Αναρωτηθήκαμε άραγε ποτέ πόσο τυχεροί είμαστε αν έχουμε μόνο μια πόρτα να μας χωρίζει με το φιλαράκι; Πόσο τυχεροί είμαστε αν έχουμε, όχι ένα, αλλά δύο μέρη να αποκαλούμε «σπίτι μας»; Πόσο γεμάτοι νιώθουμε στ’ αλήθεια ξέροντας πως το «είμαι πάντα μια πόρτα παρακάτω κι έναν ώμο δίπλα» το εννοούμε μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά;
Σίγουρα είναι πολυτέλεια να ζούμε έστω κοντά με το φιλαράκι μας, να ξέρουμε πως ανά πάσα στιγμή μπορούμε να βρεθούμε ακόμη και περπατητοί μέσα σε λίγα λεπτά στο δεύτερο σπίτι μας. Είτε αυτό γίνεται όσο δουλεύουμε ή απλώς μεγαλώνοντας στην ίδια γειτονία. Όποια περίπτωση και να είναι, ένα μόνο είναι σίγουρο: πως είναι αξία ανεκτίμητη.
Πολλοί από εμάς λοιπόν, είχαμε την τύχη να αναγνωρίσουμε την ανεκτίμητη αυτή αξία, σπουδάζοντας με το φιλαράκι μας. Ίδια σχολή, ίδια άγχη, οι ώρες των μαθημάτων ολόιδιες κι οι δυο σας αχώριστοι. Κάθε πρωινό ξύπνημα μάς έβρισκε μαζί, αλλά και κάθε ξενύχτι, παλεύοντας να βγάλουμε την ύλη. Και να οι χαρές, να τα γέλια αλλά να και τα κλάματα, μαζί κι όλες οι αναποδιές του κόσμου.
Κάπου εκεί θα έλεγε κάνεις πως ξεκινούν όλα. Οι διαφωνίες μας σε καθημερινή βάση για το ποιος θα μαγειρέψει σήμερα και σε ποιο σπίτι θα φάμε, αναλόγως με το ποιος έχει λεφτά και καθαρά πιάτα. Η μουσική που φροντίσαμε να βάλουμε λίγο πιο δυνατά για να βεβαιωθούμε πως ακούει και το κολλητάρι δίπλα, που μπορεί να χορεύαμε κιόλας την ίδια στιγμή στον ίδιο ρυθμό, αλλά ποτέ κανείς μας δεν το έμαθε. Τα κρακεράκια κι οι φράουλες που μας έφερε όσο ήμασταν με 39 πυρετό στο κρεβάτι και τα μικρά χαρτάκια που μας άφησε κάτω στο χαλάκι, τις στιγμές που χρειαζόμασταν την υπενθύμιση πως κάποιος είναι εκεί για εμάς καιμας αγαπάει πολύ. Όλες οι φορές που βγάλαμε το κεφάλι μας έξω από το παράθυρό μας φωνάζοντας αυτό που θέλαμε να πούμε αντί να στείλουμε ένα μήνυμα, ή εκείνες που πήγαμε μαζί σουπερμάρκετ και τα ψώνια του σπιτιού έπαιρναν μια άλλη διάσταση. Τα κουδούνια που χτυπήσαμε 3 το βράδυ γιατί θέλαμε παρέα στον πόνο μας ή το “φτιάχνω καφέ” της Κυριακής που ήταν δεδομένο.
Ο άνθρωπος αυτός, ο συγκάτοικος της διπλανής πόρτας, δε μάς στάθηκε μόνο στα όμορφα της ζωής, στα τρελά, σε εκείνα που γελούσαμε μέσα από την καρδιά μας με φόβο πως η ξινή από κάτω θα καλέσει το 100, αλλά και στα άλλα, σε εκείνα που μας έβρισκαν να κλαίμε έχοντας τον πιο άνετο ώμο να γύρουμε το κεφάλι μας. Ο άνθρωπος που πλέον έχει υιοθετήσει κομμάτια μας, βρίσκοντας κι αυτός σ΄εμάς κομμάτια δικά του.
Στο τέλος της ημέρας, είμαστε τυχεροί αν μας χωρίζει ένας τοίχος, μια πόρτα από το κολλητάρι μας. Είμαστε τυχεροί αν ξεκινάμε μια μεγάλη και δύσκολη μέρα μας με post it πανω σε καφέδες και κουλουράκια που λένε «πιστεύω σε σένα», ή αν φορώντας πιτζάμες και περνώντας έναν διάδρομο έχουμε την τέλεια παρέα στο διάβασμα, στο άραγμα, στη χαρά και τη λύπη. Αν η φιλία μας μεταφράζεται -και- σε εξορμήσεις στο σουπερμάρκετ, ή βόλτες στη γειτονιά. Κυρίως όμως, εάν μοιάζει λίγο περισσότερο με την εικόνα ενός ανοιχτού παραθύρου που αφήνει τη μουσική να περάσει μέχρι απέναντι, έτσι για να ακουστεί μέχρι το δίπλα μπαλκόνι. Και ποιος ξέρει; Μπορεί να χορεύουμε μαζί την ίδια στιγμή, στον ίδιο ρυθμό, αλλά ποτέ κανείς μας να μην το μάθει.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου