Ακόμη θυμάμαι τη μάνα μου να με μουντζώνει κάθε φορά που της φιλοσοφούσα η χαζή πως τον έρωτά μου εγώ τον θέλω να ‘ναι αλήτης. Να μου επιβάλλεται με κάθε τρόπο, να με βάζει στη θέση μου, να ισορροπεί τις έξαλλες επιλογές, να ήτανε το υποχρεωτικό γκάζι στον αυθορμητισμό μου τον ανεξέλεγκτο.
Δεν τα θέλουμε τα καλά παιδιά λέγαμε και ξαναλέγαμε λες και ξέραμε ή μάλλον λες και είχαμε συγκεκριμενοποιήσει τι είναι καλό παιδί. Θεωρούσαμε πως ένας άνθρωπος χύμα, ένας άνθρωπος χωρίς στόχους, ένας άνθρωπος ασταθής, ήτανε κι ό,τι ζητούσαμε. Ένα ταραχώδες παρελθόν, ήτανε οπωσδήποτε αφορμή για να κολλήσεις πάνω του για καιρό. Κι αν σε ρωτούσαν γιατί κόλλησες, οι αόριστες σκέψεις ήταν το μόνο αληθινό που σε εξέφραζε. Ε, είναι κακό παιδί.