Να μπορούσες να τα σβήσεις όλα. Μ’ ένα κουμπί όλα να διαγράφονταν. Όλη εκείνη η πορεία που σε τσάκισε, που σε βρήκε αμέτρητες φορές να αναμετράσαι με τις αντοχές σου, όλες εκείνες οι στιγμές που σε μείωσαν, σε έπεισαν πως πιο ξεφτιλισμένη εκδοχή σου δεν υπάρχει, όλ’ αυτά να μην ξεφύτρωναν ποτέ ξανά αυθαίρετα στη σφαίρα του μυαλού σου, ούτε να διατάρασσαν τη γαλήνη που χρόνια πάλεψες για ν’ αποκτήσεις.

Κι αν τα ‘χεις όλα ή έστω αν φλερτάρεις γοητευτικά ακόμα και με τα πιο μακρινά σου όνειρα, θα έδινες πολλά για εκείνο το κουμπί που πολλάκις παρακαλούσες να υπάρχει και που ξέρεις καλά πως θα σε γλίτωνε από πολλά.

Είναι που είμαστε οι άνθρωποι αδύναμοι κι όσο κι αν προχωράμε στις ζωές μας, κάποια μικρά είναι κατά βάση άκρως επαρκή για να μας φέρουν πίσω. Κι ας μη γελιόμαστε, το παρελθόν το ξεπερνάμε μόνο αν απομακρυνθούμε από κοντά του. Αυτά που μας χαλάνε κάποια στιγμή συνειδητά τα αποφεύγουμε, τα αποκλείουμε από την καθημερινότητά μας.

Μα είναι κάποιες αφορμές που φέρνουν το παρελθόν ολόγυμνο μπροστά μας,  συνοδευόμενες με κάθε δόση αλήθειας που με κόπο παλεύαμε να κρύψουμε. Βλέπεις μετά από χρόνια τον άνθρωπο εκείνον που σε πλήγωσε ανεπανόρθωτα, που σου άλλαξε κάθε αρχή σου και σε έκανε να διερωτηθείς ακόμα και για σένα. Βλέπεις τότε στο πρόσωπό σου τα τότε αισθήματα λύπης, τα  πρωτόγνωρα για ‘σένα και που για μήνες ολόκληρους εσύ και το πάτωμα δε διαφέρατε και πολύ στο επίπεδο. Προχώρησε, το γνώριζες καιρό τώρα κι εξοικειώθηκες με την ιδέα. Νόμιζες ότι εξοικειώθηκες, ήθελες να πιστεύεις ότι είσαι εντάξει με το θέμα. Μα όταν το χθες εμφανίζεται απροειδοποίητα, όλες σου οι προσπάθειες αποδεικνύονται τόσο μικρές.

Είναι που κάθε στρατηγική σου να είσαι καλά δεν ήταν τελικά και τόσο καλά προετοιμασμένη, ώστε να μπορέσει να σηκώσει και τα αυθόρμητα, αυτές τις έκτακτες κεραμίδες του παρελθόντος που έρχονται χωρίς να ρωτάνε κανέναν. Αυτά που σε τρώνε χωρίς την άδειά σου και που έρχονται να σπάσουν την επιτυχή γέφυρα αισιοδοξίας σου, αυτά να μπορούσες να έσβηνες ολοκληρωτικά λες και δεν υπήρξαν ποτέ! Δεν το θες το παρελθόν σου. Όχι όλο, τουλάχιστον, όχι τις εκφάνσεις που σε καταρράκωσαν.

Σ’ όλα εκείνα που άγγιξαν φλέβα, σε όσα υποτίμησαν τη νοημοσύνη, την αξιοπρέπεια, τη χαρά σου, σ’ όλα να έριχνες ένα μαύρο, ένα σημείο διαγραφής. Κι ας έμενε εκεί κενό.

Σε πονάει λίγο που μαζί του θα διαγραφούν και τα λιγοστά καλά, μα την ίδια στιγμή συλλογιέσαι, πως για την πολυπόθητη ηρεμία πουλάς κάθε καλή ανάμνηση. Είναι που πιστεύεις πως οι αναμνήσεις υπάρχουν απλά για να αντικαθίστανται από καλύτερες, από αυτές που είναι μόνιμες κι απλά εξελίσσονται. Γιατί στην τελική, αυτές τις αναμνήσεις θες, τις μεταβαλλόμενες θετικά για ‘σένα μέσα στα χρόνια. Όλες οι άλλες, εκείνες που έρχονται το βράδυ πριν κοιμηθείς για λίγα λεπτά και καταλήγουν να σου περνάνε τη ζωή σου σαν Κυριακάτικη κουραστική βόλτα από μπροστά σου, από αυτές θα πλήρωνες για να απαλλαγείς.

Ένα μαγικό κουμπί, ένα κάτι που θα σε λύτρωνε και θα σε βοηθούσε να προχωρήσεις πραγματικά. Μα όλα ξεκινούν απ’ το μυαλό μας. Νιώσε πως τα ‘χεις τα κουμπάκια ήδη εγκατεστημένα κι ας φαντάζει ουτοπικό. Ίσως όταν νιώσεις κύριος της περίστασης, κύριος του αλλαγμένου πλέον, του πιο ωραίου εαυτού σου, το παρελθόν να μη σε τρώει και τόσο πια.

Εξάλλου, όσο κι αν σε πονά, ένα είναι το σίγουρο: πως ακόμα και κουμπιά να μην έχεις, το παρελθόν θα σου θυμίζει την αστείρευτη δύναμη με την οποία εξοπλίστηκες. Η σκέψη σου, η θετικότητα και το χαμόγελό σου μπορούν εύλογα ν’ αντικαταστήσουν κάθε πολυπόθητο κουμπάκι καθοδηγώντας στρατευμένα το μυαλό σου.

Επιμέλεια Κειμένου Ήβης Παπαϊωάννου: Σοφία Καλπαζίδου

Συντάκτης: Ήβη Παπαϊωάννου