Ίσως να σου ‘χει τύχει κι εσένα να βρεθείς αντιμέτωπος με έναν άνθρωπο που δεν ήθελε ή απλά φοβόταν να δεσμευτεί, παρέμενε απόμακρος κι αρνήθηκε, τελικά, να μπει σε μια σχέση μαζί σου, ενώ αρχικά έδειχνε να γουστάρει. Προτιμούσε μερικές όμορφες βραδιές, περιστασιακή συναναστροφή, πλήρως απαλλαγμένη από καθετί που μοιάζει με συναίσθημα, αντί να αφήσει τις αναστολές του και να αφεθεί.

Τον ονόμασες «δεσμοφοβικό», και καλά έκανες γιατί ήταν. Μάστιγα της εποχής, οι δεσμοφοβικοί είναι εκεί έξω κι είναι πολλοί. Αρνούνται τη σχέση ή αν, τελικά, αποφασίσουν να κάνουν, παραμένουν ρηχοί και κυνικοί. Δε δίνονται, δεν αποκαλύπτουν τα συναισθήματά τους και γενικότερα πολλά «δεν».

Είναι καχύποπτοι μαζί σου, ειδικά όταν προσπαθείς  να τους πλησιάσεις. Μην τυχόν κι ανακαλύψεις την αχίλλειο πτέρνα τους. Εκείνο το σημείο, δηλαδή, που τους κάνεις αδύναμους και τρωτούς και που αν το βρεις θα ‘χεις ανακαλύψει και τον τρόπο για να δεθούν μαζί σου. Γιατί, μη νομίζεις, όλοι έχουν ένα τέτοιο, όσο άτρωτοι κι αν προσπαθούν να δείχνουν.

Καχύποπτοι, δεν είναι, όμως, μόνο μαζί σου, με τη σχέση σας ή την παραλίγο σχέση σας. Φέρονται διστακτικά σε καθετί που συναντούν στη ζωή τους. Φιλίες, επαγγελματικά, ίσως ακόμη και στα οικογενειακά. Ίσως να αντιμετωπίζουν και την ίδια τη ζωή με καχυποψία.  Προτιμούν να μένουν αποστασιοποιημένοι και παρουσιάζουν εμφανή δείγματα αντικοινωνικότητας. Οτιδήποτε μη οικείο τούς τρομάζει κι έτσι κρατούν αποστάσεις ασφαλείας, ιδιαίτερα όταν αυτό νιώθουν ότι απειλεί την κυριαρχία τους. Δεν είναι ομιλητικοί, ούτε δεκτικοί. Αν σου μιλήσουν θα ‘ναι μόνο δύο-τρεις τυπικές κουβέντες και μέχρι εκεί.

Ζούμε σε μια εποχή που δυστυχώς παρατηρείται έντονα το φαινόμενο της κοινωνικής παθογένειας και ψυχοπαθολογίας, όπως αναφέρει στις παραδόσεις του ο ομότιμος καθηγητής Κοινωνικής Ψυχολογίας του ΕΚΠΑ, Δρ. Εμμανουήλ Κορχιδάκης. Το φαινόμενο αυτό, λοιπόν, χαρακτηρίζεται απ’ την αντικοινωνική συμπεριφορά, την κοινωνιοφοβία και τέλος την κοινωνιοπάθεια. Όλα αυτά που συναντάς και στους δεσμοφοβικούς, με λίγα λόγια, αφού και τις συναναστροφές με τους γύρω τους αποφεύγουν, και τον κόσμο φοβούνται, κι απαθείς απέναντι στην εξελικτική πορεία της ζωής μένουν.

Ο άνθρωπος είναι απ’ τη φύση του ον κοινωνικό και χωρίς το μοίρασμα και τη μέθεξη όλων των πραγμάτων, των συναισθημάτων και των λοιπών αγαθών του ανθρώπινου βίου, η ζωή του επί Γης καθίσταται «βίος αβίωτος». Έτσι, καταλήγει κενός από βιωματικές εμπειρίες κι ουσιαστικό περιεχόμενο. Πρέπει να ξέρεις, όμως, αν δεν το έχεις σκεφτεί ήδη, ότι για τη συμπεριφορά τους αυτή και τη στάση τους απέναντι στη ζωή δε φταίνε –αποκλειστικά– οι ίδιοι. Δε φταίνε αυτοί που αντιμετωπίζουν τα πάντα με καχυποψία και φοβούνται μέχρι και τη σκιά τους. Φταίνε, συνήθως, τα ερεθίσματα που έλαβαν από μικρά παιδιά.

Μέσα μας επιδρούν διάφορες δυνάμεις που καθορίζουν τη σύνδεσή μας με τους άλλους και την κοινωνία. Βασιζόμενοι σε επιρροές απ’ τις σχέσεις που βιώσαμε στην παιδική κι εφηβική μας ηλικία και στην πρώιμη ωριμότητά μας, σχηματοποιούμε απόψεις για το πώς σχετιζόμαστε με τους άλλους, για το αν και πώς τους προσεγγίζουμε, αν αποφεύγουμε τη δέσμευση ή αν παραλύουμε. Εξελίσσουμε ο καθένας μας διαφορετικά είδη σχέσεων λόγω γονιδίων κι εμπειριών.

Οι συμπεριφορές μας βασίζονται σε κρυμμένα μονοπάτια που στην πλειονότητά τους παγιώνονται από πολύ νωρίς στο μυαλό και την ψυχή μας. Κάποια μετατραυματική σύγκρουση, όπως οι συνεχείς καβγάδες των γονιών ή ο χωρισμός τους ή ακόμη κι η έλλειψη ενδιαφέροντος για την επαρκή κι υγιή ανάπτυξη της συμπεριφοράς του παιδιού εκ μέρους τους, δημιουργούν μια αίσθηση φόβου για κοινωνικοποίηση και δέσμευση. Κι όταν το τραύμα επιδεινωθεί, οδηγούμαστε στη δημιουργία αυτών που ονομάζουμε δεσμοφοβικούς.

Σαν μια πληγή που αν δεν την προσέξουμε και τη φροντίσουμε, ώστε να κλείσει και να επουλωθεί, είναι πάντα εκεί και με την παραμικρή απροσεξία ανοίγει. Έτσι και τα φοβικά σύνδρομα που έχουν τέτοιοι άνθρωποι, όταν δε φροντίζονται με κάποιου είδους ψυχολογική υποστήριξη, συντελούν στο να παραμένουν στάσιμοι και συναισθηματικά κενοί.

Άλλωστε, η καχυποψία είναι απλώς εξωτερική έκφραση κι εκδήλωση φοβικών ψυχολογικών καταστάσεων, ανασφάλειας κι αβεβαιότητας, σε συνδυασμό με την άρνηση κάθε μορφής διάθεσης για μοίρασμα λεπτών συγκινήσεων και βιωμάτων, με αποτέλεσμα να μην καταφέρνει το άτομο να μοιραστεί μια ισορροπημένη, ευχάριστη κι ωφέλιμη ζωή με το ταίρι του, μέσα απ’ την οποία θα ωριμάζουν και θα τελειοποιούνται κι οι δύο.

 

Συντάκτης: Γεωργία Ιορδανοπούλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη