Να μη μετανιώνουμε για τίποτα, είναι και το πιο σωστό. Το σωστό για τους πολλούς, το καθώς πρέπει για τις καλουπωμένες σταθερές, για εκείνους που ουτοπικά επιμένουν πως η ζωή δεν ενδείκνυται για λάθη, λες και κατέχουμε μαζί τις σαφείς οδηγίες χρήσης της.

Η αλήθεια είναι όμως πως η μετάνοια, η προσωπική σύγκρουση με τι πράξεις σου είναι κι η μόνη οδός της συνειδητοποίησης, του προβληματισμού και της τελικής διαμόρφωσης χωρίς τα λάθη σου εκείνα που επανειλημμένα σου στοίχισαν πολλά. Γιατί τα λάθη πάντα θα σε συντροφεύουν, δεν είναι όμως ανάγκη να σε εξευτελίζουν, να σε ντροπιάζουν να σε θέτουν έρμαιο των καιρών! Πόσες φορές στ’ αλήθεια ισοπεδώθηκαν τα κριτήριά σου με μέγιστη ευκολία; Πόσες φορές δέχτηκες ανθρώπους, στιγμιότυπα και καταστάσεις που κανονικά δε θα χώραγε διαπραγμάτευση για την άμεση απόρριψή σου;

Αγάπησες, λες. Αγάπησες, λες κι η καρδιά σου σφίγγει, στοιχειώνεται από όλα όσα παραμέρισες για χάρη της. Αγάπησες μα όλο και ξεχνούσες πως αυτό ποτέ δεν αναιρεί την προσωπική σου εκτίμηση, την αγάπη σου για ‘σένα, τον αυτοσεβασμό σου. Συνειδητοποίησες πολλές φορές έγκαιρα πως το σχοινί είχε τεντώσει επικίνδυνα μα αφελής και πάλι, περπάτησες για καιρό πάνω του.

Εκεί που όλα σηματοδοτούσαν το τέλος, κομμάτιασες κάθε απομεινάρι ανωτερότητάς σου κι εξακολούθησες να παλεύεις. Μα, μάτια μου, τις στάχτες όσο κι αν τις ψαχουλέψεις, όσο είναι ακόμη στάχτες φωτιά δε θα δεις, όσο σωστό κι εντάξει κι αν σε θέλει η δική σου προσωπική λογική.

Άγνωστοι πια, φερόμενοι ως οι άνθρωποι της ζωής μας που που ποτέ όμως δε δίστασαν να μας πουλήσουν σενάρια φαντασίας, ψέματα σοβαρά, ουσιαστικά στοιχεία που αν γνωρίζαμε εξ αρχής, τίποτα δε θα ‘ταν το ίδιο. Και στο τέλος νιώθεις χαζός που πίστεψες, χαζός που δεν κατάλαβες, χαζός κι ανίκανος να λάβεις το αξιοπρεπές στάδιο εκτίμησης αυτού που έδωσες.

Μα στην πραγματικότητα χαζός δεν είσαι για τίποτα από όλα αυτά. Γιατί στην αλήθεια σου μπορεί να χωρέσει η ανεκτικότητα, η ανοχή, η υπομονή. Χαζοί είμαστε μόνο για εκείνες τις φορές που ενώ βλέπαμε και γνωρίζαμε, επιλέξαμε για χάρη μιας ανομολόγητης αφέλειας, να σωπάσουμε, να προσπεράσουμε.

Υποτιμήσαμε από μόνοι μας τη νοημοσύνη μας ενώ όλα τα σενάρια έπαιζαν σε ζωντανή μετάδοση μπροστά μας. Στηριχθήκαμε, πάνχαζοι του λόγου μας, στην ευσυνειδησία των άλλων την ίδια ώρα που η ανοχή μας ήταν απλά η ανοικτή δίοδος για να μας ντροπιάσουν ακόμα πιο πολύ.

Φίλοι-φίδια, φίλοι ζωής που επένδυσες τις πιο τσαλακωμένες εκδοχές του εαυτού σου, αδερφικοί φίλοι που φύλαξες για αυτούς τον πιο όμορφο εαυτό σου, σε μαχαίρωσαν ζητώντας απροκάλυπτα κι αηδιαστικά τα ρέστα. Κι ας λύγισες για λίγο θυμώνοντας με σένα, ο θυμός δικαιολογείται μόνο για τότε που ακόμα κι οι αρχές, οι βάσεις, έδειχναν πως οι άνθρωποι αυτοί έμπαζαν.

Κι όσο σωστή κι αν δείχνει η συνέχεια, αν κάποιες τρύπες δεν κλείσουν απ’ την αρχή, τότε τίποτα δε θα μπορέσει ποτέ να είναι εξ ολοκλήρου διαυγές κι άνευ καχυποψίας. Φοβήθηκες πως θα μείνεις μόνος και συμβιβάστηκες να αποδέχεσαι ψέματα, ασταθείς δικαιολογίες, επιφανειακά επιχειρήματα που μόνο πρόσκαιρα αποδείχθηκαν.

Πόσα υπέμεινες με συγχωροχάρτι τους χαμηλούς τόνους του χαρακτήρα σου, τη μετριοπάθεια και τη θέλησή σου να μην προκαλείς προβλήματα! Άνθρωποι γνωστοί κι άγνωστοι κατέληξαν στην τελική στον ίδιο κάδο, κι αυτό από μόνο του μόνο θετικό μπορεί να είναι μιας και με τα χρόνια να περνούν μένουν μόνο εσύ επιλέγεις αν αξίζουν.

Μα όλα θα ήταν πιο απλά αν δεν προσπερνούσες, αν δεν έκανες πως δεν καταλάβαινες. Γιατί εσύ καθόρισες το επίπεδο νοημοσύνης που υπολόγιζαν οι ίδιοι για σένα. Γιατί οι άνθρωποι δρουν με βάση το τι έχουν απέναντί τους, με βάση το πόσο δικαιούνται να περπατήσουν, να τρέξουν ή τελικά απλώς να αλώσουν!

Μια τεράστια κραυγή για όλα τα ψέματα που γνωρίζαμε, αλλά επιλέξαμε τη σιωπή. Μια τεράστια κραυγή για όσους νόμισαν πως μας γνωρίζουν καλά. Μα κυρίως μια υπόσχεση πως τίποτα πια δε θα σταθεί εμπόδιο στην ακεραιότητα της νοημοσύνης και της αντίληψής μας.

 

Αφιερωμένο στη Λουίζα μου, που με έμαθε να δρω με γνώμονα μόνο την αλήθεια και την καλοψυχία.

Συντάκτης: Ήβη Παπαϊωάννου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη