«Γιατί παλεύεις να σε αποδεχτούν αφού γεννήθηκες για να ξεχωρίζεις;» έγραφε πριν χρόνια ένας τοίχος πίσω απ’ τις γραμμές του ηλεκτρικού στο Θησείο. Κι η αλήθεια είναι πως πρόκειται για τους στίχους που εντυπωσιάζουν με την πρώτη, που σου αγγίζουν την ψυχή και συγκινείσαι με την τόσο μεγάλη ταύτιση κι ας μην αντιλαμβάνεσαι κατευθείαν το νόημα ολοκληρωμένο. Γιατί κάποια λόγια, κάποιες φράσεις, κάτι στιχάκια χιλιοφορεμένα, καταλήγουν τατουάζ στη σκέψη σου κι ανεξίτηλες αφορμές για να χαμογελάσεις.
Παρ’ όλες τις υποσχέσεις και τους ισχυρούς όρκους αδιαφορίας, σε κάθε κακεντρεχές σχόλιο απ’ τον κάθε άσχετο, σκας. Προβληματίζεσαι, στεναχωριέσαι και γεμίζεις το μυαλό σου με ανούσια ερωτήματα που δεν πρόκειται ποτέ ν’ απαντηθούν. Οι άνθρωποι από πάντα σε κούραζαν. Τους ήθελες πολύ και γι’ αυτό προσπαθούσες μήπως και κατορθώσεις να επιτύχεις την πολυπόθητη γέφυρα στην επικοινωνία σας.
Απ’ το σχολείο αισθανόσουν διαφορετικός. Δε γελούσες με τα ίδια αστεία, οι ασχολίες σου διέφεραν εμφανώς απ’ το σύνολο και το χαμόγελό σου, ο θυμός σου, το νάζι σου, τα μυστικά σου, ήταν όλα κατά βάση και κατά πολύ προσεκτικό χειρισμό, επιλεκτικά. Κι όσο μεγάλωνες ο κόσμος των πολλών δε σ’ άρεσε, κάτι σου ξίνιζε, κάτι απ’ το δικό σου αγνό κι όμορφο δεν υπήρχε εκεί μέσα. Ακόμα κι η δικιά σου πληγωμένη κακία κάποτε φάνταζε εμφανώς ομορφότερη απ’ το γυμνό σάπιο τους.
Είναι γεγονός όμως πως για χρόνια η απόκλισή σου απ’ την περίεργη –κατ’ εσένα– μάζα, δεν ήταν πάντα για το καλό σου. Ιδιαίτερα τα χρόνια πριν τα βρεις με ‘σένα, τα χρόνια εκείνα των πειραματισμών, των αμφισβητήσεων για το τι είσαι, κάποια πράγματα σε πείραζαν. Είχες κουραστεί να ψάχνεις τις αιτίες που δε γίνεσαι αποδεχτός. Προτιμούσες τη μοναξιά σου αντί να παλεύεις να είσαι κάποιος άλλος ανάμεσα στους πολλούς.
Κι αυτό σε πονούσε. Πονούσε γιατί η διαφορετικότητά σου φάνταζε σε ‘σένα μολυσματική, κάτι απαγορευμένο, κάτι που έχρηζε εμφανώς περαιτέρω διερεύνησης κι ας μην το ήθελες συνειδητά. «Έχεις ψυχολογικά» σου αραδιάζανε με την παραμικρή ευκολία λες και πρόκειται για κάτι στ’ αλήθεια κακό, μιας κι ήταν ο μόνος τρόπος να δικαιολογήσουν το ότι δεν ανήκεις σ’ ένα καλούπι.
Μα όταν χρόνια μετά βρήκες τους ανθρώπους εκείνους που σε αποδέχονται όπως είσαι με την πιο τσαλακωμένη εκδοχή σου να είναι πάντα ευπρόσδεκτη, τότε κατάλαβες. Όταν άρχισες να χαμογελάς αβίαστα και χωρίς κόστος, όταν αντιλήφθηκες ότι οι υπερφιλοσοφημένες κατά άλλους απόψεις σου, ακούγονται με ιδιαίτερη προσοχή απ’ τους δικούς σου ανθρώπους, όταν συνειδητοποίησες πως οι προβληματισμοί σου οι παλιομοδίτικοι κατά τους συμμαθητές σου, χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής από κάποιους άλλους, τότε κατάλαβες.
Διαμόρφωσες έτσι μια παντοτινή και παντελώς ταιριαστή με το καλό της δικής σου ψυχής, άποψη: Η διαφορετικότητά σου είναι ό,τι πιο πολύτιμο θα μπορούσε η φύση αυτή να σου δώσει. Κι εσύ τυχερός, το αντιλήφθηκες νωρίς κι ας έκανες χρόνια να το εκτιμήσεις.
Και το πιο πολύτιμο απ’ όλα τα μάθηματά σου ήταν ότι τη λάτρεψες τη διαφορετικότητα ή μάλλον τη μοναδικότητά σου, όπως στο εξής προτιμάς να την αποκαλείς. Όλες οι κάποτε κατακριτέες αδυναμίες σου είναι για ‘σένα όπλο της γοητείας σου. Όλα εκείνα τα άτσαλα λαθάκια σου, τα λόγια που χάνεις μπροστά σε μια στιγμή άγχους, που κοκκινίζεις όταν ερωτεύεσαι, είναι στην πραγματικότητα κι η δική σου η αλήθεια. Πώς να μην τ’ αγαπάς τα περίεργά σου και γιατί να θες να τα αποβάλεις;
Ο κάθε ένας από εμάς είναι υπέροχος για ένα σωρό γνωστούς αλλά και για άλλους τόσους άγνωστους λόγους που εμφανίζονται σταδιακά σε κάθε μέρα που περνάει. Η διαφορετικότητά σου είσαι εσύ κι είναι διαθέσιμη αποκλειστικά κι αυστηρά για τους πολύ λίγους. Ο Χρόνης Μίσσιος κάποτε είχε εύστοχα αναφέρει πως «ο κάθε άνθρωπος είναι μια ξεχωριστή ιστορία». Λοιπόν, ξεκίνα την όπως είσαι! Εσύ, αρκείς.
Στην αδερφή μου, Ελένη.
Επιμέλεια Κειμένου Ήβης Παπαϊωάννου: Πωλίνα Πανέρη