Κάθε άνθρωπος, μηδενός εξαιρουμένου, έχει ένα πολύ ιδιαίτερο χαρακτηριστικό για να τραβά την προσοχή, άλλα χαρακτηριστικά έχουν επιτυχία, άλλα πάλι όχι. Κάποιοι απλώς σε πιάνουν μονότερμα κι είναι φλύαροι οπότε δεν μπορείς να μην τους προσέξεις, άλλοι έχουν μια εντυπωσιακή ή ιδιαίτερη εμφάνιση, άλλοι είναι φωνακλάδες κι άλλοι οξύθυμοι και θερμοκέφαλοι που σε μαγνητίζουν με τα ντεσιμπέλ που εκπέμπουν. Εκείνοι όμως που έχουν το πιο ιδιαίτερο τρόπο να σε καλούν να τους προσέξουν είναι οι μοναχικοί, αιώνιοι, εκ γενετής γκρινιάρηδες που όσο κι αν σιχάθηκες, άλλο τόσο λάτρεψες.
Εκείνος ο τύπος που πάντα κάτι θα τον ενοχλεί πάνω του, μέσα του, γύρω του, στην σχέση του, στον καφέ. Παντού και πάντα θα είναι ο μουρτζούφλης που θα προσπαθείς να του φτιάξεις το κέφι κι όταν πια κάθε σχέδιο αισιοδοξίας έχει αποτύχει φτάνεις στα όριά σου και ξεστομίζεις εκείνο το κλισέ «Αμάν, αυτή η γκρίνια σου»
Μα όσο κι αν δεν μπορείς να το πιστέψεις είναι κάτι σαν ελάττωμα απ’ τη φύση. Δεν είναι κάποιος διακόπτης, δεν το κάνουν επίτηδες και δυστυχώς δεν έχουν την ικανότητα να το κρύψουν. Τι να πω, μάλλον απ’ την πρώτη εκείνη φορά που αντίκρισαν τον μάταιο τούτο κόσμο κι είδαν τα χάλια του ξενέρωσαν τόσο πολύ που η κλάψα έμεινε μόνιμα ζωγραφισμένη στα μούτρα τους.
Έχουν όμως και πολλά καλά μέσα σ’ όλη αυτή την εκνευριστική μαυρίλα. Μια παιδική ειλικρίνεια, χοντροκομμένη μεν, αλλά αξιοζήλευτη. Όταν είσαι παιδί δε θα ντραπείς να μιλήσεις για όλα εκείνα που σε ενοχλούν και σε εκνευρίζουν, δε φοβάσαι να πεις όσα σκέφτεσαι και μετά απλώς μεγαλώνεις κι η ειλικρίνεια γίνεται ελάττωμα. Μα αυτός ο «κακός» γκρινιάρης θα είναι ο μόνος που θα σε ταρακουνήσει ώρες-ώρες λέγοντας -ίσως και με άσχημο τρόπο- την αλήθεια, αλλά τουλάχιστον αυτός θα το κάνει.
Φέρνουν λίγο σε παιδί, ίσως και σε καρτούν, γιατί κάθε παρέα έχει από έναν τέτοιο τύπο, απ’ τα στρουμφάκια και τους επτά νάνους μέχρι την παρέα σου, παντού είναι κρυμμένος ένας «γκρινιάρης». Είναι κουραστικοί και συγχρόνως αξιαγάπητοι γιατί όλο κάτι τους ενοχλεί κι όλο δυσκολεύονται να βρουν τι είναι αυτό το κάτι. Μα, τις περισσότερες φορές αυτό που τους τσαντίζει είναι ο ίδιος ο εαυτός τους. Ζηλεύουν όλους εκείνους τους ευχάριστους, κοινωνικούς κι εξωστρεφείς ανθρώπους που θα μιλήσουν, θα γελάσουν και δε θα δώσουν σημασία στις δυσκολίες, ούτε στα μικρά που μπορεί να τους ενοχλήσουν.
Κάθε φορά που τους τονίζουν το δικό τους ελάττωμα, θυμώνουν γι’ αυτό και γίνονται ακόμα πιο σκοτεινοί και θλιμμένοι γιατί όλο λένε πως μπορούν να το αλλάξουν μα η ξινίλα είναι πάντα εκεί, ανυποχώρητη.
Σαφώς, δεν μπορεί ο καθένας να τους αντέξει, είναι παράξενοι χαρακτήρες μα αυτή τους η γκρίνια είναι και το σημείο κατατεθέν τους. Χωρίς αυτό ίσως να ήταν πιο βαρετοί. Ίσως πάλι η γκρίνια τους να είναι εκείνο ακριβώς το στοιχείο που έχουν βρει για να επικοινωνούν όσα αισθάνονται. Ενδιαφέρον, αγάπη, συμπάθεια, ε, όλα τούτα αυτοί έτσι μπορούν να τα δείξουν.
Χωρίς ροδοπέταλα, ρομαντζάδες, γλυκόλογα και φιλοφρονήσεις, αλλά με οικειότητα κι ειλικρίνεια. Ένας γκρινιάρης θα γκρινιάξει για όλα όσα τον ενοχλούν αυστηρά μόνο σε εκείνον που αγαπά και θεωρεί δικό του άνθρωπο, οι υπόλοιποι απλώς δεν τον ενδιαφέρουν. Αν πάψει να σου γκρινιάζει σημαίνει πως πια δεν είσαι άνθρωπός του.
Οι γκρινιάρηδες λοιπόν που όσο κι αν αναθεμάτισες για τη δυστροπία τους και την απαισιοδοξία τους, άλλο τόσο τους λάτρεψες και τους εκτίμησες για όσα σου εκμυστηρεύτηκαν και για άλλα τόσα για τα οποία σου μίλησαν χωρίς περιστροφές με μια σπάνια ειλικρίνεια που εκλείπει σήμερα.
Χρειάζεσαι πολλή υπομονή και κουράγιο για να τους αντέξεις, μα αν καταφέρεις να γίνεις φίλος ενός τέτοιου τύπου, αρχικά θα έχεις αποκτήσει πολύ γερά νευρά, για να μην πω πως είσαι ένας ήρωας, αλλά θα έχεις κοντά κι έναν άνθρωπο που παρά τη μιζέρια του μυαλού του κρύβει στην καρδιά του βαθειά κι ειλικρινή αγάπη που επέλεξα εσένα για τη χαρίσει.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη