Οι αναμνήσεις είναι άτιμο πράγμα κάτι σαν την σκόνη. Αποτυπώνονται πάνω σε αντικείμενα, μέρη, τοποθεσίες, υφάσματα και μυρωδιές κι όσο και να προσπαθήσεις πάντα εκείνες θα έρχονται και θα κολλάνε πάνω όπως η σκόνη. Όσο και να καθαρίσεις εκείνες πάντα εκεί θα μένουν. Ώσπου το αντικείμενο θα χάσει κάθε λάμψη και θα μοιάζει πια θαμπό και θλιβερό και θα το πετάξεις.
Και κάπως έτσι μετά από κάθε χωρισμό, το μεγαλύτερο βασανιστήριο το ζει εκείνος που μένει πίσω. Η ίδια ζωή, οι ίδιοι φίλοι, το ίδιο σπίτι κι όλα γεμάτα αναμνήσεις να σου ουρλιάζουν με μνησικακία πως δε θα μπορέσεις ποτέ να ξεπεράσεις τον χωρισμό.
Η περίοδος μετά από κάθε χωρισμό είναι δύσκολη για κάθε άνθρωπο ακόμα κι αν δεν πρόλαβες να μοιραστείς τόσο σπουδαία κομμάτια απ’ τον εαυτό σου, πονάει η απουσία. Πόσο μάλλον όταν έχεις συνηθίσει να μοιράζεσαι με ένα άνθρωπο τα πάντα, απ’ την ίδια την ρουτίνα μέχρι το διπλό κρεβάτι και το ποτήρι του μπάνιου.
Ξαφνικά μένεις μόνος σε ένα άδειο σπίτι που κάθε δωμάτιο έχει να θυμάται γέλια κι ανάσες, αγκαλιές και χάδια, κραυγές και δάκρυα. Ζόρικο να πρέπει να μάθεις να ζεις με όλα τούτα τα φαντάσματα. Να μάθεις στον εαυτό σου απ’ την αρχή να ζει μόνος. Να λες «καλημέρα» και «καληνύχτα» στον εαυτό σου, να επιστρέφεις απ’ έξω και να μη σε περιμένει κανείς να μάθει πόσο σκατά ήταν η μέρα σου.
Αν λοιπόν ο απλός χωρισμός είναι ζόρικος, εκείνος που πρέπει να μοιράσετε κι έπιπλα είναι ακόμα πιο ψυχοφθόρος. Οι ξεχασμένες μπλούζες κι οι γαμημένες φωτογραφίες που δυστυχώς δε βγαίνουν μόνες τους απ’ τις κορνίζες. Κανείς δεν μπορεί να το επεξεργαστεί σωστά.
Ακόμα κι αν πιστεύεις πως μπορείς να επιβιώσεις σε ένα τέτοιο περιβάλλον, δεν μπορείς. Οι στιγμές που θα λυγίζεις θα είναι πολλές και το τηλέφωνο θα είναι τ μία στιγμή ασήκωτο και την άλλη ελαφρύ σαν φτερό κι εσύ θα παλεύεις με τα φαντάσματα των τοίχων και τους δαίμονες του μυαλού σου για καιρό, μα θα καταφέρεις πράγματι κάποια στιγμή να ζεις μέσα σε τούτο το μέρος χωρίς κρίσεις πανικού και τη φαντασίωση πως τα ντουβάρια πέφτουν να σε φάνε;
Ο χωρισμός ήρθε, εκείνος έφυγε, εσύ έμεινες μόνος κι όμως αυτά τα γαμημένα αντικείμενα, μέρα τη μέρα είναι εκεί ακλόνητα να γεμίζουν σκόνη και να σου θυμίζουν ποιοι ήσασταν και πώς είσαι τώρα. Αυτό το σπίτι ξαφνικά απ’ τη φωλιά και το καταφύγιό σου γίνεται τέρας τρομακτικό και ψάχνεις απελπισμένα τρόπους να λείπεις όλο και περισσότερο. Και τώρα εκείνο το παραγεμισμένο σπίτι, είναι βασανιστικά σιωπηλό, νεκρό, άδειο.
Αν αντέξεις θα είσαι πάντα μια εξαίρεση απ’ τις ελάχιστες του κανόνα. Ναι, πράγματι κάποια μέρα μετά από καιρό μπορεί να καταφέρεις να ξυπνήσεις και αυτό το μισό σπίτι να γίνει πια το δικό σου σπίτι, το σπίτι σου, χωρίς σκιές κι αναμνήσεις τρομακτικές κολλημένες στα αντικείμενα, μα θα πάρει καιρό.
Ίσως απλώς πείσεις τον εαυτό σου πως δεν μπορείς να πας πουθενά αλλού και να συνηθίσεις και αυτή τη μοναξιά, θα υποτροπιάζεις όμως. Ειδικά εκείνα τα περίεργα βράδια ή όταν τα φαγητό περισσεύει ή όταν ακούς παράξενους θορύβους και περιμένεις να δεις τον άνθρωπό σου να βγαίνει απ’ το άλλο δωμάτιο, δεν μπορείς να είσαι πάντα εντάξει. Δε γίνεται να έμαθες να κοιμάσαι με ένα γνώριμο σώμα πλάι σου και ξαφνικά να συνηθίσεις να κοιμάσαι μόνος στη μέση.
Θα περάσουν μέρες και μήνες μέχρι να πάψεις να κοιμάσαι στη γωνίτσα σου και να φέρεις ένα νέο πρόσωπο στο δικό σας μέρος. Κάποτε όμως θα το καταφέρεις, θα μπορείς να ζεις χωρίς εκείνον και να μη σου λείπει, μα η μοναξιά ως τότε έχει μακριά πορεία και θα παίξει πολλές φορές με τα νεύρα και τα όριά σου.
Δεν υπάρχει πιο ακατόρθωτος χωρισμός από εκείνον που φεύγοντας σε καθηλώνει σε μια συνήθεια. Δένεσαι εκεί κι η αλλαγή φαντάζει υπέρβαση. Δεν μπορείς να πας πουθενά, μένεις και πολεμάς με τους ίδιους σου τους φόβους. Τελικά όμως, ίσως να είναι αυτή η αλλαγή που χρειάζεσαι. Ζήσε εκεί, συνήθισέ το. Γιατί τελικά η πιο καλή αλλαγή που μπορείς να κάνεις είναι να μείνει να παλέψεις με φόβους κι ανασφάλειες. Όταν πια θα νικήσεις, το σπίτι από «τερατόσπιτο» θα μοιάζει ξανά με τον πιο γλυκό οχυρό σου.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη