Οι μέρες θεωρητικά είναι όλες ίδιες για τους περισσότερους από εμάς, αγγίζοντας τα όρια της αδιαφορίας για την ωραιότατη ρουτίνα μας. Κάποιες όμως, χαρακτηρίζονται λίγο πιο ιδιαίτερες, που τις έχουμε κατατάξει σε μέρες σύμβολα, για θέματα ευαίσθητα, που καλό θα ήταν ν’ ακονίζουν τη σκέψη μας μονίμως, όχι μόνο για κάποια εικοσιτετράωρα. 25 Νοεμβρίου, που πλέον είναι η παγκόσμια ημέρα εξάλειψης της βίας κατά των γυναικών. Ένα αγκάθι τεράστιο, που τα τελευταία χρόνια μας ματώνει όλο και περισσότερο, δυνόμαστε φέτος να το αντιμετωπίσουμε και στην πράξη, όχι μόνο στα λόγια και σε καλοστημένες ημερίδες και συνέδρια.
Με αφορμή την τεράστια έκταση που λαμβάνει η κακοποίηση μέρα με τη μέρα, γίνεται λόγος και για το αίσθημα κινδύνου που μας καταβάλλει, όταν βλέπουμε πως είμαστε ευάλωτες κι αβοήθητες, χωρίς το προνόμιο της προστασίας από κάποιον. Ακριβώς γι’ αυτό το αίσθημα φόβου, που γεννάται αν έχεις πέσει θύμα κακοποίησης, προτάθηκε να λειτουργήσει το mobile panic button. Το λεγόμενο κόκκινο κουμπί, μια εφαρμογή που κατεβάζεις στο smartphone σου με μια λειτουργία ιδιαίτερα εύκολη και σωτήρια, σε στιγμές κινδύνου.
Η είσοδος κι η εγγραφή στην εφαρμογή απαιτεί συγκεκριμένα χωρία, δηλαδή την καταχώρηση των στοιχείων της γυναίκας, τον ταχυδρομικό κώδικα της περιοχής της, την ένδειξη κατοχής όπλου, ή άλλου μέσου απειλής της, αλλά και το ιστορικό άλλων περιπτώσεων κακοποίησής της στο παρελθόν. Στοιχεία που ζητούνται είναι ο όροφος ή το όνομα στο κουδούνι του σπιτιού, ώστε σε περίπτωση που χρειαστεί να γίνει παρέμβαση, να είναι όσο το δυνατόν πιο άμεση και στοχευμένη. Πατώντας το εικονικό κόκκινο κουμπί στις επαφές κινδύνου που ο καθένας έχει καταχωρημένες, αλλά και στις τοπικές αρχές της περιοχής του, στέλνεται μήνυμα ειδοποίησης πως βρισκόμαστε σε κίνδυνο. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω του στίγματος της τοποθεσίας που δίνει το κινητό μας κι έτσι κάποιος από τους παραλήπτες έχει την ευκαιρία να δράσει άμεσα, να μας παράσχει βοήθεια εν ολίγοις.
Η λειτουργία της εφαρμογής βρίσκεται προς το παρόν σε στάδιο πιλοτικό, ενώ υπάρχει δυνατότητα εφαρμογής της στις περιοχές Αθήνας και Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για νέο πολύ ευχάριστο, μα και λίγο λυπηρό, αν αναλογιστούμε πού έχουν φτάσει τα πράγματα, για να χρειαζόμαστε τέτοιου είδους παρεμβάσεις. Η ιδέα της απειλής, της σωματικής μας κυρίως ακεραιότητας, γίνεται όλο και πιο έντονη, όχι μόνο από πρόσωπα του στενού μας περιβάλλοντος. Σύντροφοι, γονείς, εργοδότες και πάει λέγοντας. Ακούμε καθημερινά για περιστατικά ξυλοδαρμού, άγριας κακοποίησης που φέρνει στο φως ένστικτα τρομακτικά, γι’ ανθρώπους που περνάνε δίπλα μας και δε μας πάει το μυαλό τι κάνουν όταν η πόρτα του σπιτιού τους, κλείσει πίσω τους. Για όλες αυτές τις γυναίκες που βιώνουν καθημερινά τον τρόμο, μέχρι το επόμενο χέρι να σηκωθεί κατά πάνω τους, γίνεται ένα βήμα για να πάμε πιο κοντά σ’ αυτό που τόσο χρόνια παπαγαλίζουμε ως μέριμνα, ως ανθρώπινη αλληλεγγύη.
Είναι σημαντικό να καταλάβουμε πως ακόμα κι αν δε συμβαίνει σ’ εμάς τις ίδιες, δυστυχώς συμβαίνει δίπλα μας. Και πολλές φορές κλείνουμε αυτιά και μάτια, με το πρόσχημα του “δεν ανακατεύομαι σε ξένα σπίτια”, οπλίζοντας με τον τρόπο μας ξανά το χέρι ενός ακόμα δυνάστη, εν δυνάμει γείτονα, γνωστού. Μέχρι συνολικά μια κοινωνία να μπορέσει να υψώσει το ανάστημά της απέναντι σ’ αυτή την κτηνωδία που τόσα χρόνια έχουμε αρχίσει να θεωρούμε μέρος της καθημερινότητας, μέχρι καμιά γυναίκα να μην τρέμει να μπει στο σπίτι της, θα ψάχνουμε τρόπους ώστε ν’ αποφύγουμε το μέγιστο κακό. Είτε αυτό λέγεται κουμπί πανικού, ή ό,τι άλλο προκύψει στο μέλλον, αναμφίβολα, πρόκειται για ένα βήμα προόδου. Ας αρχίσουμε να πραγματοποιούμε επιτέλους το “καμία μόνη”. Μόνο τότε θα πιάσουν τόπο όσα λέμε. Σήμερα, και για κάθε σήμερα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου