Οbject Relation theory ή διαφορετικά θεωρία των αντικειμενικών σχέσεων. Η θεωρία αυτή αποτελεί σημαντικό τμήμα της ψυχαναλυτικής ψυχολογίας και ασχολείται με τις διαπροσωπικές σχέσεις, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη σχέση που αναπτύσσει το άτομο κατά τη διάρκεια της εξέλιξής του με το περιβάλλον του, ιδίως σε ό,τι αφορά την οικογένεια.
Έτσι, λοιπόν, μέσα από αυτή φανερώνεται πώς οι άνθρωποι συμπεριφέρονται στις σχέσεις τους και αντιδρούν σε καταστάσεις κατά την ενήλικη ζωή τους, ανάλογα με τα οικογενειακά βιώματα και τις εμπειρίες της βρεφικής τους ηλικίας. Εάν παραδείγματος χάρη, ένας ενήλικας έχει βιώσει άσχημες εμπειρίες στην παιδική του ηλικία, μεγαλώνοντας αναμένει παρόμοια συμπεριφορά από τους ανθρώπους που συναντά -πόσο μάλλον όταν του θυμίζουν το γονιό που δεν του φέρθηκε καλά. Οι εικόνες αυτές -είτε αφορούν ανθρώπους, είτε στιγμές- μετατρέπονται σε αντικείμενα στο ασυνείδητο που έρχονται στην επιφάνεια και χρησιμοποιούνται κάθε φορά από τον εσωτερικό ψυχισμό για να προβλέψουν τη συμπεριφορά μας στις αλληλεπιδράσεις με τους γύρω μας. Τα εσωτερικά μας «αντικείμενα» είναι συνήθως προσωποποιημένες εικόνες της μητέρας, του πατέρα ή κάποιου ανθρώπου που μας φρόντισε.
Η σχέση βρέφους-μητέρας αποτελεί κεντρικό άξονα της θεωρίας, μιας που το πρώτο «αντικείμενο» με το οποίο έρχεται σε επαφή κάποιος μετά τη γέννησή του είναι αυτή. Οι αλληλεπιδράσεις τους είναι τόσο βαθιές και έντονες που αποτελούν κεντρικό πυλώνα για την μεταγενέστερη πορεία του ατόμου και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του και αντιδρά σε αυτόν.
Πολλοί είναι οι μελετητές που ασχολήθηκαν στο πέρασμα των χρόνων με τη θεωρία αυτή. Ο Freud θεώρησε αρχικά άτομα στο περιβάλλον ενός ατόμου ως «αντικείμενα». Η Melanie Klein, ευρέως γνωστή για την ενασχόλησή της με την θεωρία σχέσεων-αντικειμένων, ήταν η πρώτη που επισήμανε τη σημασία των πρώιμων σχέσεων του βρέφους. Σύμφωνα με τη θεωρία της, το βρέφος στους πρώτους μήνες της ζωής του έχει συγκεχυμένη αντίληψη του εαυτού του και του εξωτερικού κόσμου και δεν μπορεί να αντιληφθεί τη μητέρα ως «ξεχωριστή» οντότητα. Το μητρικό στήθος αποτελεί το σημαντικότερο αντικείμενο στο στάδιο αυτό και η δυσκολία που αντιμετωπίζει είναι η εκ γενετής αμφιθυμία του προς αυτό, αφού άλλοτε το αντιλαμβάνεται ως «καλό» (πηγή τροφής και ικανοποίησης) και άλλοτε ως «κακό» (πηγή αποστέρησης). Το «καλό» στήθος γίνεται εστιακό σημείο γύρω από το οποίο αναπτύσσεται το «εγώ». Το στήθος ουσιαστικά σχετίζεται με τη μητέρα, αφού αυτή γίνεται αντιληπτή ως στήθος («αντικείμενο»). Αναλόγως, αναπτύσσονται ο θυμός, ο φόβος και η καχυποψία προς το μητρικό στήθος, αφού μεγαλώνοντας το βρέφος καταλαβαίνει σταδιακά ότι η μητέρα είναι κάτι περισσότερο από αυτό, γεγονός που προκαλεί αντιδράσεις που απειλούν την ατομικότητα του.
Ο William Ronald Dodge Fairbairn, απομακρύνθηκε από τις θεωρίες του Freud, υποστηρίζοντας ότι η ανθρώπινη ανάπτυξη χαρακτηριζόταν από ένα σταδιακό αποχωρισμού από το γονέα τόσο σωματικά όσο και ψυχικά, λόγω της εμφάνισης ενός «κεντρικού εγώ» που συνεχώς ωριμάζει αποτελώντας τον μετέπειτα νεαρό ενήλικα. Η σχέση με τα αντικείμενα αποτελεί ουσιαστικά διαδικασία μέσω της οποίας η βρεφική εξάρτηση από το αντικείμενο αντικαθίσταται σταδιακά από την ώριμη εξάρτηση μαζί του. Έτσι, καθώς το βρέφος μεγαλώνει κατανοεί ότι δεν ανήκει στη μητέρα του, οπότε γίνεται ανεξάρτητο και λειτουργικό. Βέβαια, αυτό δε συμβαίνει με παιδιά που δε λαμβάνουν αρκετή αγάπη και φροντίδα. Τα παιδιά αυτά παραμένουν κολλημένα σε «αντικείμενα» (γονείς) προκειμένου να βρουν υποστήριξη και η σχέση τους μαζί τους είναι γεμάτη άγχος για τον αποχωρισμό, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να περάσουν στο μεταβατικό στάδιο.
Ο Donald Woods Winnicott μίλησε για τη συγκεκριμένη θεωρία υποστηρίζοντας πως η ικανοποιητική γονική μέριμνα και η καλή φροντίδα εμφανίζουν τον «αληθινό εαυτό» του ατόμου, ενώ η έλλειψή τους τον «ψεύτικο εαυτό». Ακόμα, υπάρχουν μεταβατικά αντικείμενα -τα πρώτα αντικείμενα του μωρού- όπως μια κουβέρτα, ένα αρκουδάκι τα οποία το βοηθούν στη μείωση του άγχους του αποχωρισμού και στην απεξάρτηση του από τη μητέρα.
Εκτός αυτών, πολλοί είναι ακόμη οι μελετητές που ασχολήθηκαν με την θεωρία αυτή, κύριο συμπέρασμα όλων να αποτελεί πως πράγματι η ανάπτυξη η εξέλιξη και η συμπεριφορά μας σχετίζονται άμεσα με την αλληλεπίδραση που είχαμε με τα «αντικείμενα» της πρώιμης ηλικίας μας και ιδιαίτερα με τους γονείς μας. Σίγουρα, οι μεταγενέστερες εμπειρίες μπορούν να διαμορφώσουν αυτά τα πρότυπα, αλλά συνήθως τα αντικείμενα συνεχίζουν να ασκούν ισχυρή επιρροή καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωή μας. Η αγάπη, η συντροφικότητα, η φροντίδα που δείχνουμε στους γύρω μας, αλλά και το μίσος, ο θυμός και η επιθετικότητα μας, συνδέονται άμεσα με τον τρόπο που μεγαλώσαμε και τα ερεθίσματα που λάβαμε από τους γονείς μας.
Επιμέλεια κειμένου: Βασιλική Γ.