Ξημερώνει μια ακόμη μέρα στην Ελλάδα του 2021 και τα νέα μάλλον μας προλαβαίνουν, παρά τα προλαβαίνουμε. Νέα κυβερνητική πρόταση, για την προώθηση της εργασίας ανήλικων παιδιών, ηλικίας 16 και άνω, που προέρχονται από δομές φιλοξενίας. Συγκεκριμένα προτείνεται η πρόσληψη των παιδιών αυτών σε ξενοδοχεία κατά κύριο λόγο, ιδέα που στα αυτιά των περισσότερων δεν ακούγεται παρά μια κατάσταση πολύ μακριά από τα δεδομένα μας. Κι ενώ σύμφωνα με δεδομένα της UNICEF 1 στα 5 παιδιά εργάζονται στις χώρες που θεωρούνται τριτοκοσμικές, από 5 ως και 17 ετών, να που το θέμα παίρνει σάρκα κι οστά σήμερα, τώρα, στην πολύτιμή μας Δύση. Κι ίσως αυτή είναι η διάσταση που πρέπει να εξετάσουμε λίγο πιο σοβαρά, η κοινωνική.
Ανέκαθεν μάς χαρακτήριζε το γόητρο και η περηφάνια, το πασίγνωστο attidude του Έλληνα, που είτε για τους θετικούς είτε για τους αρνητικούς του λόγους, είχε σκιαγραφήσει μια ταυτότητα που λίγο-πολύ ξεκαθάριζε πώς λειτουργούμε ως σύνολο και γιατί. Κάποια πράγματα όμως ξεφεύγουν της κουλτούρας και της ιδεολογίας μας, προσδίδοντας μια πραγματικότητα νοσηρή και προβληματική, που θα αφήσουμε πίσω μας κλείνοντας το δελτίο των 20.00.
Παιδιά ανήλικα, παιδιά που για ξεχωριστούς λόγους μεγάλωσαν χωρίς τη φροντίδα κάποιας οικογένειας ή και παιδιά με κάποια αναπηρία. Άρα και παιδιά κατώτερου Θεού; Η έλλειψη οικογενειακής θαλπωρής συνεπάγεται και με την ευκολότερη ένταξή τους σε αντίξοα εργασιακά περιβάλλοντα ως πιο ευάλωτα όντα; Για ποιο λόγο η αποϊδρυματοποίηση αυτών των παιδιών δεν υφίσταται δυνατή με την είσοδό τους σε κάποιο πανεπιστήμιο, τεχνικό λύκειο, ΕΠΑΛ, και την εξασφάλιση μιας ζωής καλύτερης σε ποιότητα υπό την αιγίδα του κράτους; Ερωτήματα που ζητούν άμεση απάντηση, για να δούμε τελικά αν λάθος τα βλέπουμε τα πράγματα, ή αν είναι λάθος από τη ρίζα τους. Το λυπηρό της υπόθεσης είναι η βαθύτατα ανισοτική βάση της ιδέας αυτής, καθώς «δεν είμαστε όλοι ίσα κι όμοια».
Η παιδική εργασία καθίστατο ανέκαθεν μια συνθήκη ανάρμοστη κι ανεπίτρεπτη για τρυφερές κι ευαίσθητες ηλικίες που πρέπει να τεθούν οι βάσεις ώστε τα παιδιά με την ενηλικίωσή τους να μπορούν να ζήσουν ανεξάρτητα, αναλαμβάνοντας ευθύνες που θα καθορίσουν το μέλλον τους. Ποιο μέλλον θα καθορίσεις όμως και ποιους στόχους θα φέρεις σε πέρας αν δεν έχεις εφόδια για να τα πετύχεις όλα αυτά; Χωρίς συστηματική και δομημένη μόρφωση, είναι σαν να βάζεις βράχο στην πορεία σου σε σχέσ με κλίσεις και ταλέντα που μπορούν και να χαράξουν το μέλλον, τη ζωή του γενικότερα.
Παιδιά που ανατράφηκαν σε ιδρύματα πιθανό και να πήραν φροντίδα και προστασία, βέβαια, σε μια άλλη ερμηνεία -εκείνη της ουσιαστικής πρόνοιας- με την προσδοκία βγαίνοντας από αυτά, να έχουν μια πορεία που θα τα κατευθύνει σωστά, εφόσον ο πυλώνας της οικογένειας απουσιάζει για να προλάβει τυχόν σφάλματα που θα προκύψουν. Τι είδους εικόνα δημιουργείται όμως με την τοποθέτησή τους στη λάντζα κάποιου ξενοδοχείου; Παιδικά χέρια που θα καλύψουν πόστα δύσκολα κι εξαιρετικά κουραστικά, με το πρόσχημα της ομαλής ένταξης στην κοινωνία· μην ξεχνιόμαστε, την ελληνική κοινωνία και συγκεκριμένα την αρένα της σεζόν.
Μήπως η βάση μας δεν απέχει και πολύ τελικά; Ζούμε κι εργαζόμαστε σε περιβάλλοντα ανυπολόγιστα διεφθαρμένα, επικρατεί αδικία και χάος και σε πολλές περιπτώσεις δεύτερη κουβέντα προς τον εργοδότη σου μάλλον σημαίνει και την απόλυσή σου. Με μια λέξη, εκμετάλλευση. Σε όλα αυτά, προσθέσαμε και την παιδική εκμετάλλευση με κοινώς προκλητικές δικαιολογίες για την αιτιολόγησή τους. Δεν πρόκειται για τίποτα λιγότερο παρά την εξέλιξη μιας κατάστασης που συνεχώς υποβαθμίζεται, μιας κοινωνίας που εμείς πλάθουμε, αλλά ταυτόχρονα φαίνεται να υποφέρουμε εντός της.
Τα όνειρα που πρέπει να έχουμε για παιδιά που αύριο θα ζουν ως ελεύθεροι πολίτες, είναι να βρουν μια κοινωνία λίγο καλύτερη από αυτή που βρήκαμε εμείς. Με ένα πρόβλημα λιγότερο. Κι ίσως αυτός θα ήταν ο ρεαλιστικότερος στόχος για μια κοινωνία που βασίζεται στη βιοπάλη, στην προσπάθεια για τη διατήρηση της αξιοπρέπειάς μας, στο λίγο που αγκομαχούμε να μη γίνει ελάχιστο.
Κάνοντας αυτό το -κενό ουσίας- βήμα, δε θα υποτιμήσουμε μονάχα τα παιδιά που θα λάβουν μεταχείριση που δεν αξίζουν, θα υποτιμήσουμε εμάς τους ίδιους. Τα παιδιά προορίζονται να ζουν μακριά από προβλήματα, προστατευμένα κι ελεύθερα να κάνουν όνειρα για την ευτυχία που τους αξίζει. Και δεν πρόκειται για φράση ουτοπική και μακρινή από το σήμερα. Πρόκειται για πραγματικότητα εκατό τοις εκατό εφικτή και δυνατή, που στο χέρι μας είναι να κρατήσουμε αλώβητη. Κι αυτό σημαίνει πως δεν μπορούμε να ξορκίσουμε όλα τα κακά που θα μας βρουν απροετοίμαστους στο αύριο, μπορούμε όμως να εγγυηθούμε σε όλα τα παιδιά ανεξαιρέτως πως δε θα τα εντάξουμε σε κόσμο άδικο με το πρόσχημα της προστασίας που ουδέποτε ασχοληθήκαμε να παρέχουμε.
Αν μη τι άλλο, καμιά εξέλιξη δε φάνηκε ποτέ δυνατή με βήματα που μας πήγαιναν αιώνες πίσω, με λάθη που θα ματαίωναν αξιοθαύμαστους ανθρώπινους αγώνες για την παγίωση των δικαιωμάτων του παιδιού, των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Και γι’ αυτά πρέπει να μάθουμε να παλεύουμε πριν χαρακτηριστούμε ασυγχώρητοι για όλα όσα κάναμε πως δε βλέπαμε, αφού δεν άγγιζαν το κατώφλι του δικού μας σπιτιού, με του ακριβώς απέναντι.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου