Αρκετές φορές αναρωτήθηκα τι είναι αυτό που τελικά μας κάνει να πούμε για κάποιον ότι μας τραβάει, πως μας γοητεύει. Ξεκινά όλο από τη φωνή, το βλέμμα, το ύφος κάποιου ή ξεπερνά τα επιδερμικά και προχωρά σε στάσεις κι εντυπώσεις που μπορεί κανείς να γεννήσει, που έχουν αντίκτυπο τόσο στον ίδιο, όσο και σε εμάς που τον ερωτευόμαστε.
Και τα δύο θα πω. Μα ίσως πια να έχει μεγαλύτερη βαρύτητα να εστιάσουμε στην εικόνα που μας δίνουν άλλοι άνθρωποι για τον ίδιο μας τον εαυτό. Για στιγμές που δεν πιστεύουμε στάλα σ’ αυτό που κάποιος άλλος ανεβάζει για μας, που κάποιος άλλος μας θυμίζει τι είμαστε και τι μπορούμε να γίνουμε. Κι αν προσπαθήσουμε μέσα σε μια τέτοια αντίληψη ν’ αποτινάξουμε το ρομαντικό της υπόθεσης, μήπως το βασικό τέλος μιας σχέσης συντροφικής, ή ακόμα καλύτερα η αφορμή για την έναρξή της, είναι να δούμε στα μάτια ενός άλλου ανθρώπου, όλα τα «μπορώ» που μοναχοί μας αγνοούμε;
Κακά τα ψέματα, οι καιροί είναι δύσκολοι για ζευγαρώματα που θα αποδειχθούν ανθεκτικά, ή κι ουσιώδη. Κι αν ακούγεται απαισιόδοξο κάτι τέτοιο, θα πιαστώ από την τεκμηρίωση της αλλαγής, που αποτελεί κοινό παρανομαστή για πάρα πολλούς τομείς σήμερα. Οι ρυθμοί ζωής τείνουν να δείχνουν πιο βολικοί στο πακέτο του ενός, η ανάγκη για ξεχωριστή υπόσταση αν και παραμένει απαραίτητη εδώ και πολλά χρόνια, σήμερα καθίσταται πιο δύσκολη να την πετύχεις. Με λίγα λόγια, η μία προτεραιότητα καπακώνει την άλλη κι ίσως ξεχνάμε καμιά φορά την ανάγκη για συντροφικότητα, ποιοτική κυρίως, κι όχι αυτή που λειτουργεί σαν πρόχειρο τσιρότο. Και χέρι χέρι μ’ αυτή την ατυχή συγκυρία, θα δούμε πως ξεχνάμε τον εαυτό μας, αφήνουμε λίγο το χαλινάρι και χάνεται αυτό που λέμε οριοθέτηση δυνατοτήτων.
Πολλοί άνθρωποι σε μια ρουτίνα βαριά που τους ρουφάει, αμελούν τις δυνατότητες ή τα θέλω τους, γίνονται ένα με το πρόβλημα που λέγεται «ζωή-πατίνι». Και θα το δούμε είτε για λόγους δουλειάς, πίεσης, προσωπικής και μη, γενικότερα η αιτία που όλους μας τρώει πια είναι μια κούραση ψυχική κι όχι μόνο, που άλλοι την κρύβουμε λίγο κάτω από το χαλί μπας και φύγει μόνη της, κι άλλοι την αφήνουμε λίγο να μας κουκουλώσει, και την διώχνουμε όταν έρθει η ώρα της.
Μέσα στο χάος, θα έρθει εκείνη η ψυχή που θα σε ξυπνήσει. Δεν είναι απλά το στόρι του τύπου «ναι, βγήκα ένα ραντεβού, ωραία ήταν, θα τα πούμε ξανά την Τετάρτη». Εδώ έχουμε να κάνουμε με το επίτευγμα πραγματικής επικοινωνίας, αφυπνιστικής κι άμεσης. Άνθρωποι που μιλώντας μαζί τους θα μπορέσεις να βγεις από τη φούσκα της κούρασης, θα θυμηθείς με τι ματιά έβλεπες πριν λίγο καιρό την αυριανή μέρα. Είναι σαν σφαλιάρα να μπει στη ζωή σου ένας άνθρωπος που δε σε γοητεύει η όψη του, αλλά η λογική του.
Θα ζήλευα πολύ αν άκουγα πως ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που γνωρίζονται υπάρχει η πρόκληση να θέλουμε να γίνουμε καλύτεροι, όχι να φουλάρουμε ανάγκες παροδικές. Σε βοηθάει να κυνηγήσεις αυτή τη δουλειά, που τόσο πολύ θες, γιατί σου υπενθυμίζει πως μπορείς. Σου φωνάζει αν δείχνεις ηττοπάθεια, γιατί αυτός είναι ένας άλλος, όχι αυτός που του συστήθηκε πρώτη φορά. Σε παίρνει από το χέρι να σε σύρει σ’ εκείνον τον ρημαδο- γιατρό, γιατί κι εσύ ακόμα ξέρεις πως κάνεις σαν βλάκας.
Δεν πρόκειται για αφορμές που θα μας έκαναν να αναφωνήσουμε «μα τι γλυκό». Η τουλάχιστον, δεν πρόκειται μόνο γι αυτό. Οι άνθρωποι ως όντα από τη φύση μας, δεν μπορούμε να επιβιώσουμε μόνοι μας, τόσο σωματικά, όσο και ψυχικά. Διψάμε για φροντίδα ώστε να νιώσουμε σημαντικοί. Κι αυτό είναι το πρώτο κομμάτι που λύνει το παζλ από μόνο του. Νιώθοντας πως αξίζουμε μπορούμε και δημιουργούμε, θέλουμε να βγάλουμε προς τα έξω την καλή μας πλευρά, περιμένοντας -απτή και μη- ανταπόδοση.
Το να έχει κανείς απέναντί του κάποιον που τον ανεβάζει, μπορεί να γεννήσει όλα τα συναισθήματα που ψάχνουμε και δε βρίσκουμε. Θαυμασμός κι ειλικρινής εκτίμηση ανάμεσα σε δύο ανθρώπους θα γεννήσουν μια σχέση που θα τους κάνουν να κοιτιούνται όχι μόνο από έρωτα. Ο νους του ανθρώπου πλημμυρίζει από ανασφάλεια όταν δεν ξέρει ποιος είναι ο επόμενος στόχος, ποια είναι η επόμενη στάση μέχρι τα θέλω να πάψουν πια να είναι σχέδια. Κι αν αυτός που μας βοηθά να βρούμε τον δρόμο, είναι αυτός που μαζί του κοιμόμαστε τα βράδια, τότε έχουμε φύγει κατά πολύ από το σενάριο της επιφανειακής σπαρίλας.
Αν ποτέ με ρωτούσε κανείς τι θεωρώ ιδανικό για να πετύχει η συνταγή, θα ήταν να με θαυμάζουν και να θαυμάζω. Κι έτσι να προχωράει η ιστορία, ο ένας να σπρώχνει τον άλλον, και τόσο πιο πολύ θα πετυχαίνει. Αν σε κάθε ανθρώπινη σχέση θεμελιώναμε ως κύρια μεταβλητή την ενθάρρυνση του ενός από τον άλλον, θα βλέπαμε έναν κόσμο όπου ο ανταγωνισμός θα ήταν πραγματικά παραγωγικός. Δεν απορώ λοιπόν, που το happy place του καθένα μας γίνεται ο άνθρωπος που μας ανοίγει τα μάτια κι όχι αυτός που μας ρίχνει στα τάρταρα.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου