Η επικαιρότητα κι αυτή την εβδομάδα μάς πνίγει, μάς κόβει την ανάσα. Η εικόνα των Τεμπών, η συνεχιζόμενη αναζήτηση αγνοούμενων, ο αριθμός των νεκρών που δυστυχώς θ’ αυξηθεί, η απελπισία για την πολιτική αντιμετώπιση, μονοπωλούν το κοινό ενδιαφέρον. Και στη χθεσινή εκπομπή των Ράδιο Αρβύλα, ο αντικατοπτρισμός της πραγματικότητας αυτής ήταν εκεί.

Όσοι παρακολουθούν συστηματικά την εκπομπή, γνωρίζουν πως πέραν του σατιρικού ύφους της, δεν απουσιάζει η κοινωνική ευαισθησία, ο καυστικός σχολιασμός κι ο αφιλτράριστος λόγος. Ο Αντώνης Κανάκης χθες καλωσόρισε το κοινό βουβά, γιατί έτσι αισθάνεται όλη η Ελλάδα. «Δε θα είναι ένα συνηθισμένο Ράδιο Αρβύλα- υπάρχουν στιγμές που ντρεπόμαστε να είμαστε σε αυτή τη θέση.» Αυτή ήταν η εξήγηση για τα πλάνα που θα έπαιζαν στη συνέχεια. Πλάνα μονάχα από άνω ποταμών δημοσιογραφικές δηλώσεις σε δελτία, με στόχο των Αρβύλα να πετύχουν την αφύπνιση, αλλά και την έκθεση. Πρώτα ως γονείς, τελευταία ως παρουσιαστές αυτή τη φορά, αναρωτιούνται, απευθύνουν ερωτήσεις, δε στρογγυλεύουν τίποτα.

Στο δράμα που εκτυλίσσεται αυτές τις μέρες γύρω από την τραγωδία στα Τέμπη, επέλεξαν να σταθούν στην αντιμετώπιση και παρουσίαση του συμβάντος από δημοσιογράφους, εκπομπές, πολιτικούς κι ανθρώπους με δημόσιο βήμα, οι οποίοι ανέλαβαν την (συν)κάλυψη των ειδήσεων. Στις αναφορές περί ανθρώπινης θυσίας στο πλαίσιο βελτίωσης των υποδομών στη χώρα, στην πρόβα για τα λόγια που πρέπει να ειπωθούν λες και κάνουμε πρεμιέρα, στον προεκλογικό αγώνα και τις προτάσεις για επικοινωνιακή πολιτική που η κυβέρνηση πρέπει ν’ ακολουθήσει προκειμένου να βγει αλώβητη από το δυστύχημα στα Τέμπη -γιατί αυτό είναι το ζητούμενο, πώς θα σταυρωθεί σωστά η ψήφος.

Ο Κανάκης στάθηκε στη θέση του μπροστά στην κάμερα, όχι ως παρουσιαστής, Το ίδιο και ο Σερβετάς κι ο Κιούσης. Τρεις άνθρωποι που είδαν το δημόσιο βήμα ως ευκαιρία να εκθέσουν την έκδηλη πια στράτευση της ελληνικής δημοσιογραφίας κι αναλγησίας σε αποσπάσματα λίγων δευτερολέπτων, που απευθύνθηκαν ανοιχτά σε πολιτικούς και δημοσιογράφους ρωτώντας τα αυτονόητα. Χωρίς σημειώσεις, σκονάκια κι οδηγίες για την επίτευξη της καλύτερης δυνατής εικόνας.

Κι εμείς ανοίξαμε τις τηλεοράσεις μας κι ίσως ήταν η πρώτη φορά που, η τραγωδία αυτή που σκεπάζει τη χώρα μας, δε συνοδεύτηκε από δραματική μουσική κι αναφορές για επίκληση στο συναίσθημα. Χθες είδαμε μια επικοινωνία παρουσιαστών και κοινού που στόχο είχαν κάθε άλλο παρά τη συγκάλυψη. Ο Αντώνης Κανάκης αναρωτήθηκε σε διάλογο με τους συμπαρουσιαστές του πολλές φορές, αν «θα συνεχίσουμε αμέριμνοι μέχρι να έρθει η λήθη». Μέχρι ν’ ανοίξουμε το επόμενο τηλεοπτικό πρόγραμμα, μέχρι να ξεχάσουμε πού πρέπει να επιρρίψουμε ευθύνες, μέχρι να γίνουμε ξανά χειροκροτητές σε πρόσωπα που μας στερούν ελευθερία, λόγο, το δικαίωμα στην ίδια τη ζωή. Απορίες πολύ εύλογες, που φτάνουν την οργή σε επίπεδα άνευ προηγουμένου.

Ζούμε στη χώρα που η αλήθεια πια είναι τελείως διαπραγματεύσιμη και συζητήσιμη. Αλλάζει και ξεπουλιέται αν το συμφέρον του ενός ή του άλλου μεγαλώνει και δυστυχώς αυτή η μεταβλητή παραμένει ισχυρή ακόμα και μπροστά σε τέτοια γεγονότα. Λυπηρό και βάναυσο, που η σημερινή μας πραγματικότητα μπορεί ν’ αποτυπωθεί σε μια αγανακτισμένη φράση του Κανάκη: «Γ** τις γραβάτες σας, τα σακάκια σας, τα πτυχία σας, τις σπουδές σας, τις θέσεις σας, τη μούρη που πουλάτε.» Φτάσαμε ως εδώ λοιπόν κύριοι και κυρίες. Να φοβόμαστε τη ζωή, να φοβόμαστε όσα θα θεωρούσαμε δεδομένα, να τρέμουμε για μια απλή διαδρομή και μια πορεία. Κι ως απάντηση, να πέρνουμε φτηνή και κακής ποιότητας δημοσιογραφία. Η Γιάμαλη, η Τζίμα, οι Αρβύλα, μόνοι τους κι οι άλλο όλοι απέναντι. Μόνο που όποιος δε μέτρησε σωστά τα νούμερα, είναι γιατί ξέχασε πως μαζί τους, είμαστε κι όλοι εμείς.

 

Πηγή φωτογραφίας

Συντάκτης: Αλίκη Μουσμούλα
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου