«Δε θα πας στο πάρτι με τους φίλους σου, θα μείνεις εδώ μαζί μου γιατί το λέω εγώ, πάει και τελείωσε».
Αυτή είναι η Μαρία, χρόνια σε σχέση με τον Αντωνάκη. Τον Αντωνάκη, που έχει χαθεί από φίλους, γνωστούς κι αγνώστους απ’ την ημέρα που τη γνώρισε. Που έχει χάσει τον εαυτό του κι έχει φυλακιστεί στο κάστρο της Μαρίας.
Όλοι έχουμε μπει στη θέση της Μαρίας και του Αντώνη, πότε ως θύτες και πότε ως θύματα. Κλείσαμε παράθυρα σε προσωπικότητες ανθρώπων, αφήνοντας μόνο μία γρίλια ίσα για να επιβιώνουν. Οι δικές μας επιθυμίες ορθώνονται μπροστά σ’ άλλους ανθρώπους, για έναν εγωισμό, για ένα καπρίτσιο, για ένα γαμώτο χωρίς λογική.
Ας μη γελιόμαστε, καμία φυσιολογική σχέση δεν προέκυψε, όταν ο ένας απ’ τους δύο προσπάθησε να φέρει τον άλλον στα μέτρα και τα σταθμά που τον βόλευαν. Άλλωστε, ακόμη κι αν προσπάθησαν κάποιοι, στο τέλος κατέληξαν σε καβγάδες, κλάματα, αλκοόλ και κουβέντες παρηγοριάς για χωρισμένους.
Όλοι έχουμε πέσει στην παγίδα, να προσπαθούμε να πλάσουμε τον άλλον όπως θα θέλαμε να είναι κι όχι όπως στην πραγματικότητα είναι. Αλλά η πραγματικότητα έρχεται να μας συνεφέρει, καθώς όση γκρίνια κι αν επιστρατεύσουμε, όσους κανόνες κι αν βάλουμε, όσους όρους κι αν θέσουμε, ποτέ δε θα καταφέρουμε να τροποποιήσουμε τους ανθρώπους. Μιλάμε για προσωπικότητες κι όχι για πρόγραμμα που το φτιάχνουμε κατά το δοκούν.
Ο καθένας μας είναι πλασμένος από διαφορετικό υλικό και διαφορετικές επιθυμίες. Δεν είναι δυνατόν να καθρεφτίζουμε το δικό μας είδωλο στο πρόσωπο ενός άλλου ανθρώπου ούτε να ικανοποιήσουμε τις εγωιστικές μας σκέψεις μέσα απ’ τις κινήσεις των άλλων. Όσοι το προσπάθησαν αυτό είτε απέτυχαν παταγωδώς είτε βρέθηκαν μέσα σε μια σχέση –ευτυχισμένη για τους θεατές– δυστυχισμένη για τους πρωταγωνιστές.
Είναι αυτό το ουσιαστικό της σχέσης που είναι το ζητούμενο και το δύσκολο στην εφαρμογή του. Αυτό, που όποιος είναι τυχερός και το συναντήσει στο δρόμο του, δεν το αφήνει να του φύγει με κανέναν τρόπο.
Λίγες σχέσεις, όμως, την έχουν αυτήν τη γαμημένη την ουσία, οι άλλες έχουν ένα χοντρό σχοινί, με τον εγωισμό να γίνεται η δύναμη που του ασκούν τραβώντας το. Οι πιο καταπιεστικοί άνθρωποι είναι εκείνοι που θ’ αρπάξουν πρώτοι την άκρη του και θ’ αρχίσουν με μανία να το τραβάνε, πιστεύοντας ότι έτσι θα φέρουν τον άλλον κοντά τους.
Τραβώντας συνέχεια το σχοινί, εκείνο φθείρεται, σπάει και τότε είναι που ο ένας πέφτει απ’ τη μια γωνιά με γρατζουνισμένα γόνατα και συναισθήματα και στην άλλη ο δεύτερος, ιδρωμένος κι αναμαλλιασμένος.
Πρέπει να συνηθίσουμε στην ιδέα και κυρίως να την πιστέψουμε. Δίπλα μας κρατάμε τους ανθρώπους που τους αφήνουμε ελεύθερους να κάνουν αυτό που τους ευχαριστεί κι όχι εκείνους που τους πατάμε μέχρι να υποκύψουν. Στον έρωτα το παν είναι να κάνεις αυτό που σ’ ευχαριστεί κι αυτό που ευχαριστεί εσένα να ‘ναι αυτό που θέλει κι ο άλλος. Νόμος απαράβατος. Καμία ζηλευτή σχέση δεν προέκυψε από γκρίνια και καταπίεση.
Οι σχέσεις είναι για να φτιάχνουν όνειρα –όχι για να τα χαλάνε– και για την ακρίβεια για να τους δίνουν περισσότερη ελευθερία για να πραγματοποιηθούν. Είναι για να μπορούμε, μέσα απ’ αυτές, να μοιραζόμαστε αυτά που θέλουμε κι όχι για να κλεινόμαστε σ’ απαγορεύσεις που έχουν θέσει οι άλλοι.
Όταν πέσουμε πάνω στον άνθρωπό μας, θα μαγνητιστούμε απ’ αυτόν και τότε θα καταλάβουμε ότι έτσι είναι. Ξαφνικά δε θα ‘χουμε ανάγκη να φυλακίσουμε κανέναν, γιατί τότε θα ‘χουμε μπροστά μας τον καθρέφτη του εαυτού μας. Γι’ αυτό πρέπει να μάθουμε ν’ αφήνουμε τους ανθρώπους να σπάνε τις αλυσίδες μόνοι τους.
Έτσι θα κάνουμε ακριβώς αυτό που θέλουμε κι αυτό θα κάνει τον άλλον να χαμογελάει. Θα βλέπουμε τον άλλον πλήρως απελευθερωμένο από κάθε «όχι» να κάνει εκείνα ακριβώς που θα θέλαμε να κάνει. Ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή, από τη Μαρία και τον Αντώνη.
Άλλωστε, ευτυχία είναι να βρεις τον άνθρωπο που κάνει αυτό που θέλει, κι αυτό που θέλει, να ‘ναι αυτό που κι εσύ επιθυμείς.
Όσο για τις προσδοκίες που έχουν οι άλλοι από ‘σένα, είναι δικό τους θέμα κι όχι δικό σου.
Επιμέλεια Κειμένου Πέννυς Πηττά: Ιωάννα Κακούρη