Αναφέρουν πολύ συχνά πως «στους δύο, τρίτος δε χωρεί». Μολαταύτα, επιβεβαιώνεται η συγκεκριμένη λαϊκή ρήση; Σε μία πρώτη επιδερμική ανάγνωση, δεδομένα, οποιαδήποτε σχέση περιλαμβάνει παραπάνω από δύο άτομα φαντάζει παράταιρη κι έτη φωτός μακριά απ’ την κουλτούρα, τον πολιτισμό και τις συνήθειές μας.
Εν τούτοις, είμαστε σίγουροι πως αυτό ισχύει; Έρευνα που δημοσίευσε τον Απρίλιο του 2016 το επιστημονικό περιοδικό «Journal of Sex and Marital therapy», στην οποία έλαβαν μέρος 8.718 Αμερικανοί πολίτες, ανατρέπει κατά πολύ μεγάλο μέρος τη μέχρι σήμερα κυριαρχούσα άποψη για τις πολυγαμικές σχέσεις. Συγκεκριμένα, το 21% των ερωτηθέντων απάντησε πως κάποια στιγμή διατηρούσε μια μη μονογαμική σχέση, στην οποία όλα τα μέρη συμφώνησαν πως είχαν τη δυνατότητα να συνδεθούν συναισθηματικά ή/και ερωτικά με διαφορετικούς συντρόφους.
Συνεπώς, γίνεται αντιληπτό απ’ τα αποτελέσματα πως οι πολυγαμικές σχέσεις δεν αποτελούν κάτι μακρινό και ξένο, ιδιαίτερα για τους σημερινούς νέους. Αναμφισβήτητα, αντιμετωπίζονται με επιφυλακτικότητα και δισταγμό, κάτι απολύτως φυσιολογικό, αφού η συναισθηματική σύνδεση κάποιου με παραπάνω από ένα συντρόφους ηχεί παράξενα. Παρ’ όλα αυτά, αποτελούν μια ήδη διαμορφωμένη πραγματικότητα, την οποία οφείλουμε πρωτίστως να αναγνωρίσουμε και μετέπειτα να κατανοήσουμε βαθύτερα.
Ωστόσο, ένα απ’ τα κύρια γκρίζα σημεία σχετικά με την ουσιαστικότερη κατανόηση των πολυγαμικών σχέσεων, έγκειται στην ερμηνεία τους. Τι ακριβώς εννοούμε όταν αναφερόμαστε σε μια μη μονογαμική σχέση; Υπάρχει ορισμός που να επεξηγεί με ακρίβεια το συγκεκριμένο όρο; Η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα είναι αρνητική, καθώς δεν υφίσταται πεπατημένη οδός στο αναφερόμενο είδος συνύπαρξης.
Μπορεί με ευκολία να δημιουργηθεί σύγχυση ανάμεσα στις πολυγαμικές με τις ελεύθερες σχέσεις, αφού ομολογουμένως πρόκειται για κάτι συγγενές, αλλά, βεβαιότατα, όχι ταυτόσημο. Η σημαίνουσα διαφοροποίησή τους εδραιώνεται στο γεγονός πως σε μια ελεύθερη σχέση οι σύντροφοι έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε ερωτικές πράξεις με άλλα μέρη, αλλά είναι αφοσιωμένοι ο ένας στον άλλον. Αντιθέτως, σε μια πολυγαμική σχέση τα μέρη δύνανται να αναπτύξουν συναισθηματικούς δεσμούς με περισσότερους του ενός συντρόφων. Επομένως, πρόκειται για κάτι βαθύτερο απ’ την απλή ερωτική ικανοποίηση, το οποίο προϋποθέτει και τη συναισθηματική σύνδεση πολλαπλών ανθρώπων.
Ακόμη, δεν υφίσταται κανόνας στο αν οι διαφορετικοί σύντροφοι του κάθε μέρους έχουν σχέσεις μεταξύ τους ή έστω γνωρίζονται. Επαφίεται στη διακριτική τους ευχέρεια. Τέλος, δεν υπάρχει σταθερά στο αν όλοι οι σύντροφοι θα φέρουν την ίδια συναισθηματική βαρύτητα για τον άλλον. Κι αυτό αποτελεί ξεκάθαρα προσωπική επιλογή κι αποδοχή όλων των εμπλεκόμενων μερών.
Αναμφίβολα, απ’ τα παραπάνω διαφαίνεται κρυστάλλινα πως οι πολυγαμικές σχέσεις παρουσιάζουν ανομοιομορφία. Δεν υφίσταται σαφής ορισμός και τα όρια, απ’ τα οποία διακατέχονται σε έκαστη περίπτωση, αποτελούν, καθαρά και μόνο, απόφαση των μερών που συμμετέχουν. Όλα τα παραπάνω, προκειμένου να κυλήσουν ομαλά και να επιτευχθεί αμοιβαία ικανοποίηση, επιτάσσουν άριστο επίπεδο επικοινωνίας κι ειλικρίνειας.
Ανεξαρτήτως, λοιπόν, των προσωπικών μας επιθυμιών κι αν θα δεχόμασταν ή όχι τη συμμετοχή μας σε μια τέτοια κατάσταση, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πως πρόκειται για συνύπαρξη τριών ή περισσότερων ανθρώπων, η οποία σίγουρα χαρακτηρίζεται από ειλικρινή διάλογο, σεβασμό κι αμοιβαία κάλυψη των συναισθηματικών κι ερωτικών τους αναγκών. Αλήθεια, σε μια «συμβατική» και κοινωνικά αποδεκτή σχέση, αυτά δε θεωρούνται τα κύρια συστατικά επιτυχία της;
Ως εκ τούτου, η μόνη επίφαση διαφωνίας κι ένστασης που τίθεται επί των μη μονογαμικών σχέσεων, εδραιώνεται στον αριθμό των συμμετεχόντων. Το ερώτημα που προκύπτει, ωστόσο, είναι το εξής: Φέροντας ποια ιδιότητα δυνάμεθα να κρίνουμε τι ακριβώς είναι αυτό που προσφέρει ικανοποίηση στους άλλους; Εφόσον τα εμπλεκόμενα μέρη καλύπτονται στο συναισθηματικό κι ερωτικό τομέα απ’ τους συσχετισμούς που ισχύουν, έχοντας πλήρη επίγνωση κι αποδοχή της υφιστάμενης κατάστασης, μπορούμε να αξιολογήσουμε τα κριτήρια της ευτυχίας τους;
Κατά συνέπεια, θα πρέπει να πραγματοποιήσουμε ένα νοητικό διαχωρισμό, ως προς τα ζητούμενα της δικής μας προσωπικής ευδαιμονίας και συναισθηματικής κάλυψης, σε σύγκριση με των υπολοίπων. Να αποδεχθούμε πως αυτό που θεωρούμε εμείς ορθό κι επιθυμητό για τον εαυτό μας, δε φέρει απαραίτητα και καθολική ισχύ. Να αποδεχθούμε, εν τέλει, πως δεν κατέχουμε την πλήρη γνώση, σχετικά με τους συναισθηματικούς κι ερωτικούς ορίζοντες των άλλων κι ο οποιοσδήποτε ενδέχεται να ‘χει διαφορετικά «θέλω» απ’ όσα θεωρούμε αυτονόητα.
Τότε θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε πως οι πολυγαμικές σχέσεις δεν αφορούν τίποτα άλλο παρά μονάχα μια διαφορετική θεώρηση, σχετικά με τα ζητούμενα του καθενός στον τομέα της προσωπικής ευτυχίας. Όπως, παραδείγματος χάριν, κάποιοι επιζητούν το ρομαντισμό σε μια σχέση, ενώ άλλοι τον απεχθάνονται. Κατ’ αυτό το τρόπο, κάποιοι επιζητούν παραπάνω από ένα συντρόφους στη συναισθηματική κι ερωτική τους ζωή, ενώ στα δικά μας μάτια κάτι τέτοιο φαντάζει αδιανόητο.
Οπότε, πριν αναφωνήσουμε ξανά πως «στους δύο, τρίτος δε χωρεί», ας το σκεφτούμε λίγο καλύτερα. Πριν ασκήσουμε κριτική στις επιλογές του καθένα, σχετικά με την προσωπική του ζωή, ας αναλογιστούμε πως μπορεί απλώς να επιζητά κάτι διαφορετικό από εμάς.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη