Στους δρόμους δεν ανταλλάσσουν φιλιά παθιασμένα. Τα τηλέφωνά τους πολλά ενώ οι εξ επαφής συναντήσεις τους περιορισμένες. Τόσες, όσες πρέπει τσίμα-τσίμα για να κρατηθεί η σχέση. Δε γελάνε ο ένας με τ’ αστεία του άλλου, δεν παίζουν μαξιλαροπόλεμο, δεν κοιμούνται μαζί και το σεξ τους γίνεται για να γίνει.
Χλιαρές σχέσεις χωρίς έρωτα. Σχέσεις του «όσα βλέπει η πεθερά», ίσα-ίσα για να υπάρχουν, για να βοηθάνε, να στηρίζουν, να λένε ότι υπάρχουν, ότι έγιναν. Σαν βρώμικο φαγητό μετά από ξενύχτι. Απλά να ξεγελάσει την πείνα, να δώσει μια γεύση στον ουρανίσκο, να μας χορτάσει για λίγο κι ύστερα να πεινάμε ξανά. Χωρίς προετοιμασίες, διπλωμένες χαρτοπετσέτες, γκρίνια στο χασάπη για το καλό κρέας, αγάπη στη διαδικασία του μαγειρέματος κι άγχος αν πέτυχε.
Πιστεύουμε καμιά φορά ότι ο έρωτας περνάει με έρωτα. Ότι μπορούμε να πετάξουμε την καψούρα μας σ’ ένα άλλο πρόσωπο κι εκείνη απλώς ν’ αλλάξει αποστολέα. Να σβήσει τον παλιό με λίγο blanco, να της κολλήσουμε ένα καινούργιο γραμματόσημο και να την πάρει ο ταχυδρόμος να την παραδώσει σ’ άλλη διεύθυνση.
Το να προσπαθούμε να ξεχάσουμε με κάτι καινούργιο είναι τεράστιο λάθος. Είναι από εκείνα τα λάθη που έχουμε συνηθίσει να πιστεύουμε. Τα λεγόμενα λάθη «ντόμινο». Το ένα λάθος φέρνει το άλλο κι όλα μαζί βρίσκονται ριγμένα κάτω αφού προηγουμένως έχουν κάνει μεγάλο θόρυβο. Θόρυβο στους γύρω μας κι ησυχία στην καρδιά. Γιατί όταν η καρδιά είναι δοσμένη αλλού, δεν αλλάζει μισθωτή με μια τυπική αγγελία κι ένα τοιχοκολλημένο «ενοικιάζεται». Κι αν ακόμη προσπαθήσουμε να τη νοικιάσουμε αλλού, δε θα κρατήσει πάνω από δυο-τρεις μήνες αυτή η μίσθωση. Είναι θέμα συναισθημάτων κι όχι θέλησης.
Οι σχέσεις που δημιουργούνται με σκοπό να μας κάνουν να ξεχάσουμε, έχουν σίγουρη την αποτυχία. Είναι σχέσεις του μπλεξίματος, του τυπικού, του «να είχαμε να λέγαμε»,του δήθεν και των τύψεων. Εκείνων των τύψεων που σε πλακώνουν κάθε φορά που βρίσκεσαι με τον άλλον, όταν κοιτάς το κινητό σου και δε χτυπάει ή το βράδυ που πέφτεις για ύπνο.
Δεν περνάει τίποτα μ’ έναν δήθεν έρωτα. Με μια δήθεν βραδιά, μερικές βόλτες χέρι-χέρι για περπάτημα, δυο τρία τσίπουρα στο Μεταξουργείο και μερικά δήθεν φιλιά που δίνουμε χωρίς να θέλουμε. Θα το προσέξεις αν εστιάσεις στις σκέψεις, στο φιλί, στην καληνύχτα όταν σε αφήνει σπίτι σου, σε αυτά που λες, στα προσεγμένα «τα λέμε» και στα βράδια που δε θες να κοιμάσαι αγκαλιά. Δεν απεμπλέκεται το μπλεγμένο έτσι απλά επειδή το αντικατέστησες με κάτι άλλο. Απλώς γιατί οι άνθρωποι δεν είναι αντικείμενα για να αντικαθίστανται έτσι απλά. Δεν καλοπιάνεται η καρδιά και δεν δωροδοκείται με καινούργια δώρα και στημένες προσπάθειες.
Συνήθως μπλέκεται περισσότερο, σημαδεύεται κι αντί να ξεχνάει θυμάται. Θυμάται, συγκρίνει, ραγίζει και κλαίει. Δε γουστάρει καινούργιους έρωτες ο έρωτας. Πώς να το κάνουμε; Έχει πιάσει πρώτος θέση και δεν την αφήνει για κανέναν άλλον εκτός αν φτάσει στον προορισμό του και θελήσει μόνος του να σηκωθεί. ‘Οπως ακριβώς κάνουν κάποιοι στο μετρό. Τότε την αφήνει τη θέση και μπορεί να πάει κάποιος άλλος να κάτσει, αλλά πριν ποτέ.
Χαμένες προσπάθειες, τρύπες στο νερό, πληγωμένοι άλλοι, πληγωμένοι εμείς και θλίψη που την ανιχνεύει μόνο αυτός που μπαίνει στην προσπάθεια να ξεχάσει. Καλύτερα να μην μπλέκουμε σε παλιοϊστορίες γιατί δε ξεχνιέται ο έρωτας με έρωτα. Όση μαεστρία κι αν βάλουμε. Άλλωστε δεν υπάρχει μεγαλύτερη δυστυχία από το να κάνεις έρωτα, χωρίς έρωτα.
Επιμέλεια κειμένου Πέννυς Πηττά: Ελευθερία Παπασάββα.