Καλώς ή κακώς ζούμε και διανύουμε την εποχή που ό, τι θέλουμε μπορούμε να το έχουμε γρήγορα, εύκολα και καθώς το θέλουμε. Δεν κοπιάζουμε ιδιαίτερα, ακόμα και για τα πιο απλά πράγματα που κάποτε δε θεωρούνταν δεδομένα αλλά αντίθετα απαιτούσαν κόπο και μεράκι. Μεράκι. Μ’ αρέσει αυτή η λέξη. Ίσως γιατί ανήκει στο τρίπτυχο που χαρακτηρίζει την ελληνική μας κουλτούρα: Φιλοξενία-Μεράκι- Φιλότιμο. Κι ως λαός είχαμε ανέκαθεν το ταλέντο να βάζουμε μπόλικα απ’ αυτά τα τρία χαρακτηριστικά σε ό, τι κι αν κάνουμε. Παλαιότερα όμως, το κάναμε εντονότερα. Εσείς δηλαδή νιώθετε την ίδια αίγλη και ζεστασιά όταν θα μπείτε σ’ ένα καφέ της εποχής, σ’ ένα εστιατόριο ή ακόμα και σε ένα μπαρ;
Δε νιώθετε σαν να ταξιδεύετε με μια χρονομηχανή 60 και 80 χρόνια πριν; Όταν μπαίνεις σε τέτοια μαγαζιά, ιστορικά, παραδοσιακά ή αλλιώς vintage είναι σαν να παγώνει ο χρόνος για την εξωτερική πραγματικότητα από το πρώτο κιόλας λεπτό που θα περάσεις το κατώφλι. Ξαναζωντανεύουν μπροστά στα μάτια σου σου εικόνες παλιού κινηματογράφου. Βλέπεις παντού γύρω σου εικόνες που φέρουν ένα στιλ κλασικής κομψότητας. Είναι κάτι που πλανιέται στον αέρα, πιο βαθύ, πιο ρομαντικό, πιο γλυκό. Είναι τα αθώα φλερτ που γίνονταν τότε. Που όσο κι αν ψάξεις σήμερα δύσκολα θα τα βρεις. Τότε είχαμε τα ραβασάκια, τα λουλούδια έξω από τα παραθυρόφυλλα, τις καντάδες, τα κρυφά ολιγόλεπτα ραντεβού, τον φόβο μη μας καταλάβουν οι γονείς μας. Και σήμερα τι έχουμε; Πώς εκδηλώνουμε το ενδιαφέρον μας; Με spam στο instagram και μηνύματα στο direct.
Αυτό είναι λοιπόν που σε γοητεύει σ’ αυτά τα μαγαζιά. Δεν είναι τα vintage έπιπλα αλλά τα ήθη κι οι αξίες που νιώθεις να βρίσκονται παντού γύρω σου. Γιατί τότε οι άνθρωποι το δούλευαν πολύ περισσότερο, γιατί οι αξίες τους δεν τους επέτρεπαν να εκτίθενται. Είναι όμως τόσο γοητευτική η σαγήνη του ρομαντισμού που υπήρχε τότε. Σαν ταινία παλιού κινηματογράφου. Σε μαγεύει και σε παρασύρει από μόνη της η εποχή στα άδυτά της.
Η αξία του κλασικού λοιπόν είναι ανεκτίμητη. Το ίδιο ταξίδι στον χρόνο θα αισθανθείτε κι εάν βάλετε μουσική εποχής, άλλωστε το κύριο χαρακτηριστικό της μουσικής είναι ν’ αφήνει ελεύθερη την φαντασία σας και το μυαλό σας να πετάξει πηγαίνοντας σε μέρη και σ’ ανθρώπους που προστάζει η μελωδία. Σίγουρα μπαίνοντας σε ένα τέτοιο μπαρ σε καμία περίπτωση δε θα παίζει Tyga ή Billie Eilish αλλά Nat King Cole, Frank Sinatra, Aretha Franklin κι άλλους πολλούς της εποχής. Τραγούδια που παραμένουν αναλλοίωτα στον χρόνο και σου δίνουν την ευκαιρία ν’ απεγκλωβιστείς για λίγο από το παρόν.
Κάτι ακόμα που μπορεί να σου προσφέρει ταξίδι στον χρόνο είναι το φαγητό. Ενεργοποιώντας λοιπόν την αίσθηση της γεύσης, απολαμβάνεις παραδοσιακά φαγητά σε ιστορικά και τιμημένα εστιατόρια. Και μέσα στο φαγητό είναι που κρύβεται και μία εκ των λέξεων της κουλτούρας των Ελλήνων. Η λέξη μεράκι. Και τα παραδοσιακά μας φαγητά διαθέτουν άπειρο. Ειδικά όταν τα ινία τ’ αναλαμβάνουν οι γιαγιάδες μας οι οποίες έχουν έναν μαγικό τρόπο να ενεργοποιούν και να ενθουσιάζουν τους γευστικούς μας κάλυκες.
Με τις εικόνες, τη μόδα, τις αξίες, τη μουσική και το φαγητό λοιπόν μπορεί κάποιος να κάνει όσα ταξίδια θέλει. Να φτάσει σε τόπους που δεν είχε ξαναπάει και να ζήσει σε άλλες εποχές. Γι’ αυτό κι αυτού του είδους τα μαγαζιά είναι απαραίτητο να υπάρχουν. Για να μας επιτρέπουν μια μικρή απελευθέρωση, όποτε αυτή είναι αναγκαία. Ωραίος ο εκσυγχρονισμός κι η μοντέρνα κουλτούρα αλλά η αξία του κλασικού παραμένει ασυναγώνιστη κι ακατανίκητη.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου