Έρχεται μια στιγμή, που πρέπει να σηκωθείς για να πας στη δουλειά σου, όμως αισθάνεσαι ένα βάρος. Νιώθεις αδύναμος, χωρίς όρεξη κι ενέργεια και το μόνο που θέλεις είναι να βουλιάξεις στο κρεβάτι κάτω από τα ζεστά σου παπλώματα και να μη φύγεις από εκεί για κανένα λόγο.

Η υποχρεωτικότητα, όμως, της ζωής, δε σε αφήνει. Έτσι, πηγαίνεις στο μπάνιο, ρίχνεις λίγο νερό στο πρόσωπό σου για να ξύπνησεις κι ακολουθείς με ευλάβεια την καθημερινή σου ρουτίνα. Πριν ανοίξεις την πόρτα του σπιτιού σου για να φύγεις, ρίχνεις μια τελευταία ματιά στον καθρέφτη, κι εκεί καταλαβαίνεις ότι δε σε αναγνωρίζεις πια. Για πέντε λεπτά κοιτάζεις επίμονα τον εαυτό σου, αλλά δε βλέπεις τίποτα οικείο. Το πρόσωπό σου είναι κενό. Αδιάφορο, έχει χαθεί η λάμψη του και ο ενθουσιασμός από τα μάτια σου. Φεύγεις.

Φτάνεις στη δουλειά σου. Το σώμα σου αντιδρά. Τα χέρια σου ψάχνουν συνεχώς με κάτι να απασχοληθούν, το μυαλό χάνεται στις σκέψεις και ταξιδεύει σε άλλα μέρη, οπουδήποτε εκτός από το χώρο στον οποίο βρίσκεσαι, ενώ το βλέμμα πέφτει προς την πόρτα. Αστειεύεσαι με τους συναδέλφους, κάνεις προσπάθειες να σου φτιάξεις το κέφι κι εστιάζεις όσο πιο πολύ μπορείς στη δουλειά σου. Γυρνάς σπίτι. Πέφτεις και κοιμάσαι.

Η επόμενη μέρα είναι μια μικρή επανάληψη της χθεσινής. Όμως, εκείνη τη μία στιγμή, μόλις τελειώσεις τη βάρδια κι έρχεται για κλείσιμο ο υπεύθυνος, αποφασίζεις πως κάτι θα αλλάξει. Μία φωνή μέσα σου, φωνάζει «τώρα ή ποτέ». Κι έτσι, χωρίς να το σκεφτείς δεύτερη φορά, ανακοινώνεις ότι παραιτείσαι. Για λίγη ώρα επικρατεί ησυχία. Απορείς κι εσύ με σένα τον ίδιο. Αναφέρεις μερικούς λόγους που αποφάσισες να σταματήσεις και κλείνεις τη συζήτηση. Φεύγεις και δεν κοιτάς πίσω.

Φτάνοντας σπίτι ούτε εσύ δεν πιστεύεις τι έκανες πριν από λίγο. Το βάρος που είχες στην πλάτη σου για μέρες εξαφανίστηκε. Οι σκέψεις σου έγιναν πιο καθαρές και η αισιοδοξία που είχε κρυφτεί καλά αρχίζει να κάνει την εμφάνισή της. Οι φίλοι σου και οι οικογένειά σου μένουν άναυδοι, καθώς ποτέ πριν, δεν είχες αναφέρει ότι θέλεις να αλλάξεις εργασία. Οι ερωτήσεις σε βομβαρδίζουν.

Το δύσκολο κομμάτι όμως τώρα ξεκινάει. Αποφάσισες να σταματήσεις να δουλεύεις χωρίς να έχεις βρει κάτι άλλο. Παρορμητικό σε χαρακτήρισαν κάποιοι. Όμως εσύ ξέρεις πόσο πολύ πάλεψες μέσα σου για να πάρεις αυτή την απόφαση, ακόμα και βιαστικά. Ξεκινάς να στέλνεις βιογραφικά ελπίζοντας πώς κάποια εταιρεία θα ανταποκριθεί. Ο τραπεζικός σου λογαριασμός, ίσα – ίσα που θα σε καλύψει μέχρι να μπορέσεις να βγάζεις πάλι χρήματα από την εργασία σου. «Σε αυτή τη χώρα ούτε αποταμίευση δεν μπορείς να κάνεις πλέον» σκέφτεσαι.

Πιάνεις μολύβι και χαρτί και σημειώνεις όλες τις υποχρεώσεις που έχεις καλύψει μέχρι τώρα και τι σου μένει ακόμα. Τα μαθηματικά δε βγαίνουν. Απελπίζεσαι. Ονειρεύεσαι τι θα ήθελες να γίνεις. Αυτό που σε κάνει χαρούμενο και νιώθεις ότι είναι για σένα. Όμως πρέπει να διαλέξεις ανάμεσα σε αυτό που θέλεις και σε αυτό που μπορεί να σε ζήσει. Η ζυγαριά δεν μπορεί να γύρει κάπου. Οι σκέψεις επιστρέφουν πάλι. Δεν το έχεις μετανιώσει. Αντίθετα, είσαι πιο βέβαιος από ποτέ ότι έκανες τη σωστή κίνηση. Και παρόλο που το αύριο φαίνεται να είναι άγνωστο, ξέρεις πώς και αυτή τη φορά θα τα καταφέρεις.

Κοιτάς τα e-mail μήπως κάποια εταιρεία έδειξε ενδιαφέρον. Τίποτα όμως. Σειρά έχουν οι αμφιβολίες. «Ήταν τελικά η σωστή επιλογή να σταματήσω τώρα, ή μήπως έπρεπε να περιμένω λίγο ακόμα;» Αναρωτιέσαι. Όσο κι αν δε σε γέμιζε πλέον η δουλειά σου και είχες χάσει το αρχικό πάθος, τουλάχιστον σου προσέφερε μία οικονομική ασφάλεια, και ήξερες πως θα μπορείς να βγάλεις και τις επόμενες μέρες.

Μετέωρος. Αυτή είναι η ιδανική λέξη που σε χαρακτηρίζει. Βρίσκεσαι πάνω σε ένα τεντωμένο σχοινί και προσπαθείς να ισορροπήσεις. Από τη μία θέλεις να κυνηγήσεις τα όνειρά σου κι από την άλλη φοβάσαι. Φοβάσαι μην αποτύχεις, φοβάσαι να ξεβολευτείς. Ίσως, όμως, η κατάλληλη στιγμή να είναι ακριβώς αυτή, όταν καταλάβεις ότι έχεις βολευτεί σε διάφορες καταστάσεις κι απλά δεν έχεις βρει ακόμη το κουράγιο να πιστέψεις σε σένα και να κάνεις το επόμενο βήμα.

Είναι φοβερά δύσκολο, μα και γενναίο, να φεύγεις από κάπου χωρίς να έχεις αποφασίσει από πριν πού θα πας έπειτα. Κι αυτό γιατί αν στον χώρο εργασίας σου δε νιώθεις σιγουριά, αν με τους συναδέλφους δεν μπορείτε να επικοινωνήσετε έστω σε επαγγελματικό επίπεδο και ο εργοδότης δεν ανταποκρίνεται στις συμφωνίες σας κι εσύ έμμεσα αναγκαστείς να παραιτηθείς, η πολιτεία δε σου εξασφαλίζει, έστω για μικρό χρονικό διάστημα, τίποτα απολύτως. Θα πρέπει να απολυθείς για να έχεις δικαιώματα. Με λίγα λόγια, δεν έχεις δικαίωμα να διεκδικήσεις ένα καλύτερο εργασιακό περιβάλλον για σένα, αν αυτό είναι δική σου επιλογή.

Δεν έχει σημασία από που ξεκίνησες, όμως, αλλά πού βρίσκεσαι τώρα κι αυτό αρκεί για να τα καταφέρεις. Τι είναι αυτό που επιθυμείς να κατακτήσεις αυτή τη στιγμή. Τον πρώτο στόχο τον έπιασες. Όσο παράλογη κι αβέβαιη και αν φαίνεται η ζωή τώρα, δε θα είναι για πάντα έτσι. Αν και πράγματι το μέλλον μπορεί να είναι άγνωστο, αυτό που μπορείς να κάνεις είναι να απολαύσεις όλη τη διαδικασία μέχρι να φτάσεις σε αυτό.

Συντάκτης: Άννα Κοκολάκη