Όλοι μακριά απ’ τα σπίτια μας και την οικογένειά μας ,ψάχνουμε να βρούμε την ασφάλειά μας σε νέα πρόσωπα. Οι πρώτες γνωριμίες φαίνονται πως είναι κάτι που ψάχναμε και πως θέλαμε να κρατήσουν. Μέχρι που θα περάσει ο πρώτος καιρός, οι άνθρωποι θα δοκιμαστούν κι οι καταστάσεις θα ξεκαθαριστούν. Τότε είναι που θα μείνεις με τους ανθρώπους που όντως θα αντέξουν στο χρόνο.
Είναι αυτοί που είδαν την πιο σκοτεινή σου πλευρά –αυτήν την πλευρά που κάποιοι προσπερνούν κι άλλοι δεν τολμούν να την ανακαλύψουν– και συνέχισαν να σε επιλέγουν. Και μιλάω για εκείνη τη φορά που πέρναγες τις κλειστές σου κι ήρθε εκείνος ο φίλος με το αντικλείδι που του έχεις εμπιστευτεί, κάθισε δίπλα σου χωρίς πολλές κουβέντες και σε αγκάλιασε. Το πρωί είχε φύγει κι είχε αφήσει σημείωμα στο κομοδίνο, δίπλα απ’ τα γυαλιά σου, υπενθυμίζοντας τις προτεραιότητές σου και ποσό σ’ αγαπάει.
Σου είχε αφήσει μάλιστα και την μπαλκονόπορτα μισάνοιχτη για να θυμηθείς να βγεις έξω, να σε χτυπήσει λίγο ο αέρας και να πάρεις μια ανάσα για να εκτιμήσεις όλα αυτά που έχεις, όταν το προηγούμενο βράδυ επικεντρωνόσουν σε αυτά που σου λείπουν και τα είχες εντελώς ξεχάσει. «Μόνο μπροστά», σου έλεγε το σημείωμα και γέμιζες αισιοδοξία.
Ή εκείνη τη φορά που ξύπνησες το πρωί και για να πας μέχρι την κουζίνα κι είχες πατήσει πάνω σε όλα τα καλοκαιρινά σου ρούχα. Το προηγούμενο βράδυ τα είχατε κατεβάσει όλα απ’ την ντουλάπα, τα είχατε φορέσει και τραγουδάγατε δυνατά με μικρόφωνο τη βούρτσα. Φανταζόσασταν ότι ήταν καλοκαίρι και προς στιγμή δεν υπήρχαν υποχρεώσεις και προβλήματα κι όλα αυτά που φέρνει μαζί της η ρουτίνα. Αυτό μάλιστα κράτησε για ώρα, μέχρι που χτύπησε το κουδούνι κι ήταν ο γείτονας απ’ τον δεύτερο όροφο, για να σας υπενθυμίσει ότι η ώρα είναι περασμένη. Εσείς γελάσατε. Ούτε που το είχατε καταλάβει.
Βλέπεις, οποίος υποστηρίξει ότι είναι ωραίο πράγμα να είσαι στο κόσμο σου, δεν έχει νιώσει να είναι δύο άνθρωποι στον δικό τους κόσμο, χωρίς να τους νοιάζει τίποτα. Η ακόμη καλύτερα να μη χρειάζεται να ξεφύγεις απ’ την πραγματικότητα, αλλά να τη διαμορφώνεις όπως εσύ θέλεις.
Και φτάνετε σε ένα σημείο όπου ο αυθορμητισμός του καθενός αποτελεί πλέον βασική προϋπόθεση για να περάσετε καλά κι όχι ένα χαρακτηριστικό που θα θέλετε να κρύψετε. Αυτό είναι και το σήμα κατατεθέν της φιλίας. Αφήνεσαι, αλλά ουσιαστικά δεν αφήνεσαι. Αφήνεσαι με την έννοια ότι εμπιστεύεσαι, αλλά δεν αφήνεσαι με την έννοια της παραίτησης. Κάθε άλλο!
Έχεις τη διάθεση να γυρίσεις ακόμη και τον κόσμο ανάποδα όταν είσαι με τους κατάλληλους ανθρώπους. Κι έτσι σιγά-σιγά μένουν λίγοι, όλο και λιγότεροι. Αυτοί που προσπαθούν για εσένα, αλλά κι εσύ το ίδιο για αυτούς. Τα «αμοιβαία» με μία λέξη.
Και μιλάω για παρέες των τριών το πολύ πέντε ατόμων, όπου κάποια απογεύματα πάτε σε εκείνον τον φίλο που δεν έχεις δώσει σημείο ζωής χτυπάτε το κουδούνι με δυο μπουκάλια κρασί, ο ένας τον τραβάει απ’ το χέρι κι ο άλλος βάζει το χαλάκι του σαλονιού σε μια τσάντα κι οδεύετε προς την ταράτσα της πολυκατοικίας. Μένετε εκεί και μιλάτε για τα πάντα. Για όλους αυτούς τους ανθρώπους που σας πλήγωσαν και για όλες εκείνες τις στιγμές που ήρθατε αντιμέτωποι με τη μοναξιά σας. Εκεί θα νιώσεις ότι γίνεσαι ένα με άτομα που πριν λίγο καιρό ήσασταν άγνωστοι. Θα σπας πιο δύσκολα πια.
Με τέτοιες φίλιες γίνεσαι πιο δυνατός, αλλά γίνεσαι και πιο ανθρώπινος. Αυτές οι παρέες –οι όχι πολύ μεγάλες γιατί χάνεται η μπάλα– ήρθαν για να σου φωτίσουν διαφορετικά κομμάτια της ψυχής σου. Να σου γιατρέψουν κάθε πληγή. Και να σου δείξουν ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που πέρασαν απ’ τη ζωή σου, με διαμονή πρόσκαιρη και φθηνές δικαιολογίες, ήταν για να ανοίξουν το δρόμο στους αυθεντικούς.
Αυτούς που ανέβασαν τον πήχη πιο ψηλά. Τους αληθινά μόνιμους φίλους. Τους καρδιακούς. Αυτοί που μιλάνε όταν κάτι τους πειράζει, γιατί ξέρουν πολύ καλά ότι η σιωπή φέρνει παρεξηγήσεις. Και τελικά, βλέπεις ότι η αναμονή αυτή μπορεί να σου κόστισε αρκετά, αλλά καταλαβαίνεις ποσό άξιζε, γιατί τώρα πια είσαι σε καλά χέρια και δημιούργησες τη δίκη σου οικογένεια!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη