Σκάει απ’ το πουθενά ανακοίνωση απ’ το κοληττάρι πως θα φύγει για άλλη μια χρονιά να δουλέψει σεζόν (ποιος ξέρει πού). Προφανώς τρελαίνεσαι! Σαν χτες σου είχε υποσχεθεί πως δε θα ξαναφύγει κι ένα χρόνο μετά σου δίνει πάλι την ίδια υπόσχεση. Σε πιάνει πανικός και μόνο στην ιδέα του να χάσεις το παρεάκι σου για ακόμη ένα καλοκαίρι.
Γκρινιάζεις όλη μέρα με κάθε υπαρκτό τρόπο, ρίχνοντας μπηχτές και ματιές παραπονιάρικες, κάτι ανάμεσα σε πιτσιρίκι και κουτάβι που έκανε ζημιά. Έχεις την ψευδαίσθηση πως ίσως σε λυπηθεί και τα ακυρώσει όλα. Δεν είστε όμως παιδιά, δεν πέφτει με χαριτωμενιές. Όχι γιατί δε θέλει, απλά γιατί μεγαλώσατε. Όταν ήσασταν μικρά κάνατε μούτρα στους γονείς σας για να σας αφήσουν λίγο παραπάνω μαζί. Εκείνοι ίσως πέφτανε, τώρα όμως έχετε να κάνετε με λογαριασμούς κι εργασιακή προϋπηρεσία, αν λυνόντουσαν κι αυτά με νάζια καλά θα ήταν.
Τότε τα μόνα σας προβλήματα ήταν το σχολείο και τα παιδικά φλερτ. Το σχολείο αντικαταστάθηκε από πιο σοβαρές υποχρεώσεις και φυσικά το θέμα «φλερτ» παραμένει μεγάλο βάσανο. Είναι τύχη να ‘χεις κάποιον να μοιράζεις όλα τα άγχη των ενηλίκων και κάπου-κάπου να σου θυμίζει πως είστε ακόμη παιδιά. Τώρα πρέπει μόνο να καταφέρεις να κρατήσεις αυτή την ισορροπία εξ αποστάσεως.
Το έχεις ξανακάνει, εντάξει, ξεπερνάς το πρώτο σοκ, οπότε λες ένα μπράβο και χαίρεσαι με το φιλαράκι σου για τη δουλειά που βρήκε. Μετά από αυτό όμως ξεκινάει η σοβαρή δουλειά. Ζητάς πλήρη αναφορά, πού θα δουλεύει, τι ώρες, σε τι συνθήκες (εννοείται ψάχνεις και κάποιο αρνητικό μπας και του αλλάξεις γνώμη). Βασικό ερώτημα, πότε φεύγει, για να ξέρεις πόσο καιρό ακόμα θα τον τρως στη μάπα (πάνω απ’ όλα είσαι πειραχτήρι) και φυσικά πότε γυρίζει. Επόμενο βήμα, κανονίζεις εισιτήρια και ξενοδοχείο στο μέρος που θα πάει για να ξεγελάσεις τον εαυτό σου και την απόσταση. Έτσι μοιράζεις το χρόνο στα δύο. Αναμονή να τον επισκεφτείς ύστερα αναμονή για την πολυπόθητη επιστροφή.
Ένας γρήγορος υπολογισμός κι αμέσως φτιάχνετε μια λίστα με όσα έχετε να κάνετε πριν φύγει. Να προλάβετε όσες περισσότερες βόλτες, καφέδες, ταβέρνες και να γεμίσετε στιγμές. Αρκετές ώστε να καλύψουν το κενό τόσων μηνών. Οι μέρες περνάνε σαν σίφουνας εν αντιθέσει με εκείνες που θα είστε μακριά.
Ο τελευταίος καφές πριν φύγει έφτασε, σου λέει συνέχεια «δε θα αποχαιρετιστούμε, θα φερθούμε όπως όλες τις άλλες μέρες». Μια δυνατή αγκαλιά κι ένα μεγάλο χαμόγελο. Πρέπει να φύγει ήρεμος γνωρίζοντας πως στηρίζεις την απόφασή του και με μια γλυκιά και θετική εικόνα στο μυαλό του.
Από την επόμενη κιόλας μέρα αρχίζει ένας αγώνας δύσκολος κι αστείος ταυτοχρόνως. Μαθαίνεις το πρόγραμμά του καλύτερα κι από εκείνον, μήπως καταφέρετε και συντονιστείτε. Πράγμα αδύνατον τον πρώτο καιρό. Μετά ξεκινάει μια γλυκιά ρουτίνα που δίνει πνοή στην καθημερινότητά σας κι ας μην είστε κοντά. Η οθόνη του κινητού πλημμυρίζει ειδοποιήσεις από κάθε είδους εφαρμογή, κάνοντάς σε να απορείς τι έκανε ο κόσμος χωρίς αυτές. Κάθε σου στιγμή γίνεται ένα κινητό, γιατί εκεί βρίσκεται το παρεάκι σου.
Η μέρα σας ξεκινάει με μια καλημέρα, από εκεί μοιράζεστε τα πάντα, την πιο βαρετή στιγμή μέχρι την πιο σημαντική, ατελείωτες συζητήσεις. Αναζητάτε κάθε δυνατό τρόπο να μη χάνετε στιγμές απ’ την καθημερινότητά σας, που για λίγο την ζείτε χωριστά. Οι μέρες κυλάνε άλλες φορές αργά, σαν ένα βαρετό μάθημα στην τάξη κι άλλες όσο γρήγορα τελειώνει μια ωραία εκδρομή. Παύεις πλέον να φοβάσαι αν θα τα καταφέρετε. Συνειδητοποιείς ότι καμία απόσταση δε χαλάει την αδερφική σχέση που έχετε χτίσει.
Φυσικά και μετράτε αντίστροφα. Μια τεράστια λίστα γεμάτη πράγματα που θέλετε να κάνετε μόλις επιστρέψει σας κρατάει απασχολημένους. Μια λίστα που μέρα με τη μέρα ανανεώνεται και γεμίζει με ιδέες. Πλησιάζει ο καιρός που θα μοιράζεστε στιγμές από κοντά κι όχι μέσα από μια οθόνη κινητού.
Εκείνο όμως που πραγματικά σκάει σαν ένεση αδρεναλίνης κι υπομονής τις στιγμές που δεν αντέχετε άλλο είναι η πρώτη μέρα της επιστροφής. Εκείνη η πρώτη αγκαλιά, ο πρώτος καφές. Οι δυο σας, καθισμένοι στην κουζίνα, συζητώντας με τις ώρες χαλαρά πλέον. Εκείνη η στιγμή θα είναι δική σας. Ξέρεις από τώρα ποια θα είναι η πρώτη φράση που θα πεις: «Μην ξαναφύγεις, βλάκα, μου έλειψες».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη