Όταν φύγεις απ’ το σπίτι σου, ζήσεις μόνος σου και φτιάξεις δικό σου ρυθμό και τρόπο ζωής, η επιστροφή –έστω και για λίγο– στο πατρικό σε ενθουσιάζει, αλλά παράλληλα σε ζορίζει. Όσο κι αν σου έχουν λείψει οι δικοί σου, αν μείνεις πάνω από μια βδομάδα μαζί τους δε θα ‘στε πια το μικρό σπίτι στο λιβάδι αλλά ο πόλεμος των άστρων.
Έχεις πλέον μάθει να λειτουργείς αλλιώς, να ζεις μόνος. Δεν έχεις ωράριο που να τηρείς ευλαβικά, δε σε ενδιαφέρει τι ώρα θα γυρίσεις σπίτι σου -κι αν θα γυρίσεις, δηλαδή. Δεν έχεις, εξάλλου, να δώσεις λογαριασμό σε κανέναν.
Όταν κι όποτε γυρνάς σπίτι είσαι μόνος σου, κάνεις ένα μπάνιο και χαλαρώνεις. Ούτε εξηγήσεις για την ημέρα σου ούτε ερωτήσεις και πιέσεις. Ούτε παρεξηγήσεις αν δε θες να μιλήσεις σε άνθρωπο, αφού μετά από μια δύσκολη μέρα θες απλώς να ξαπλώσεις στον καναπέ με μόνη συντροφιά την αγαπημένη σου σειρά.
Όταν ζεις μόνος όλα είναι απλά. Κάνεις ό,τι θέλεις όποτε κι όπως το θέλεις, χωρίς να πρέπει να συζητήσεις και να συμφωνήσει και κάποιος άλλος μαζί σου. Είσαι εσύ, ο εαυτός σου κι οι επιλογές σου.
Δεν υπάρχει κάποιος άλλος μέσα στο σπίτι που να γκρινιάζει για την ακαταστασία σου. Κι αν δεν έκανες κάποια δουλειά όταν το υπολόγιζες, δε χάθηκε κι κόσμος, ας μείνουν και σήμερα ασιδέρωτα τα ρούχα, δεν υπάρχει κάποιος να σε κρίνει.
Αν το σκεφτείς, οι περισσότεροι τσακωμοί στο πατρικό αφορούσαν ανέκαθεν τις δουλειές του σπιτιού (που δεν έκανες) και το τι ώρα είναι αυτή που γυρνάς κι αυτές οι λογομαχίες είναι σίγουρα διαχρονικές.
Γυρνάς στο πατρικό, λοιπόν, και στην αρχή είναι όλα μια χαρά, κι εσύ χαίρεσαι που βλέπεις επιτέλους τους δικούς σου. Έχεις όρεξη να μιλήσεις, να γελάσετε, ακόμα και για τον πρώτο τσακωμό ανυπομονείς, έτσι, για να θυμηθείτε τα παλιά. Γενικά υπάρχει μια καλή διάθεση από όλους σας. Μιλάτε για τα παιδικά χρόνια και τις τότε σκανταλιές σου. Αγκαλιές, φιλιά, «μου έλειψες» πάνε κι έρχονται. Αλήθεια, άξιζε η επιστροφή.
Δεν περνάνε, όμως, λίγες μέρες κι αρχίζει να σου λείπει το σπίτι σου και φυσικά η ησυχία σου, ένας χώρος ολόδικός σου. Η συνύπαρξη με την οικογένεια ποτέ δεν ήταν εύκολη υπόθεση, ειδικά άπαξ κι έχεις ζήσει μόνος σου για αρκετό διάστημα, εκεί είναι που δε ρολάρει το πράγμα.
Δεν αντέχεις πια την τόση βαβούρα κι ας ξέρεις πως είναι από αγάπη. Βαρέθηκες τους τσακωμούς για τα ίδια θέματα τόσα χρόνια και σε κούρασαν τα κηρύγματα για τη ζωή σου. Κι αυτός ο έλεγχος, «πού πας;», «τι ώρα θα γυρίσεις;», «με ποιον θα ΄σαι;» δε χωνεύεται στην εφηβεία, πόσο μάλλον τώρα.
Αν μείνεις κάνα δεκαήμερο δεν τον γλυτώνεις το νευρικό κλονισμό. Όχι τίποτα άλλο αλλά επειδή είναι οι πιο κοντινοί σου άνθρωποι, που ξέρεις πως θα σ’ αγαπούν ό,τι κι αν γίνει, σου βγαίνει πιο εύκολα ο χειρότερος εαυτός σου. Κρατάς την υπομονή σου για τους ξένους και ξεσπάς πάνω τους. Μετά τα γέλια και τα πειράγματα των πρώτων ημερών δεν αργούν οι ομηρικοί καβγάδες. Κι ύστερα δεν αργούν και τα «άντε, να φύγω από εδώ επιτέλους, να γυρίσω σπιτάκι μου πριν τρελαθώ».
Κι όλες αυτές οι αντιδράσεις είναι απολύτως φυσιολογικές. Δεν μπορείς να συνυπάρχεις αρμονικά με πολλά άτομα ταυτόχρονα και μάλιστα σε καθημερινή βάση. Η τριβή φθείρει κι η οικειότητα είναι παγίδα, δε μας συγκρατεί. Εδώ μένεις με το σκύλο σου και πάλι τσακώνεστε, χωρίς να μιλάτε καν την ίδια γλώσσα. Είσαι στη δουλειά και διαολοστέλνεις ανά πεντάλεπτο. Δε θα μαλώνεις με την οικογένειά σου;
Όταν μαθαίνεις να ζεις και να κάνεις σχεδόν τα πάντα μόνος σού είναι δύσκολο να ενταχθείς ξανά σε έναν μεγάλο κύκλο. Έχεις συνηθίσει αλλιώς. Αλλά κι αυτό το όμορφο οικογενειακό χάος έχει τη χάρη του κι όταν γυρίσεις σπίτι σου θα το αποζητάς, όταν η τόση ησυχία θα σου πέφτει βαριά. Αν το δεις και πιο ψύχραιμα, η κατάσταση στο πατρικό μας είναι για γέλια, όχι για κλάματα. Γι’ αυτό απολαύστε κάθε λεπτό και κάθε τσιρίδα!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη