Όλοι μας καθημερινά αντικρίζουμε σε διάφορα μέρη της πόλης ζωγραφιές, λόγια, σκίτσα ή μουτζούρες στους τοίχους της. Μπορεί να τα χαζεύουμε, να σταματάμε και να τα φωτογραφίζουμε, να τα αγνοούμε ή να τα προσπερνάμε με αδιαφορία, ίσως ακόμα και με δυσανασχέτηση. Όλα αυτά, με μία λέξη, είναι τα γκράφιτι, μία μορφή τέχνης, κάπως αμφισβητούμενη και λίγο ιδιόρρυθμη, όπως όλες άλλωστε, και ταυτόχρονα ένας δημιουργικός τρόπος επικοινωνίας. Πόσο πολύ, όμως, αντιλαμβανόμαστε τη σημαντικότητά τους ως έργα τέχνης; Μήπως τα γκράφιτι κρύβουν πίσω τους ένα βαθύτερο, κατά βάση ιδεολογικό, υπόβαθρο;
Αρχικά, ας κάνουμε μια μικρή ιστορική αναδρομή. Πρωτοεμφανίστηκε στους δρόμους της Νέας Υόρκης τη δεκαετία του ’70 στο πλαίσιο μιας ευρύτερης hip-hop κουλτούρας. Αποτέλεσε τότε μια μορφή νεανικής αντίστασης ως προς την αισθητική, την αναπαράσταση των νέων στην κοινωνία, την ατομική ταυτότητα και την οικονομία.
Τα γκράφιτι λαμβάνουν χώρο σε δημόσιες συνήθως τοποθεσίες κι όχι σε ιδιωτικούς χώρους και μέσω αυτών κάποιος θέλει να αφήσει το σημάδι του, να επικοινωνήσει μια ιδέα. Μπορεί να αποτελεί επίσης έναν τρόπος απόκτησης ταυτότητας κι ενσωμάτωσης σε μια ομάδα, η οποία αναπτύσσει ισχυρούς δεσμούς σαν μια οικογένεια.
Τα γκράφιτι, όμως, χωρίζονται σε διάφορες κατηγορίες κι η καθεμία υπηρετεί και διαφορετικό σκοπό. Η πρώτη μορφή γκράφιτι που είχε δημιουργηθεί ήταν εκείνη της Νέας Υόρκης, όπου τα σχέδια και τα σκίτσα δεν ήταν πολύ ξεκάθαρα ή ευδιάκριτα, κάποιος δηλαδή δύσκολα θα μπορούσε να καταλάβει τι σήμαινε ένα έργο, αν δεν ήξερε τους κώδικες που χρησιμοποιούσε ο δημιουργός του.
Στη συνέχεια, αναπτύχθηκαν νέες μορφές γκράφιτι που ονομάστηκαν μετά-γκράφιτι ή αλλιώς, τέχνη του δρόμου, εξέλιξη του κλασικού γκράφιτι αλλά αποδίδουν πιο ευδιάκριτα τα βαθύτερα νοήματά τους, ώστε ο θεατής να μπορεί να αναπτύξει κάποιου είδους σύνδεση και να τα κατανοήσει. Το μετά-γκράφιτι έχει δύο μορφές, ελεύθερη ζωγραφική με πινέλο και την τεχνική στένσιλ.
Η τεχνική στένσιλ προσφέρει στον δημιουργό τη δυνατότητα αναπαραγωγής μιας έτοιμης εικόνας μέσω ενός υλικού απ’ το οποίο λείπουν ορισμένα τμήματα και με τη χρήση σπρέι τυπώνεται η εικόνα που προκύπτει από εκείνα τα κενά. Με την τεχνική αυτή μπορεί ο καλλιτέχνης να δημιουργεί πολλά αντίτυπα σε πολύ μικρό χρόνο και, φυσικά, δεν προϋποθέτει πολλές γνώσεις ή καλλιτεχνικές δεξιότητες ενώ είναι εύκολα προσβάσιμη σε όλους. Επίσης, με αυτό τον τρόπο το άτομο μπορεί κάποιος να μεταφέρει πιο εύκολα το μήνυμά του, αφού απεικονίζει σκηνές ή φράσεις που είναι γνωστές στο ευρύ κοινό.
Η δεύτερη μορφή είναι η ελεύθερη ζωγραφική με τη χρήση πινέλου κι όχι σπρέι όπως στις μορφές γκράφιτι που αναφέρθηκαν προηγουμένως. Τα γκράφιτι αυτά μοιάζουν περισσότερο με τις «καλές τέχνες», αφού θυμίζουν πίνακα ζωγραφικής, με λεπτομέρειες κι αποχρώσεις που επιτυγχάνονται με τη χρήση πινέλων. Πολλές φορές οι καλλιτέχνες αυτού του τύπου έχουν εξειδικευμένες γνώσεις και με τη δημιουργία αυτών των έργων στους τοίχους προσπαθούν να τους διακοσμήσουν και σ’ ένα γενικότερο πλαίσιο να ομορφύνουν την πόλη, πέρα απ’ το να καλλιεργήσουν την αμφισβήτηση και την κριτική σκέψη των περαστικών.
Συνεπώς, τα γκράφιτι έχουν πολλές μορφές, στις οποίες η καθεμία εξυπηρετεί διαφορετικό νόημα και σκοπό. Πολλοί μπορεί να τα επικρίνουν, λέγοντας πως λερώνουν τους τοίχους της πόλης, ενώ άλλοι θα τα θαυμάσουν υποστηρίζοντας πως είναι ένας τρόπος έκφρασης ισάξιος με κάθε άλλη καλλιτεχνική μέθοδο επικοινωνίας. Ίσως κάποιοι να αναγνωρίζουν το πόσο σημαντικά κομμάτια τέχνης είναι και να τονίσουν πως ορισμένα απ’ αυτά θα ‘πρεπε να βρίσκονται σε μουσεία ή γκαλερί, όπου θα μπορούν να αναγνωριστούν καλύτερα, ενώ για κάποιος άλλους δεν είναι τίποτα παραπάνω από βανδαλισμός κι άλλη μια αντίδραση των νέων.
Οποιαδήποτε κι αν είναι η άποψη του καθενός προς αυτή τη μορφή τέχνης δεν παύει να ‘ναι τέχνη. Απλά επειδή ξεκίνησε στους δρόμους της Νέας Υόρκης από νεαρούς που είχαν αναρχικές ιδέες, δε σημαίνει πως είναι υποδεέστερη από αντίστοιχα έργα ενός επώνυμου καλλιτέχνη. Αφενός όλα τα έργα έχουν τη δική τους καλλιτεχνική άποψη κι αφετέρου το καθένα σημαίνει για τον κάθε θεατή του και κάτι διαφορετικό, ανάλογα με τις εμπειρίες, τις γνώσεις και τα ερεθίσματά του.
Ακόμα κι αν στις μέρες μας θεωρείται ακόμα παράνομο, αυτό δε στέκεται εμπόδιο στους οπαδούς των γκράφιτι να δημιουργούν στους δρόμους, προσπαθώντας να δώσουν ένα μήνυμα στον κόσμο που περνά. Άλλωστε, ποια θα ήταν η αξία των γκράφιτι αν δε βρίσκονταν στους δρόμους όπου όλοι έχουν πρόσβαση κι ο καθένας έχει την ελευθερία να εκφραστεί όπως θέλει και να περάσει το δικό του μήνυμα;
Οι πληροφορίες αντλήθηκαν απ’ το βιβλίο του Παυσανία Καραθανάση, «Αμφισβητούμενοι χώροι στην πόλη», 2010.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη