Ανέκαθεν υποστηρίζαμε πως οι άνθρωποι έχουν την τάση να συνδέουν τα συναισθήματά τους με μέρη, με μυρωδιές κι εικόνες, που τους έκαναν να πλάσουν μια μορφή για όσα τους στιγματίζουν. Καλές και κακές στιγμές, αποτυπώνονται μέσα μας για να μας θυμίζουν στο πέρασμα του χρόνου τι ήταν αυτό που μας πλήγωσε, αυτό που μας έκανε να ευτυχήσουμε, και κουβαλάμε από δίπλα και μια εικόνα απτή, έτσι για να λέμε πως η εμπειρία έκανε τον κύκλο της.
Τι γίνεται όμως όταν έχουμε να κάνουμε με την ανάμνηση ενός άλλου ανθρώπου; Θυμόμαστε τον άνθρωπο για όσα ζήσαμε μαζί του, ή στο τέλος μας μένει μόνο αυτό που νιώσαμε εξαιτίας του; Το σίγουρο είναι, πως δεν μπορούμε να έχουμε μια ξεκάθαρη απάντηση για το ποια από τις δύο απαντήσεις είναι πιο δίκαιη.
Ίσως γιατί κάθε άνθρωπος είναι μια διαφορετική υπόθεση, που όταν περάσει από τη δική σου ζωή θα έχει κάτι ξεχωριστό να σου αφήσει, είτε εσύ το θες είτε όχι. Αυτό που μας φαίνεται περίεργο είναι πως οι πράξεις καμιά φορά έρχονται τελευταίες και καταϊδρωμένες, αν αυτά που ένιωσαν οι άλλοι εξαιτίας μας ήταν πιο ισχυρά. Και φυσικά εδώ δε μετράνε μόνο οι κακές στιγμές- κάθε άλλο μάλιστα. Σ’ όλους θα έχει συμβεί για παράδειγμα, να δώσουν τέλος σε μια σχέση που πέρασε από χίλια κύματα, αλλά πάντα να μένει στο μυαλό η ιδέα πως «αυτός ο άνθρωπος είναι δικός μου». Δεν έχει σημασία στην τελική αν μας πλήγωσε, ή εμείς δε φερθήκαμε σωστά, έχει σημασία το ότι αυτός ο άνθρωπος συνδέεται με όμορφες εικόνες και σκέψεις, που χωρίς να το ξέρουμε, μας άφησαν λίγο καλύτερους απ’ ό,τι μας βρήκαν.
Φιλίες που ήρθαν κι έμειναν, ή έληξαν για τους δικούς τους λόγους, μας έβρισκαν πάντα με μια σκέψη λίγο μετέωρη, γιατί είναι δύσκολο ακόμα και για εμάς τους ίδιους πολλές φορές ν’ αποσαφηνίσουμε όποιο παιχνίδι παίζει ο δικός μας εγκέφαλος. Υπερισχύει ως τελική ανάμνηση η εικόνα που δημιουργεί η στάση των άλλων απέναντί μας. Τι κι αν μας έχει σταθεί κάποιος στα χειρότερα και στα καλύτερα, αν μαζί του περάσαμε από κάθε στάδιο της ζωής μας, τελικά αυτό που μετράει στο δέσιμο -ή το λύσιμο- μεταξύ των ανθρώπων, είναι η ανάμνηση που αφήνει στην ψυχή μας.
Ψυχολογικά μια τέτοια αντίδραση ερμηνεύεται ως απολύτως φυσιολογική, καθώς ο ανθρώπινος εγκέφαλος αντιδρά γρηγορότερα σ’ ερεθίσματα συναισθήματος, τα οποία αποτυπώνονται για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Είναι σαν να λέμε δηλαδή, πως μπορεί κάποτε να έπεσες και να χτύπησες πολύ. Αυτό που θυμάσαι θες δε θες, είναι πόσο πολύ πόνεσες, ούτε πώς έπεσες, ούτε γιατί έπεσες. Κάπως έτσι μπορούμε να ερμηνεύσουμε και τον αυθόρμητο τρόπο αντίδρασης κι άμυνάς μας απέναντι σε όσους έχουμε στη ζωή μας.
Θα πιάσεις τον εαυτό σου να σκέφτεται πως δεν αξίζει να δώσεις δεύτερες ευκαιρίες, αλλά με ποιον ενδόμυχο φόβο; «Θα πληγωθώ ξανά» λες. Και πιο ισχυρό παράδειγμα δεν μπορώ να φέρω μπρος στα μάτια σου. Η δύναμη του συναισθήματος μπορεί να υπερκαλύψει τον χαρακτήρα ενός άλλου ανθρώπου απέναντί μας, να πλάσει γι’ αυτόν μια εικόνα πιο άδικη, ή πιο ιδανική από αυτήν που πραγματικά πρεσβεύει.
Οι άμυνες που χτίζουμε, ο τρόπος που ανοιγόμαστε κι εκδηλωνόμαστε ίσως να προδίδει και την άδηλη φύση μας, που παλεύουμε να κρύψουμε και να αφήσουμε πίσω μας. Είμαστε πλάσματα φύσει συναισθηματικά, θέσει εγωιστικά πολλές φορές, καθώς δεν αφήνουμε τα συναισθήματά μας να συμπορευτούν με τις πράξεις μας. Κι εκεί αρχίζουμε να μπερδεύουμε το αν όλα όσα κάνουμε, εκφράζουν εμάς τους ίδιους, ή κάποιες μανιέρες που υιοθετήσαμε στην πορεία.
Γι’ αυτόν τον λόγο οι σχέσεις μεταξύ μας θα λέγαμε πως ακόμη διατηρούν μια βάση ειλικρίνειας, που πηγάζει από την ψυχή μας. Νιώθουμε ακόμη κι ευτυχώς νιώθουμε έντονα. Κι όταν αφήνουμε αυτό το συναίσθημα να μας κατευθύνει, παίρνουμε πο καθαρές αποφάσεις. Όχι πάντα δίκαιες, μα καθαρές. Μπορεί να μην έχουμε το προνόμιο της βεβαιότητας για όσα κάνουμε, γιατί πάντα υπάρχει το περιθώριο του λάθους, να έρθει και να ολοκληρώσει τον κύκλο.
Αυτό που ίσως δε δύναται ν’ αλλάξει στις ανθρώπινες σχέσεις είναι πως μεταξύ μας συνδεόμαστε συναισθηματικά κι αυτό που θα καθορίσει τελικά την αντοχή της όποιας σχέσης είναι τα κουμπιά που θα πατήσει ο ένας στον άλλον. Και σε κάθε σχέση, θα βρίσκουμε μια άλλη εκδοχή μας να ξεδιπλώνεται, με τον απέναντί μας ν’ αποτελεί τον καθρέφτη αυτής της εκδοχής. Άραγε, μήπως ισχύει τελικά πως αγαπάμε ή μισούμε τους άλλους γι’ αυτό που μας βγάζουν; Κι αν ισχύει, τι μας κάνει ν’ αμφισβητούμε πως για τους ίδιους λόγους ακριβώς δεν τους κρατάμε ή δεν τους σβήνουμε από τη ζωή μας;
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου