Κάθε αρχιδοταινία με ξύλο και κλισέ σενάριο έχει την ευαίσθητη στιγμή της, μπας και στάξουν οι χαζογκόμενες.

Αλλά επειδή είμαστε άντραι και δεν μπορεί να μας έχει σημαδέψει μια γυναίκα, η στιγμή αυτή είναι η γνωστή εξομολόγηση για τον μπαμπά και τη μαμά, που δεν τους δείξαμε πόσο τους αγαπάμε όταν έπρεπε, και μας τα μάθαν όλα, κι ετσέτερα κι ετσέτερα.

Δώστε μου δυο λεπτά, να ξεράσω στο κάτω ράφι της εταζέρας, κι επιστρέφω.

Λοιπόν, να βάλουμε κάποια πράγματα στη θέση τους:

Η μάνα σου δε σε αγαπάει κατ’ αρχήν επειδή σε γέννησε. Σε ταΐζει από τη ρώγα της επειδή σε γέννησε. Και δε θέλει να πεθάνεις από το κρύο επειδή σε γέννησε. Αλλά αυτό δεν είναι αγάπη. Αυτό είναι ενστικτώδες ενδιαφέρον.

Όταν αγαπάς έναν άνθρωπο, σέβεσαι τα θέλω του. Φροντίζεις τον ψυχισμό του. Και, σίγουρα, δεν προσπαθείς να φυτέψεις στο κεφάλι του τις ηλίθιες ιδέες και τα κόμπλεξ σου.

Αν έλεγες στη μάνα σου πως είσαι γκέι, ή αριστερός, ή κοκάκιας, πώς θα το’ παιρνε; Θα σε αγκάλιαζε και θα σου έλεγε, «δική σου απόφαση, το σέβομαι»; 

Οι γονείς μας δεν αγαπούν κατ’ αρχήν εμάς. Αγαπούν την ιδέα της πατρότητας και της μητρότητας. Δεν ξέρω τι λένε οι ψυχολόγοι και οι ψυχαναλυτές, αν γουστάρετε καναπέ, στην Αγοραστού.

Αυτό που βλέπω, είναι πως υπάρχουν γονείς εκεί έξω που δεν αγαπούν τα παιδιά τους.

Υπάρχουν γονείς που χαλάνε τον κόσμο, επειδή η κόρη τους έκανε σεξ με κάποιον που της άρεσε.

Υπάρχουν γονείς που κάνουν την αυτοεκτίμηση του παιδιού τους κομμάτια, επειδή έχασε την Ιατρική για πενήντα μόρια. 

Η αγάπη είναι αλτρουιστικό συναίσθημα. Κι ο αλτρουισμός δεν βρίσκεται στην ποσότητα, αλλά τη χειρονομία.

Κι έτσι, ο,τι και να κάνουν για σένα οι γονείς σου, δεν έχει σχέση με το πόσο σ’ αγαπάνε.

Ειλικρινά, δε με νοιάζει αν κάποιος πέσει στις ρόδες ενός φορτηγού για να με σώσει, αν του το ψιθυρίζει η x ορμόνη. Μετράει για μένα παραπάνω το να κάνω μαλακία κι αντί να αρχίσει να με κράζει (γιατί όσοι σε ξέρουν μπορούν να σε δικάζουν κιόλας),ν’ αφήσει τις φανφάρες και να με βοηθήσει να βρω μια λύση.

Αυτό είναι αγάπη. Ν’ αναγνωρίζεις τα ελαττώματα του ανθρώπου, αλλά, επειδή θες το καλό του, να τα παραβλέπεις και να τον βοηθάς.

Η κατσάδα, η ειρωνεία, η περιστασιακή σφαλιάρα, που επικροτούν οι παλιοσχολίτες κηδεμόνες, όλα είναι καθαρός εγωισμός. Εκτός κι αν έχεις την ψευδαίσθηση, παιδοψυχολόγε της πέρδας, πως το να κάνεις τον εισαγγελέα σε ένα πλασματάκι που δεν ξέρει να δένει τα κορδόνια του, είναι εποικοδομητικό για την ανάπτυξή του.

Μην ακούσω την γνωστή μαλακία, ότι το παιδί με την αυστηρότητα σκληραγωγείται, και τα ρέστα. Αν το πιστεύεις όντως αυτό, κάνε και το εξής: Την επόμενη φορά που θα πας να ποτίσεις τις τριανταφυλλιές σου, ριξ’ τους κι οκτώ χαστούκια, για να συνηθίσουν και να μην τις τσακίσει ο αέρας. Θα το κάνεις; Όχι. Γιατί; Γιατί μπορεί να πάθουνε ζημιά. Αλλά ένα μυξιάρικο, που νομίζει πως ο Άγιος Βασίλειος είναι ο χοντρός που του φέρνει playmobil, δεν μπορεί να πάθει ζημιά.

Υπάρχει, μιας και κόπτεσαι, μια μικρογραφία κοινωνίας, στην οποία θα ενταχθεί από νωρίς το παιδί σου, η οποία θα δοκιμάσει τις αντοχές του με συνεχείς προθεσμίες κι υποχρεώσεις, και στην οποία θα έρθει σε επαφή με τα πιο εγωιστικά και ανόητα άτομα στον πλανήτη. Ξέρεις πώς λέγεται; Σχολείο.

Το παιδί σου θα εκπαιδευτεί στην κοινωνική συμπεριφορά σε ένα από τα πιο απαιτητικά bootcamps, όπου το ξύλο υποκαθιστά συχνά το λόγο, η δημιουργικότητα μπαίνει αναγκαστικά σε κοινωνικές φόρμες και το ατομικό ενδιαφέρον είναι ελάχιστο σε σύγκριση με το σπιτικό περιβάλλον.

Κι εσύ έρχεσαι και νομίζεις ότι, μετά από μια μέρα στο σχολείο, αγαπάς το αγοράκι σου, πετώντας ένα ακόμη κραξίδι για τα συρτάρια και το καπάκι της τουαλέτας. Εκείνη την ώρα ακριβώς, θέλω να ξυπνήσει ένας από τους συμπαθέστατους μπόμπιρες, και να σε βάλει στη θέση σου:

«Γυναίκα, ήσυχα. Ξέρω πως κουβαλάς κόμπλεξ για οκτώ γενιές, αλλά πέρασα μια μέρα προσπαθώντας να ενσωματωθώ στο ανθρώπινο είδος. Δε θα μου φορτώσεις και τα νεύρα σου. Ράβεις στόμα και ζεσταίνεις τώρα γαλατάκι και το πρωινό που σου πέταξα στα μούτρα. Κι αν πετσώσει τη γάμησες. Τα λέγαμε.»

Αν σ’ αγαπάνε όντως οι γονείς σου, θα σεβαστούν εσένα, ως άνθρωπο.

Ο γονέας που αγαπάει δεν ντρέπεται ποτέ και δεν συγκρίνει το παιδί του. Δίνει ο,τι δίνει γιατί έτσι γουστάρει, δε δημιουργεί το αίσθημα της υποχρέωσης και δεν εκνευρίζεται όταν το παιδί ρίχνει μια κλωτσιά και γκρεμίζει τους κόπους του. Ή, αν εκνευριστεί, συγκρατεί τα νεύρα του, μιλά πολιτισμένα και βοηθά να λυθεί το πρόβλημα.

Όλα τα άλλα είναι βιολογία, το ένστικτο για την συντήρηση του ανθρώπινου είδους. 

Κι εγώ για ένστικτα δεν προτίθεμαι να ζήσω με τύψεις. Όσο για την ευγνωμοσύνη που και καλά οφείλουμε, δεν την χρωστά κανείς, όπως και να του φέρθηκαν οι γονείς του. Εξαρτάται από την ευγένειά του εκάστοτε ατόμου. Μια ευγένεια που εξαντλείται επικίνδυνα κάθε φορά που το γαζώνουν με χαρακτηρισμούς τύπου «αχάριστος» και «γαϊδούρι».

Δεν λέω πως είναι απίθανο μια μάνα να αγαπά το παιδί της.

Σας έχω, όμως, ένα απλό τεστ:

Τι θα αλλάζατε στην προσωπικότητα του παιδιού σας; Οποιαδήποτε απάντηση πέρα από «τίποτα», είναι απαράδεκτη.

Συντάκτης: Γιώργος Γραμματόπουλος