Φίλοι. Μια έννοια που ξεπερνάει το μέγιστο, που αγγίζει το τεράστιο από εύρος συναισθημάτων κι ευκαιριών που η ζωή μας χαρίζει μέσα από ανθρώπους, αρχικά ξένους. Είμαι σίγουρη πως δε θα έφταναν τόμοι ολόκληροι για να περιγράψει κανείς από εμάς πόσα χρωστάει στους φίλους του, πόσα έχει μάθει, πως η ζωή του θα μπορούσε να είναι πέρα για πέρα αγνώριστη χωρίς την ύπαρξή τους.
Επιλέγουμε τα άτομα που συμπορευτούν μαζί μας, ανάλογα με τα χνώτα μας. Θέλουμε να μιλάμε την ίδια γλώσσα, να μπορούμε να εκφράσουμε ότι νιώθουμε άφοβα, με την ασφάλεια της αποδοχής και της αμοιβαίας αγάπης να περιμένει στο τέλος του δρόμου. Αυτό άλλωστε δεν ορίζουμε ως φιλία; Έναν δεσμό αδερφικό κι αυθόρμητο, που χρειάζονται χιλιάδες καλές και κακές στιγμές για να χτιστεί, να γίνει άτρωτος κι ανηπερέαστος στις αλλαγές που η ζωή θα φέρει στον διάβα μας, έναν δεσμό που γίνεται συν ένα κομμάτι της ταυτότητάς μας. Είμαι αυτός, διάλεξα αυτούς για να πορευτώ από ‘δω και πέρα, χάρη σε αυτούς πολεμάω τη μοναξιά μου, χάρη σε αυτούς νιώθω λιγάκι πιο γαμάτος σ’ έναν κόσμο όχι και τόσο γαμάτο.
Αλλά αλήθεια, ποια είναι τα ρεαλιστικά και μη κριτήρια, με τα οποία θα βάλεις κάποιον στη λίστα των στενών σου φίλων; Αρχικά πρέπει να επησημάνουμε τον κλοιό της ασφάλειας. Άνθρωποι δηλαδή όχι πολύ διαφορετικοί από σένα, άτομα που δε σας χωρίζουν αγεφύρωτες διαφορές, ώστε να μπορεί ο ένας να καθρεφτίζεται στον άλλον, να μην αντικρίζει έναν πραγματικά ξένο, που δε θα έχει να μοιραστεί μαζί του το παραμικρό. Αυτό στην καθημερινότητά μας θα μπορούσε να μεταφραστεί με δεδομένα κοινωνικά, ταξικά, ακόμη και φυλετικά. Παρέες που σχηματίζονται με άτομα κοινής καταγωγής και κουλτούρας, καθώς στο μυαλό μας τουλάχιστον, έτσι διασφαλίζουμε την επιθυμητή «ομοιότητα».
Κάπου εδώ εντοπίζεται ένα χρόνιο κλισέ, ίσως και λίγο άδικο. Μια πεποίθηση που προέρχεται από κοινωνικά στερεότυπα που ενδεχομένως δεν έλειψαν από πολλά σπίτια, κι όπως είναι λογικό άθελά μας τα κουβαλάμε. Μιλάμε για την αντίληψη που θέλει τους ανθρώπους χωρίς μεγάλες διαφορές από εμάς να είναι η πιο ασφαλής επιλογή για να τους βάλουμε στα σπίτια μας και μαζί και στην καρδιά μας. Άλλωστε τι μπορεί να πάει στραβά, αφού «αν είναι σαν κι εσένα, είναι σωστός».
Αν δούμε λοιπόν το νόμισμα από την αντίθετη του πλευρά, μια πλευρά πιο ανοιχτή στην διαφορετικότητα και πιο ενδιαφέρουσα αν αναλογιστεί κανείς τα σημερινά δεδομένα ζωής, και κουλτούρας που τείνουμε να υιοθετήσουμε, πόσο διαφορετική θα ήταν η καθημερινότητά σου, αν τα μέλη της παρέας σου απαρτίζονταν από άτομα με καταγωγή από διαφορετικές χώρες; Πόσες διαφορετικές συνήθειες θα περιπλέκονταν σε ένα μονάχα τραπέζι; Το αποτέλεσμα δεν είναι άλλο πέρα από χιλιάδες νέα ερεθίσματα, που δεν ξέρουμε με σιγουριά αν σε κάνουν καλύτερο, αλλά αυτό που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί είναι πως δε σε αφήνουν ίδιο. Η έννοια και η αξία της πολυπολιτισμικότητας σε μια εποχή σαν τη σημερινή έχει συζητηθεί πολλάκις, αλλά η ύπαρξη μιας τέτοιας συγκυρίας σε μια ομάδα που δημιουργείται μέσα από φιλικό δεσμό, ίσως χαρακτηρίζεται ως ευτύχημα.
Αυτά που προσπάθησαν να μας διδάξουν τα φοιτητικά μας χρόνια, δίνοντάς μας την ευκαιρία σαν ταξιδέψουμε σε άλλες χώρες, είναι μόνο ένα μικρό παράδειγμα για να πιαστεί κανείς. Ταξίδια, αλλαγές για λόγους δουλειάς και μη, μας δίνουν την ευκαιρία να αλληλεπιδράσουμε και μακροπρόθεσμα ν’ αγαπήσουμε κάποιους αγνώστους, που ίσως δε μιλάμε την ίδια γλώσσα, που τα κοινά μας γνωρίσματα με μια ματιά είναι μηδενικά. Που ό,τι είναι γι’ αυτούς άσπρο για μας μεταφράζεται ως μαύρο κι άραχνο. Κι εκεί ακριβώς έχουμε αρχίσει και γνωρίζουμε διαφορετικές πτυχές του κόσμου, μέσα από διαφορετικούς εκπροσώπους του. Άνθρωποι που ταξίδεψαν κι έζησαν εμπειρίες με άτομα που φαινομενικά δεν είχαν τίποτα κοινό να τους φέρει κοντά, μάλλον οδηγήθηκαν σ’ ένα συμπέρασμα ολότελα κοινό. Όλα αυτά που κάνουν κάποιον άνθρωπο να λέγεται φίλος σου, δεν ανήκουν πάντα στο εύρος ενός comfort zone. Βρίσκονται κάπου έξω και μακριά απ’ αυτό, για να σε κάνουν καλύτερο, για να δεις τα πράγματα με μια ματιά αλλιώτικη από αυτή που μέχρι είχες μάθει.
Και για να το κλείσουμε το φιλικό part της εβδομάδας, είναι σημαντικό σε αξίες τόσο μεγάλες κι αναντικατάστατες όπως αυτή της φιλίας, να μην μπαίνουν πρέπει και ταμπελάκια. Αν θα μπορούσαμε να θέσουμε ένα κριτήριο για τη δημιουργία τέτοιων σχέσεων, είναι να καταφέρνουμε να επικοινωνούμε πνευματικά με τους ανθρώπους. Τα κοινά μας χνώτα καλό είναι να απαντούν σε ερωτήματα που δε θα μας ικανοποιήσουν μονάχα για την ταινία που θα δούμε Παρασκευή βράδυ, αλλά για πράγματα πιο μεγάλα, πιο σημαντικά. Κι αν αυτή η συγκυρία κάποιους τους βρει με φίλους όχι μόνο της διπλανής πόρτας, αλλά και της διπλανής χώρας ή ηπείρου, ας είμαστε ειλικρινείς, μόνο τυχερούς τους λέμε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου