Εάν κανείς αναλογιστεί τη στάση του απέναντι στους συντρόφους του κατά το παρελθόν, ή ακόμα και σε μια σχέση που διαδραματίζεται στο παρόν, θα δει σίγουρα έστω και για μια φορά το προσωπείο που αρχικά παρουσιάστηκε, να σπάει και να γεννιέται μέσα από αυτό ένας νέος εαυτός, με εμφανή τρωτά σημεία. Συναισθήματα και συμπεριφορές βγαίνουν στην επιφάνεια εντελώς αβίαστα και φαίνονται να ουρλιάζουν από απόγνωση. Ζητούν ένα σημάδι από τον απέναντι για να δώσει το “ok” πως όλα βαίνουν καλώς, πως το καράβι δε βουλιάζει τελικά, όπως αρχικά φοβόμασταν.
Ξαφνικά ξεσπάσματα ζήλιας και μούτρα από το πουθενά, παράπονα του στιλ «εγώ δε σημαίνω τίποτα για σένα», «πού είσαι και δεν απαντάς», ίσως είναι γνώριμα, αν όχι σε όλους, σίγουρα στους περισσότερους. Κι αν αρχικά πιαστούμε από τέτοιες φαινομενικά παράλογες συμπεριφορές που ταράζουν τη ροή της σχέσης, μπορούμε να φτάσουμε και στην αιτία τους. Ως άνθρωποι θα λέγαμε πως χαρακτηριζόμαστε ως εξαιρετικά αντιφατικά κι ιδιαίτερα όντα, αφού τη μια στιγμή δείχνουμε αξιοθαύμαστο θάρρος να κατακτήσουμε με όλα μας τα όπλα αυτόν που μας κέρδισε, ενώ την αμέσως επόμενη πνιγόμαστε στη φοβία της απώλειάς του από τη ζωή μας. Το ακόμη πιο οδυνηρό σενάριο; Ο άνθρωπός μας να μείνει στη ζωή μας, αλλά να χαθεί ο έρωτάς του για μας.
Και το έργο συνεχίζεται με πλοκή που δεν πρόκειται να προκαλέσει έκπληξη. Μέσα στη σχέση, ο ένας αποζητά συνεχώς κινήσεις που θα επικυρώνουν και θα μονοπωλούν το ενδιαφέρον του συντρόφου του- σαν να βλέπεις ένα μικρό παιδί να έχει πεισμώσει για το χατίρι που οι μεγαλύτεροι τού αρνούνται. Σε οποιαδήποτε από τις δύο περιπτώσεις, η απάντηση δεν είναι και τόσο περίπλοκη, αρκεί να πρυτανεύσει η λογική από το άτομο που καλείται να διαχειριστεί μια τέτοια στάση από τον σύντροφό του. Βασική προϋπόθεση είναι να υπάρχει σιγουριά, ότι για την ανασφάλεια που βγάζει το ταίρι σου δεν έχεις βάλει εσύ το χεράκι σου με αδιαφορίες, ή άλλες δικές σου ατασθαλίες. Γιατί, εκεί το ερώτημα έχει απαντηθεί και το καμπανάκι χτυπάει για σένα.
Εφόσον, λοιπόν, τέτοιο θέμα δεν τίθεται, καλούμαστε να βρούμε αυτό το γιατί που μας χαλάει τη ζαχαρένια με το αγαπημένο μας πρόσωπο και το πώς, που θα φέρει τη γιατρειά στο πρόβλημα και θα ηρεμήσει μια και καλή τον άνθρωπό μας, που για χάρη μας μάλλον δεινοπαθεί. Σε μια φάση που οι ισορροπίες μεταξύ των δύο συντρόφων δείχνουν να γκρεμίζονται, βγαίνει στο φως το τσουβάλι που λέγεται φόβος, μάς κάνει σκληρούς κι άδικους, γεννάμε λάθη εκεί που δεν υπάρχουν κι αν υπάρχουν, τα κάνουμε να φαίνονται πιο μεγάλα, πιο σοβαρά. Αυτό ίσως να συμβαίνει επειδή πέφτουμε στο τριπάκι να ζητάμε όλο και περισσότερα, με αποτέλεσμα όταν μας δίνουν όσα πραγματικά χρειαζόμαστε, καταλήγουμε να νιώθουμε παραμελημένοι- πως αυτός που αγαπούμε μας βάζει σε δεύτερη μοίρα. Τώρα αυτό δεν είναι άδικο;
Σε σχέσεις που έχουμε αφιερώσει το μέσα μας -ή αν δεν προλάβαμε ακόμη, είμαστε πρόθυμοι να το κάνουμε- είναι πολύ σημαντικό σε στιγμές ανακατωσούρας που η ανασφάλεια θολώνει το τοπίο, να παγώνουμε για λίγο το συναίσθημα με λογική. Αυτός που κοιμάται μαζί σου το βράδυ κι αγχώνεται αν θα τα πας καλά στη δουλειά, αυτή που ξυπνάει πριν από σένα για να προλάβει να σου πει καλημέρα, σου έχει προσφέρει μαζί με όλα τ’ άλλα και την επιβεβαίωση που τόσο έντονα ζητάς. Με τη σειρά σου κάνεις τα ίδια, αν όχι περισσότερα. Κι έχεις λύσει τον γρίφο αν τελικά σε αγαπά ή όχι, χωρίς βέβαια να το ξέρεις, χωρίς να είσαι σε θέση να χαρείς γι’ αυτό. Είναι απολύτως φυσιολογικό να υπάρχουν στιγμές που δεν μπορούμε να δούμε καθαρά κάποια πράγματα και ν’ αναλογιστούμε την αξία τους.
Μπορεί με το πέρασμα του χρόνου κάποιες απλές καθημερινές κινήσεις από την πλευρά των συντρόφων μας να εκλείπουν και να μας κάνουν να πιστεύουμε πως το συναίσθημα έχει φθαρεί. Η ουσία όμως βρίσκεται στο απλό και προφανές, πως ακόμα κι αν ο χρόνος περνά και γκρεμίζει ή χτίζει καταστάσεις, το μεταξύ σας στέκεται όρθιο. Εάν κοιτάξουμε το δάσος και όχι το δέντρο θα αφήσουμε πίσω μας την ανασφάλεια. Μόνο αν μάθουμε να βλέπουμε πιο σφαιρικά τα πράγματα θα ανακαλύψουμε πως η παγίδα της επιβεβαίωσης είναι ένα παιχνίδι του δικού μας μυαλού, που σίγουρα δε μας δίνει το σωστό έπαθλο στο τέλος.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου