Το τέλος μιας σχέσης δεν ακυρώνει πάντα την αλήθεια της

Εκείνη τη στιγμή ήταν ακριβώς εκείνο που ζητούσες. Όλα σε κάλυπταν, σε συμπλήρωναν, κάθε κουβέντα του άλλου ερχότανε σε συνέχεια της δική σου σκέψης. Ατελείωτα χαμόγελα και κυρίως πραγματικές βαθιές ανάσες που και να μην ήθελες σ’ έκαναν να ονειρεύεσαι το μετά και να βάζεις στόχους με μοναδικό γνώμονα να είναι κι ο άλλος μαζί σου.

Μόνο που στο ομαλό έδαφος που έστρωσες τα όνειρά σου δεν υπολόγισες το απρόβλεπτο. Δεν υπολόγισες πως όσο εσύ ονειρευόσουν με βάση τα δεδομένα σου, κάποιος άλλος έκρυβε καλά, πολλά μέσα του.

Στην αρχή όλα αυτά που βασανίζουν τον έναν απ’ τους δυο είναι αρκετά ανίσχυρα. Είμαστε όμως ύπουλοι κι ανόητοι. Ύπουλοι γιατί προσπαθούμε να κρύψουμε τις σκέψεις. Ανόητοι γιατί δεν κρύβονται.

Ο άλλος το καταλαβαίνει. Κι ας μη βρει το δίκιο του ποτέ. Καταλαβαίνει γρήγορα πως τίποτα δεν είναι το ίδιο. Τα μάτια λένε άλλα πια. Ανούσια, μή ξεκάθαρα μηνύματα κι ο ένας να παλεύει σα μάγος να ανακαλύψει τι στο διάολο πάει πάλι στραβά.

Τα παράπονα δίνουν και παίρνουν, η πίεση από τον έναν γίνεται πια η μόνιμη δικαιολογία του γιατί άλλαξε ο δεύτερος και το τοπίο ολοένα και θολώνει. Θολώνει μέχρι να χαθεί.Έτσι απλά. Τόσο εύκολα τελειώνεις όσα πίστεψες για αληθινά.

Με την πάροδο του χρόνου ανακαλύπτεις και το άλυτο μυστήριο για αυτά που πήγαιναν λάθος. Θες το αδέσμευτο του χαρακτήρα που βγήκε στην επιφάνεια; Θες η συνήθεια κι η ρουτίνα που έφεραν την πίεση; Θες που ήξερε ότι πάντα θα’ σαι εκεί; Ίσως απλώς και να βαρέθηκε. Είναι τόσο εύκολο για κάποιους άλλωστε, όταν δεν έχουν πλέον τίποτα για να παλέψουν, να κυνηγήσουν και να κερδίσουν.

Ίσως να ήταν εξ’ αρχής ένα παιγνίδι κυριαρχίας που το τελείωσε ο ένας. Τίποτα μα τίποτα δε θύμιζε έστω και στο ελάχιστο αυτό που ήταν στην αρχή. Κι αυτό το κάνει ακόμη πιο δύσκολο. Πώς να τα βάλεις με έναν άγνωστο και πώς να επιχειρήσεις έστω να τον ψυχολογήσεις ή να βρεις άκρη με κάποιον που δεν ξέρεις καν;

Προδοσία. Μια γερή ανικανότητα να μιλήσεις με απλές κουβέντες και να πεις όσα σε βασανίζουν την ώρα που σε βασανίζουν. Τα άφησες όλα για μετά, μόνο που μετά ήταν πιο εύκολο να παρατήσεις αυτά που εσύ τους άναψες φωτιά.

Φαίνονταν ή ήταν αληθινά; Αν για μια στιγμή φάνταζαν πραγματικότητα, τότε δεν μπορείς να τα αναιρέσεις, ό,τι κι αν γίνεται. Η αλήθεια, φαίνεται, έχει στάδια. Ίσως φεύγει κι έρχεται, μα αν για μια στιγμή την είδες, είναι για πάντα εδώ.

Πώς ν’ αντέξεις χωρισμό, προδοσία και αναίρεση των πάντων ταυτόχρονα;

«Ήταν αληθινά» αποφαίνεσαι μετά από πολύωρη σύσκεψη με τον εαυτό σου. Το τέλος των σκέψεων σε βρίσκει κάπου ανάμεσα στο θυμό αλλά και στα καταλαγιασμένα συναισθήματα κι είσαι σίγουρος πια πως όσα ζήσατε, τουλάχιστον για ένα διάστημα, δεν ήταν σενάρια δικά σου.

Ήταν όντως πραγματικά. Κι αν δεν ήταν, εσύ θα το πιστεύεις μέχρι να αντικατασταθεί η αλήθεια σου από κάτι άλλο. Γιατί αυτό το κάτι έμεινε ελλιπές. Ο ένας από τους δύο φάνηκε ανάξιος αυτού του κάτι που μαζί κτίζατε με μεγάλο, ομολογουμένως, κόπο.

Αφού θυμάσαι, αφού έζησες τόσο έντονα, είναι όλα ακόμα εδώ. Κι αυτή τουλάχιστον είναι η μοναδική αδιαπραγμάτευτή αλήθεια. Κι ας είναι η δικιά σου.

ΥΓ. Για τη Νάταλι και την ομορφιά όσων δεν έχουν έρθει ακόμη.

Συντάκτης: Ήβη Παπαϊωάννου