Μου έχεις κάνει τα νεύρα τσατάλια. Θέλω να αρπάξω την κάλτσα, που πάλι έχεις πετάξει στο πάτωμα και να στη χώσω στο στόμα μήπως και σκάσεις επιτέλους. Κάθε βράδυ με πρήζεις με το ροχαλητό σου και το πρωί θες γλύκες. Θα στη βάλω μια μέρα την κάλτσα στο στόμα και θα ησυχάσεις μια για πάντα.

Μη ρωτάς τι με πιάνει. Με πιάνει ό,τι δεν κοιμάμαι κάθε βράδυ. Μου έχεις κάνει τις νύχτες κόλαση και όχι φυσικά από το ξέφρενο σεξ, γιατί αυτό το έχουμε ξεχάσει από π.χ. και δεν εννοώ προ Χριστού αλλά προ χασμουρητού. Διότι στις αρχές ούτε χασμουριόσουν ούτε τίποτα, μετά έγινες η μπουλντόζα που κάθε βράδυ σαπίζει στο κρεβάτι μου και εντός δευτερολέπτου αρχίσει να σκάβει κάθε ξεχασμένο κύτταρο υπομονής που μου έχει μείνει. Εάν ήθελα μπουλντόζα όμως θα αγόραζα Catterpilar, να μίζαρα κανένα δημόσιο έργο και να γινόμουν πλούσια και όχι εσένα τον άχρηστο κοιλαρά που μου έτυχε.

Θα στο βάλω το σιγαστήρα σου όμως και θα πάψουν επιτέλους οι σεισμοί στην κρεβατοκάμαρά μου. Θα ξαπλώνω πάλι τις νύχτες στο κρεβάτι μου και ως δια μαγείας θα επικρατεί ησυχία. Το καλοκαίρι θα αφήνω ανοιχτά τα παράθυρα για να ακούω τα τζιτζίκια και το χειμώνα θα με νανουρίζουν οι στάλες που ακούγονται από τη βρύση. Τώρα που θυμήθηκα τη βρύση, δύο φορές έχεις προσπαθήσει να τη φτιάξεις και ακόμα στάζει και ας κομπάζεις σε όλους ως ο Μπομπ ο μάστορας, άχρηστος είσαι κι εκεί.

Θα μπορούσα να καταπιώ το ροχαλητό σου, να βουλώσω τα αυτιά μου με ωτασπίδες και να κοιμάμαι σαν πουλάκι, αλλά ούτε έτσι θα κατάφερνα να απαλλαγώ από εσένα. Διότι εκτός των άλλων έχεις αποφασίσει στο κρεβάτι μας να κάνεις το όνειρο σου πραγματικότητα. Όχι, μωρό μου δε μιλάω πάλι για το τρελό σεξ που περιγράφεις και ποτέ δεν κάνεις. Μιλάω, για το όνειρο του ποδοσφαιριστή που κάθε νύχτα αναζωπυρώνεται αρχίζοντας να με κλοτσάς σαν τρελός.

Μαζεύομαι κι εγώ στη γωνίτσα μου αλλά εσύ επιμένεις να βαράς σουτ στο άτυχο σώμα μου, το οποίο έχει γίνει θύμα της ηλίθιας ιδέας να κάνω σχέση μαζί σου, τον άμπαλο. Λες και άμα  μου άρεσε το ποδόσφαιρο δεν μπορούσα να διαλέξω καλύτερα ονόματα όπως ας πούμε τον Τζόρβα, άλλωστε δεν κατάλαβα, η Χρυσαυγή που έχει παντρευτεί είναι καλύτερη από εμένα; Δεν είναι.

Τελικά δεν υπάρχει χειρότερο κρεβάτι από το δικό σου. Πρώτο βραβείο ντεκαβλέ γκόμενου αξίζει να πάρεις κι εγώ θα είμαι από κάτω να φωνάζω «άξιος» ενώ εσύ θα παραλαμβάνεις το βραβείο όλο καμάρι λέγοντας ένα από τα κρύα σου αστεία στο μικρόφωνο. Τώρα που είπα κρύος θυμήθηκα πάλι τα κρύα ποδάρια σου που ακουμπάς κάθε βράδυ επάνω μου με σκοπό να τα ζεστάνεις. Και δεν αρκείσαι μόνο σε αυτό αλλά τραβάς και την κουβέρτα. Την παίρνεις όλη δικιά σου και τυλίγεσαι σαν τη μούμια.

Έχεις μετατρέψει την κρεβατοκάμαρά μου σε φρίκη και είμαι αναγκασμένη να σε ανέχομαι αλλά όχι για πολύ. θα ξυπνήσω ένα πρωί θα βάλω εκείνο το φόρεμα που μου πήρες, θα μακιγιαριστώ και θα σου χαμογελάσω. Όταν με ρωτήσεις πού είναι τα παπούτσια σου θα πάω όλο χαρά να στα φέρω. Θα στα δώσω στο χέρι και θα σε βγάλω έξω από το σπίτι. Ύστερα θα κλείσω το κινητό και θα πάω να ξαπλώσω στο κρεβάτι, απαλλαγμένη από εσένα.

 

Θα κοιμηθώ έως αργά και όταν ξυπνήσω επιτέλους δε θα σε ξαναδώ μπροστά μου. Μη με κοιτάς, θα έρθει η στιγμή.

Όμως ακόμα είσαι εδώ κι εγώ ακόμα ξύπνια, γαμώτο.

 

Επιμέλεια Κειμένου Πέννης Πηττά: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Πέννυ Πηττά