Όλα ξεκινούν με τις κατάλληλες προϋποθέσεις. Οι συνθήκες ιδανικές και το πρόσωπο που βρίσκεται απέναντι σου, σου κινεί το ενδιαφέρον, σε ενθουσιάζει και φαίνεται να έχει προοπτικές. Και ξαφνικά, εκεί που όλα φαντάζουν τέλεια, το γνωστό too good to be true έρχεται να σου πιπιλίσει το μυαλό και να σε ξενερώσει μονομιάς. Χωρίς δεύτερες σκέψεις και προσπάθεια. Απλά ξενερώνεις και απορρίπτεις το υποψήφιο ταίρι γιατί δε σου κάνει.
Μήπως, όμως, είμαστε λίγο υπερβολικοί; Αυτό που σήμερα σε ξενερώνει, αύριο, μπορεί να σε φτιάχνει στο τέρμα και να τρέχεις από πίσω του, παρακαλώντας για λίγη σημασία και μια δεύτερη ευκαιρία. Τίποτα δεν είναι σταθερό στη ζωή μας, άρα και το ξενέρωμα που μας προκαλεί κάποιος –επειδή θεωρητικά δε μας κάνει- δε θα ‘πρεπε να είναι απόλυτο.
Ξενερώνουμε που ο άλλος δεν έχει την εμφάνιση μοντέλου, ή τέλος πάντων δε συγκλίνει με αυτό που έχουμε εμείς στο νου μας. Μας χαλάει που δεν έχει τα χαρακτηριστικά που θα θέλαμε να βλέπουμε στον υποψήφιο έρωτά μας. Ξενερώνουμε που κάποιος μας φέρεται άψογα από το πρώτο κιόλας ραντεβού, που θα μας κεράσει ένα ποτό, που θα μας προσέξει ακόμη κι αν δε μας ξέρει καιρό. Ξενερώνουμε με τα χόμπι, τις απόψεις και τις συνήθειές του, ακόμα κι αν μας αρέσει εμφανισιακά. Κάτι θα μας ξινίσει, κάτι θα μας τσινίσει, γενικά όλο και κάτι θα βρούμε να του φορτώσουμε του ανθρώπου, προκειμένου να του ρίξουμε άκυρο και να δικαιολογήσουμε την ξενέρα που προκαλείται ενδεχομένως από την παραξενιά μας. Όμως, όταν ο άλλος είναι όπως τον έχουμε φανταστεί και δε μας θέλει όπως τον θέλουμε, όταν μας γράφει κι εμείς κολλάμε, τότε δεν ξενερώνουμε, γιατί η γνωστή μέθοδος του γραμματόσημου τον κάνει πιο ποθητό.
Ξενερώνουμε όταν κάποιος μας θέλει πολύ και μας το δείχνει, ή κολλάμε στο γνωστό «Κάποιο λάκκο θα έχει η φάβα» οπότε την κάνουμε. Αδυνατούμε ίσως να κρίνουμε τον εαυτό μας άξιο για μια τέτοια κατάκτηση. Ο άλλος είναι περίεργος που μας θέλει, ενώ εμείς που επιμένουμε να μένουμε κολλημένοι σε ό,τι δεν αξίζει και να ξενερώνουμε με όλους τους υπόλοιπους, δεν είμαστε αλλόκοτοι. Τι δεν πάει καλά με την πάρτη μας τελικά;
Απλά μας περνάει ο ενθουσιασμός και το ενδιαφέρον και βρισκόμαστε σε κλάσματα δευτερολέπτου στην αντιπέρα όχθη. Δε γίνεται να ξενερώνεις όμως, χωρίς να δώσεις μια ευκαιρία, χωρίς να προσπαθήσεις καν να δοκιμάσεις. Τα έχουμε όλα τόσο ιδανικά στο μυαλό μας και σύμφωνα με τα τωρινά μας γούστα που αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι κάτι μπορεί να αλλάξει μετέπειτα. Η ευκαιρία που δεν έδωσες σήμερα, αύριο-μεθαύριο θα βρεθεί μπροστά σου ξανά και τότε θα κλαίγεσαι που την έχασες. Κι γιατί αυτό; Γιατί, είτε θα καταλάβεις ότι τέτοιες ευκαιρίες δεν τις συναντάς κάθε μέρα, είτε θα κολλήσεις όταν διαπιστώσεις ότι ίσως και να σου άρεσε εκείνο το πρόσωπο που κάποτε γνώρισες και τώρα βρέθηκε μπροστά σου με άλλον.
‘Όπως το φαγητό που κάποτε σιχαινόσουν και όταν μεγάλωσες δοκίμασες και διαπίστωσες τι έχανες τόσο καιρό ή το άθλημα που απέρριψες πριν καν ασχοληθείς και στην πορεία πειραματίστηκες και είδες πόσο σου ταιριάζει, έτσι κι ένας υποψήφιος σύντροφος που τώρα σε ξενερώνει γιατί δεν είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα και τα γούστα σου, μελλοντικά μπορεί να σε κάνει να σου τρέχουν τα σάλια με το που τον βλέπεις και να αναρωτιέσαι γιατί φέρθηκες τόσο επιπόλαια, ανώριμα κι απόλυτα, χωρίς να δώσεις μια ευκαιρία.
Επειδή ποτέ δεν ξέρουμε τι μπορεί να προκύψει, ας μην είμαστε τόσο απόλυτοι σε κάποιες καταστάσεις. Τίποτα δεν είναι σταθερό στη ζωή, πόσο μάλλον εμείς και το τι μας κεντρίζει το ενδιαφέρον. Όπως είπε κάποτε και ο Bob Dylan «Τίποτα δεν είναι πιο σταθερό από μια αλλαγή» κι επειδή συνεχώς αλλάζουμε σε ό,τι έχει να κάνει με επιθυμίες, ενδιαφέροντα και γούστα γενικότερα, είναι καιρός να πάψουμε να απορρίπτουμε ό,τι δεν ταιριάζει γάντι σε αυτά, αν δε δοκιμάσουμε πρώτα.
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Εφρεμίδη