Ζούμε σ’ έναν κόσμο περιορισμών κι ορίων. Σ’ έναν κόσμο που θέτει κι επικροτεί το μέτρο σε κάθε έκφανση κι απόχρωσή του. «Όλα με μέτρο». Τόσο, όσο. Ένας κόσμος που οριοθετείται με κόμματα, παρενθέσεις κι αποσιωπητικά. Τα θαυμαστικά κι οι τελείες εκλείπουν. Καταστάσεις ημιτελείς, καθώς όταν ξεστρατίζουν απ’ το ιερό μέτρο που ‘χει επιβληθεί, απαγορεύεται να τις ακολουθήσεις για να καταλήξεις σ’ ένα ουσιαστικό τέλος, σε μία πραγματική λύτρωση, όποια κι αν είναι αυτή.
Μία νοοτροπία στην οποία γαλουχείσαι απ’ τα πρώιμα στάδια της ζωής σου. Απ’ τις πιο αθώες κι απλούστερες αμαρτίες που λαχταράς να ενδώσεις. «Μη φας σοκολάτα, δε θα σου κάνει καλό. Μη δεις τηλεόραση τόση ώρα». Η μία άρνηση διαδέχεται την άλλη. Οφείλεις να ζεις, σεβόμενος το ιερό μέτρο. Και στο τέλος, πάντοτε, στέκεις, κοιτώντας με λαχτάρα εκείνο το γλυκό που βρίσκεται δίπλα σου, αλλά δεν επιτρέπεται να γευτείς.
Τα χρόνια περνούν και μαζί τους μεγαλώνεις κι εσύ. Ανεξαρτητοποιείσαι και μαθαίνεις να στηρίζεσαι στα δικά σου πόδια. Ή, τουλάχιστον, έτσι θεωρείς. Αλήθεια, τότε, αποβάλλεις τον κανόνα του ιερού κι απαράβατου μέτρου απ’ τη ζωή σου;
Ας είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου. Συνεχίζεις ακριβώς έτσι, εντός ορίων. Η απροσπέλαστη κι αόρατη γραμμή που σου ‘χει τεθεί απ’ όταν μπουσουλούσες, διογκώνεται, με τάχιστους ρυθμούς, εσωκλείοντας όλο και περισσότερα. Τη θέση εκείνου του αθώου γλυκού καταλαμβάνουν καταστάσεις κι άνθρωποι που παρελαύνουν απ’ τη ζωή σου. Έρχονται, φεύγουν και δεν ακολουθείς. Δεν πας εκεί που η καρδιά σου επιτάσσει, καθώς απαγορεύεται να παραβείς την αόρατη γραμμή του μέτρου. Τα χρόνια μπορεί να περνούν, εσύ μένεις, όμως, στάσιμος. Απλός παρατηρητής, όπως εκείνου του γλυκού που δεν έφαγες όταν ήσουν πιτσιρίκι.
Ακόμη κι αν η ψυχή σου αγναντεύει και φαντάζεται ωκεανούς, το καθήκον σε υποχρεώνει να μείνεις καθηλωμένος στη στεριά. Δεν αξίζει να ρισκάρεις. Δεν αξίζει να χάσεις τη βολή και τη σιγουριά σου. Βολέψου μ’ αυτά που ‘χεις, γιατί μπορεί ν’ απολέσεις απείρως περισσότερα. Αυτά δε σου λένε; Ή, ορθότερα, αυτά δε σου ‘χουν μάθει πως πρέπει να λες στον εαυτό σου;
Κι έτσι ξαφνικά, μια μέρα, ένας εσωτερικός διακόπτης ενεργοποιείται. Ένας άλλος εαυτός που γιγαντωνόταν για χρόνια ολάκερα, τρεφόμενος απ’ τα όρια που του έθετες, ξυπνάει και σε ταρακουνάει συθέμελα. Σου ζητάει το λόγο για τους περιορισμούς που του έβαζες και σε γεμίζει απωθημένα. Απωθημένα για τα πιο απλά έως τα πιο σύνθετα πράγματα που του στέρησες.
Και ξέρεις ποιο είναι το χειρότερο; Αυτά είναι τα όνειρά σου. Τα όνειρα που καταπίεζες για χρόνια, που μεταλλάχθηκαν στα μεγαλύτερα απωθημένα σου. Είναι όσα κάποτε σου ‘διναν δύναμη να συνεχίζεις το ταξίδι της ζωής, προκειμένου να τα κυνηγήσεις και να τα μετουσιώσεις σε απτή πραγματικότητα. Όσα καθιστούσαν την ύπαρξή σου ουσιαστική και με κάποιο αντίκρισμα. Έρχονται ξαφνικά, απ’ το πουθενά, και διαταράσσουν τη με τόση επιμέλεια καλομονταρισμένη ζωή σου.
Τραγική ειρωνεία, βεβαίως. Τα όνειρα του κάποτε, τα οποία κρατούσαν αναμμένη τη φλόγα για το αύριο, να ‘ναι τ’ απωθημένα του σήμερα. Η φλόγα τους, αφού δεν την επιμελήθηκες, αφού δεν άντλησες ζωή απ’ αυτήν, έγινε πυρκαγιά. Πυρκαγιά που κατακαίει το μέσα σου και σε στοιχειώνει.
Τα όνειρα εκδικούνται. Όταν τα αφήνεις για να μείνεις πιστός στις επιταγές των «πρέπει» και των μέτρων, που κάποιοι άλλοι έχουν θέσει για λογαριασμό σου, δε θα μείνουν άπραγα. Όχι άμεσα, εξάλλου κάθε πράγμα απαιτεί την αντίστοιχη επώαση. Σίγουρα, όμως, κάποια στιγμή θα επιστρέψουν. Θα επιστρέψουν και θα σου ζητήσουν το λόγο, επειδή τα εγκατέλειψες στη μέση ενός δρόμου. Θα επιστρέψουν, όχι με τη μορφή που τα καταχώνιασες σε κάποια άκρη του μυαλού σου, αλλά με την τερατώδη μορφή των μεγαλύτερων απωθημένων σου.
Η Ελέανορ Ρούσβελτ είχε πει πως «Το μέλλον ανήκει σ’ αυτούς που πιστεύουν στα όνειρά τους». Κέρδισε, λοιπόν, το μέλλον σου. Πίστεψε στα όνειρά σου και κατάκτησέ το. Μην τ’ αφήσεις να μεταλλαχθούν σ’ απωθημένα που θα σε στοιχειώνουν και θα σου ζητάνε το λόγο, για όσα δεν έζησες. Μην τ’ αφήσεις να σ’ εκδικηθούν, επειδή τα θυσίασες στο βωμό μιας επίπλαστης κανονικότητας.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη