να του πεις θα το πιστέψει χωρίς αμφιβολία, χωρίς δεύτερες σκέψεις ή καχυποψία γιατί κουβαλάει μέσα του αλήθεια που δε χρειάζεται να βγει σε καμία κοινωνία να την ψάξει. Κι έτσι τη βγάζει καθαρή. Εμείς όμως πώς μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως οι πληροφορίες που λαμβάνουμε καθημερινά, αυτά που μας λένε ή ακόμα και αυτά που διδασκόμαστε είναι αλήθεια;
Αρχικά σίγουροι δεν είμαστε για τίποτα και για κανέναν, ούτε για τον ίδιο μας τον εαυτό, αφού κι αυτός καταλήγει να είναι απρόβλεπτος πολλές φορές. Καλό θα ήταν λοιπόν να εξασκούμε σιγά-σιγά την κριτική μας ικανότητα και όταν λαμβάνουμε πληροφορίες να τις περνάμε από τη διαδικασία της διαλογής. Δηλαδή κάποιες τις κρατάς και κάποιες τις πετάς. Ύστερα έρχεται η ανάλυση της πληροφορίας που λάβαμε. Εάν δηλαδή γνωρίζουμε κάτι σχετικά μ’ αυτήν ή έχουμε ήδη μια τεκμηριωμένη άποψη. Και τέλος έρχεται η εμπειρία. Εμπειρικά λοιπόν μπορείς να καταλάβεις στο πι και φι από χιλιόμετρα μακριά, χωρίς να χρειαστεί πολλές φορές να περάσεις από τα δύο προηγούμενα βήματα. Θα μιλήσει η εμπειρία και το ένστικτο από μόνα τους.
Και ναι, η καχυποψία πλέον θα είναι στο αίμα μας. Είναι σαν τις ρυτίδες που δεν μπορείς να αποφύγεις όσο μεγαλώνεις. Έτσι και με την καχυποψία, έρχεται και χαράζεται μέσα σου. Κι εσύ υψώνεις θεόρατα τείχη σε ανθρώπους και καταστάσεις με αποτέλεσμα πολλές φορές να τα διώχνεις όλα μακριά, ζώντας με το φόβο πως εάν σε πλησιάσουν ίσως να καείς και πάλι.
Η καχυποψία λοιπόν είναι απόρροια προηγούμενων δυσάρεστων εμπειριών. Έτσι όμως δεν επιβιώνεις, ούτε τη βγάζεις καθαρή. Μέσα στο σκοτάδι που είναι απλωμένο γύρω μας θα πρέπει να έχεις μέσα σου έστω και λίγη λιακάδα. Αγνά συναισθήματα που δε ζητάνε κάτι. Να προσπαθείς διαρκώς με νύχια και με δόντια να μη χάσεις την παιδικότητά σου. Να έχεις μέσα σου δυο αληθινά χρώματα, το πράσινο για να ζωγραφίζεις την ευτυχία εκεί που δεν υπάρχει και το μαύρο για να αναμετριέσαι με τα τέρατα που υπάρχουν εκεί έξω. Κι ένα τρίτο, το λευκό. Αυτό για τη γαλήνη που μοιάζει πια το πιο πολύτιμο αγαθό.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου