Πάσχεις και εσύ από σύνδρομο χρόνιας αργοπορίας; Αν όχι, τότε σίγουρα έχεις κάποιο άτομο στην παρέα που πάντα καταφθάνει τελευταίο και καταϊδρωμένο στις εξόδους σας. Αν πάσχεις απ’ αυτό, τότε μπορείς να καταλάβεις ακριβώς για πιο πράγμα μιλάμε και μπορείς να ταυτιστείς με όλα όσα θ’ ακολουθήσουν. Πολλοί από εμάς έχουμε γνωρίσει ή είμαστε οι ίδιοι άτομα που καθυστερούν συνεχώς στα ραντεβού τους. Δυστυχώς, πολλές ήταν οι φορές που κριθήκαμε γι’ αυτό: «Μα πόση ώρα χρειάζεσαι πια να ετοιμαστείς;», «Θα σου λέμε μια ώρα νωρίτερα, μόνο έτσι θα είσαι στην ώρα σου» κι άλλα πολλά. Αυτά ακούμε κι απορούμε, γιατί τόση κριτική ρε παιδιά; Εντάξει μπορεί ν’ αργούμε λίγο στα ραντεβού μας, εντάξει όχι λίγο, πολύ. Μη μας αδικείτε όμως, γιατί σύμφωνα με έρευνες που έγιναν, υπάρχουν εξηγήσεις για όλες μας τις αργοπορίες. Φυσικά και δεν το πιστεύετε, αφού πάντα θεωρούσατε πώς ήμασταν αναίσθητοι φίλοι που σας στήναμε. Η επιστήμη όμως, μίλησε!
Σύμφωνα λοιπόν με ειδικούς, όσοι αργούμε να εμφανιστούμε στην ώρα μας στα ραντεβού και γενικά σε οποιαδήποτε υποχρέωση, είναι επειδή δεν μπορούμε να υπολογίσουμε πόσο χρόνο χρειαζόμαστε για κάθε μας κίνηση. Η σχέση μας με τον χρόνο είναι λίγο διαφορετική από τους υπόλοιπους. Μελέτες μάλιστα έχουν αποδείξει, πως ένα συγκεκριμένο τμήμα του εγκεφάλου μας που συσχετίζεται με τον χρόνο και κατά πόσο ή όχι είμαστε τυπικοί, δεν μπορεί να αποθηκεύσει πληροφορίες που αφορούν χρονικά διαστήματα. Σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη των ψυχολόγων Emily Waldun και Mark McDaniel (2016) του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον, η χρόνια αργοπορία μπορεί να προέρχεται, τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό, από αυτό που ονομάζεται μελλοντική μνήμη με βάση το χρόνο (TBPM). Είναι σαν να διαθέτουμε έναν ελαττωματικό εσωτερικό χρονομετρητή, ο οποίος δεν μπορεί να ορίσει σωστά χρονικά πλαίσια και να τα αποθηκεύσει στη μνήμη του. Κάτι σαν να λέμε πως δεν αποθηκεύουμε την ποσότητα των 5 λεπτών π.χ. στη μνήμη μας με τρόπο που να μπορούμε να γνωρίζουμε κάθε φορά πόσο διαρκούν.
Κακώς δηλαδή θεωρούμε τους αργοπορημένους συνάμα κι αγενείς. Πρέπει απλώς να κατανοήσουμε πώς τελικά δεν είναι επιλογή τους να καθυστερούν, δεν το κάνουν επίτηδες δηλαδή. Μάλιστα, υπάρχει και μια θεωρία χρόνου που υποστηρίζει ότι αν όλοι οι άνθρωποι χρησιμοποιούν μια κοινή ώρα, τη λεγόμενη GMT, (Greenwich Meantime), εκείνοι που μονίμως είναι αργοπορημένοι, ανήκουν στη ζώνη NOT (Never On Time), όπου ο μέσος όρος υπολογίζεται 45 λεπτά πίσω από το GMT. Σαφώς αυτό αποτελεί μια σύμβαση και δεν έχει αναγνωριστεί επισήμως.
Πολλοί είναι εκείνοι που προσπάθησαν να ερευνήσουν τη σχέση των ανθρώπων με την αργοπορία. Η συγγραφέας του βιβλίου «Never Be Late Again» καθηγήτρια Diana DeLonzo, στην προσπάθειά της να καταλάβει πώς αντιλαμβάνονται τον χρόνο αυτοί που αργούν σε σύγκριση με τους συνεπείς της παρέας, διεξήγαγε ένα τεστ. Ζήτησε λοιπόν απ’ όλους όσους ήταν παρόντες να διαβάσουν ένα απόσπασμα από το βιβλίο της και να σταματήσουν όταν νιώσουν ότι έχει περάσει περίπου ενάμιση λεπτό. Το αποτέλεσμα του συγκεκριμένου τεστ ήταν ξεκάθαρο -μην πω αναμενόμενο- αφού οι «αργοπορημένοι» συνέχιζαν να διαβάζουν ενώ οι συνεπείς σταμάτησαν γύρω στα 80-100 δευτερόλεπτα.
Έρευνες έχουν γίνει κι από πολλά πανεπιστήμια. Συγκεκριμένα, μια έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το 17% των ανθρώπων πάσχουν από το σύνδρομο χρόνιας αργοπορίας, που συνδέεται με την αντίληψη και τη σύνδεση του περιβάλλοντός μας με το τι εστί χρόνος. Και μπορεί να μη μιλάμε για μια ασθένεια, καθώς δεν έχει κατοχυρωθεί ακόμα στον Οδηγό Ψυχικών Νόσων της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας, όπως εξήγησε η ψυχοθεραπεύτρια Σέρι Τζέικομπσον, διευθύντρια στην Κλινική Ψυχοθεραπείας Harley, στο Λονδίνο, μιλάμε όμως για μια υπαρκτή κατάσταση που ταλαιπωρεί αρκετό κόσμο.
Μια ακόμη έρευνα από το Πανεπιστήμιο του San Diego, υποστηρίζει πώς οι άνθρωποι μπορούν να χωριστούν σε κατηγορίες, στους Α και στους Β. Οι άνθρωποι που ανήκουν στην κατηγορία Α είναι αυτοί που συνήθως είναι συνεπείς κι αυτό γιατί έχουν το ενσωματωμένο εγκεφαλικό τους ρολόι να υπολογίζει ότι ένα λεπτό διαρκεί 58 δευτερόλεπτα, αντί για 60. Για τους αργοπορημένους τώρα, που ανήκουν στην κατηγορία Β, όπως όλα δείχνουν, ένα λεπτό διαρκεί 77 δευτερόλεπτα. Και τώρα εξηγούνται πολλά, καθώς όταν βλέπουμε στο ρολόι πώς μας έχει μείνει μια ώρα να ετοιμαστούμε, οι άνθρωποι της Β κατηγορίας, υπολογίζουν ότι έχουν μιάμιση. Άρα λογικό που αργούν οι άνθρωποι!
Επίσης, πολύ ενδιαφέροντα ήταν και τα αποτελέσματα μιας μελέτης του 2016, από το Πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον. Σύμφωνα με αυτήν, οι αιωνίως αργοπορημένοι δεν καθυστερούν σε όλες τους τις υποχρεώσεις. Ας πούμε, δε θα χάσουν μια πτήση, δε θα αργήσουν να πάνε στη δουλειά ή σε ένα meeting. Το πιο πιθανό όμως, είναι πως θ’ αργήσουν να πάνε για έναν καφέ, σε συναντήσεις με φίλους, σε γενέθλια και πάρτι. Στο μυαλό αυτών των ανθρώπων αυτή η συμπεριφορά ίσως να μεταφράζεται ως «δεν αργώ στην υποχρέωση». Θα βρίσκονται δηλαδή στην ώρα τους, μόνο αν ξέρουν πως πρόκειται να τιμωρηθούν ή να βρεθούν αντιμέτωποι με σοβαρές συνέπειες. Γνωρίζουν καλά λοιπόν, ότι δε θα σταματήσουν να τους κάνουν παρέα αν αργήσουν και κανένα δεκάλεπτο, μισή ή μια ώρα, στο καφέ ή στο μπαρ. Χωρίς αυτό φυσικά ν’ αποτελεί και δικαιολογία.
Όλοι μας νομίζω συναναστρεφόμαστε με άτομα που συστηματικά αργούν στα ραντεβού. Και ξέρουμε πολύ καλά από πριν πως ό,τι και να κανονίσουμε μαζί τους, το στήσιμο θα είναι πέραν του ακαδημαϊκού τετάρτου. Πολλές φορές τους κρίναμε έντονα, φωνάζοντάς τους και κατηγορώντας τους πώς εν τέλει δν μας έχουν και πολύ ψηλά στις προτεραιότητές τους. Είναι όμως κι επιστημονικά αποδεδειγμένο, ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν το κάνουν εσκεμμένα- μάλιστα φαίνεται πως ζουν με ένα μόνιμο άγχος του ρολογιού που ποτέ δεν προλαβαίνουν. Κι εμείς όλοι λοιπόν, που συχνά αργοπορούμε στις υποχρεώσεις μας, πρέπει να σταματήσουμε να κατηγορούμε τον εαυτό μας. Έτσι κι αλλιώς, είμαστε «φτιαγμένοι» για να καθυστερούμε!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου