Άραγε είμαστε πραγματικά αυτό που δείχνουμε στους άλλους;
Ξέρουμε αληθινά τους ανθρώπους γύρω μας ή μόνο γνωρίζουμε την εικόνα που επιθυμούν να μας δείξουν;
Ποιοι είμαστε πραγματικά;
Μπορούμε να ξεφύγουμε απ’ όλες τις εικόνες;
Κι όμως κανείς δεν ξέρει αληθινά κάποιον.
Προσπαθούμε καθημερινά, δημιουργούμε δεσμούς, κάνουμε φιλίες, ερωτευόμαστε, αγαπάμε, νιώθουμε συναισθήματα, άλλοτε δυνατά κι άλλοτε πιο ήπια.
Άραγε αξίζουν όλα αυτά;
Αξίζει να βάζεις κάποιον πάνω από τον εαυτό σου ή όχι;
Κι αν τον βάλεις τι κερδίζεις;
Μια ανιδιοτελή αγάπη, μια αληθινή φιλία ή μήπως τίποτα;
Δίνουμε και δεν παίρνουμε, νιώθουμε χωρίς να μας νιώθουν, νοιαζόμαστε χωρίς να μας νοιάζονται, προσέχουμε χωρίς να μας προσέχουν, ερωτευόμαστε χωρίς να μας ερωτεύονται, αγαπάμε χωρίς να μας αγαπούν.
Θα φανεί υπερφίαλο, αλλά πάνω απ ‘όλα πρέπει να ΄ναι ο εαυτός σας και κανένας άλλος.
Πόσοι άνθρωποι θα σε βάλουν πάνω από τον εαυτό τους;
Πόσοι θα κάνουν πέρα την δική τους επιθυμία με σκοπό να πραγματοποιηθεί η δική σου επιθυμία;
Νόμιζα πως όσο μεγαλώνω η συναναστροφή με τον κόσμο θα γινόταν ευκολότερη.
Θα μάθαινα να αντιμετωπίζω καλύτερα καταστάσεις και να αποκρυπτογραφώ ανθρώπινες συμπεριφορές.
Να διαισθάνομαι τι ζητάει ο καθένας από εμένα και τι μπορώ εγώ να προσφέρω σε καθέναν από αυτούς.
Νόμιζα ότι μπορώ να αποκτήσω μια εμπειρία, η οποία όπως είναι λογικό θα απέρρεε από την πάροδο του χρόνου.
Αλλά κατάλαβα πως κοπιάζουμε για έναν ψεύτικο εαυτό κι αποφεύγουμε να βελτιώσουμε τον πραγματικό.
Η απάντηση στο γιατί υιοθετούμε νόρμες και συμπεριφορές που δεν μας εκφράζουν, είναι απλή.
Γιατί θέλουμε να εξασφαλίσουμε την δική μας ανάγκη.
Να αποδεχτούμε τον εαυτό μας όπως υποτίθεται ότι είναι, μέσα από την εικόνα που οι ίδιοι δημιουργούμε, κι όχι όπως είναι στην πραγματικότητα.
Ξοδεύουμε ενέργεια για να στήσουμε μια εικόνα, η οποία θα είναι γοητευτική κυρίως στα δικά μας μάτια.
Υπό αυτή την έννοια, μας ενδιαφέρει κυρίως το προσωπικό μας παραμύθιασμα, παρά των άλλων.
Και συνήθως το πετυχαίνουμε.
Χαμένοι μέσα σε ψευδείς εκδοχές, χάνουμε την άκρη απ’το κουβάρι, χάνουμε εμάς.
«Ο καθένας μας έχει τρεις εαυτούς:αυτόν που δείχνει, αυτόν που νομίζει ότι είναι κι αυτόν που πραγματικά είναι».
Το θέμα είναι σε ποιον θα επενδύσει.
Αναλώνομαι στον χαρακτήρα που νομίζω ότι έχω, αφού αποδεχτώ τις αδυναμίες μου και προσπαθώ να τον βελτιώσω, ή εστιάζω στον χαρακτήρα που νομίζω ότι έχω, γιατί δεν αντέχω να τον αποδεχτώ τον πραγματικό;
Κι όταν τελικά έρθει η στιγμή, που θα θέλω να χαρίσω κάπου την ψυχή μου, που θα θέλω να ξαναβρεθώ με τις πιο ενδόμυχες επιθυμίες μου, θα είμαι ακόμα εκεί;
Θα με θυμάμαι; Θα με ξέρω;
Κι εσύ απέναντι, θα με αναγνωρίσεις; Θα αναγνωρίσεις εσένα;
Χαμένοι και οι δύο.
Χαμένοι στο πιο λάθος παιχνίδι της ανθρωπότητας.
Σε αυτό που θα μπορούσαμε και να κερδίζαμε, αν δεν είχαμε θέσει τόσο ανόητους κανόνες.