Υπομονή (θηλυκό): Ουσιαστικό, η ιδιότητα εκείνου που μπορεί να περιμένει, χωρίς να βιάζεται, διατηρώντας την ηρεμία του (aka η λέξη που αν δεν έχεις βαρεθεί ήδη ν’ ακούς, θα το κάνεις όταν πάει το ταίρι σου στρατό).
[λόγ. < αρχ. ὑπομονητικός· συμφυρ. των αρχ. ὑπομονητικός & ὑπομενετικός]
«Κάνε υπομονή», «θα περάσει γρήγορα ο καιρός», «μη στεναχωριέσαι»: Ας μου απαντήσει κάποιος υπεύθυνα κι ας μου πει πότε βοήθησαν τον οποιοδήποτε τέτοιες εκφράσεις. Ας μας πει έστω πού στο καλό μένει αυτή η ριμάδα η υπομονή να πάμε να της χτυπήσουμε τα κουδούνια, γιατί όλο γι’ αυτή ακούμε και ποτέ δεν τη βλέπουμε.
Να μας πει κάποιος τέλος πάντων πώς πρέπει να κάνουμε υπομονή όταν αγαπάμε έναν άνθρωπο, είμαστε ερωτευμένοι μαζί του, κι όχι μόνο είναι χλμ. μακριά, αλλά είναι κάπου -που κατά πάσα πιθανότητα δε θέλει- και απέχει απ’ εμάς και χλμ. αισθηματικά. Γιατί καλή η υπομονή αλλά κακά και τα ψέμματα. Όταν το πρόβλημα του άλλου είναι ότι πρέπει να κάνει εναλλάξ τσιγάρο με τον δίπλα, να ξυπνήσει στις 6 και να κάνει χαμαλοδουλειές, απέχει πολύ απ’ εμάς που έχουμε μείνει έξω και τα προβλήματά μας είναι διαφορετικά.
Γιατί γι’ εκείνον, είναι θέμα το γεγονός ότι πρέπει να στρώσει το κρεβάτι του με συγκεκριμένο τρόπο και για μας είναι θέμα τα άπλυτα στο νεροχύτη κι ο απλήρωτος λογαριασμός του netflix. Κι έτσι, ακόμα κι αν είμαστε τυχεροί κι έχουμε συχνή επικοινωνία, άκρη δε βγαίνει κι αισθανόμαστε απομακρυσμένοι με τον άλλον. Και να οι καβγάδες, να οι ζήλιες, να οι στερήσεις, να τα 8ωρα στο λεωφορείο για να δούμε μόνο για δυο ώρες ένα άτομο που αγαπάμε.
Σαν να μη φτάνει λοιπόν που πονάει η απουσία του άλλου από μόνη της, έχεις και τον κάθε πικραμένο να σου λέει «κάνε υπομονή». Και υπάρχει και κάτι ακόμα χειρότερο απ’ αυτό: Έχει δίκιο, η υπομονή είναι αυτό που χρειάζεται. Και ναι το ξέρω, εκείνη την ώρα θέλεις να τον βρίσεις για την «υπέροχη» συμβουλή του, έλα όμως που δεν μπορείς να του πεις τίποτα και που όσο κι αν το σιχαίνεσαι, αυτή είναι η λύση.
Αλλά ναι, φυσικά και πονάει η σχέση που φοράει παραλλαγή. Είναι ζόρι να κλαις κι ο άλλος να λείπει, να παίρνεις αύξηση ή να απολείεσαι και να μην μπορείς να βρεθείς στην αγκαλιά του. Είναι κακό να έχεις να δώσεις ένα ακόμα μάθημα για πτυχίο και να μην είναι εκεί να σου δίνει φιλιά και να σου κάνει καφέ για ν’ αντέξεις. Είναι μ@λ@κία, αλλά τι να κάνουμε που είναι αναγκαία; Γιατί όταν σας χωρίζουν μερικά χλμ. -πολλά ή λίγα-, τουλάχιστον ο άλλος αν χρειαστεί σου απαντάει κάθε δευτερόλεπτο, παίρνει το αεροπλάνο κι έρχεται με την πρώτη ευκαιρία χωρίς να χρειαστούν πολλά-πολλά, όταν όμως είναι στο στρατό δεν είναι έτσι. Πεθαίνει ο σκύλος σου, είναι στο νοσοκομείο η μαμά σου, πήρε το σπίτι φωτιά, ή έστω είχες μια άθλια μέρα και απάντηση θα πάρεις όταν ο άλλος είναι σε θέση να σου απαντήσει, μπορεί σύντομα, μπορεί όχι.
Οπότε το να έρχεται ο άλλος και να σου λέει «κάνε υπομονή» το λες και κομματάκι άκομψο. Γιατί δεν είναι η απόσταση το θέμα ή οι χαμένοι καφέδες, είναι όλα τα προβλήματα που προκύπτουν από την άδεια θέση στο κρεβάτι, τον καναπέ, το τραπέζι και κάθε άλλο χώρου του σπιτιού που συνήθισε να βλέπει δύο άτομα, κι όχι ένα. Είναι η συναισθηματική απόσταση που έρχεται όταν ο ένας έχει πρόβλημα κι ο άλλος δεν έχει τη δυνατότητα να είναι δίπλα του ψυχολογικά. Είναι οι διαφορετικές φάσεις της ζωής που κάθε άτομο μες στη σχέση βιώνει και η έλλειψη κατανόησης που προκύπτει μέσα απ’ αυτές.
Όταν λοιπόν έρχεται η ώρα να βγει το πρόσωπο από το στρατό, αυτή η κατανόηση δε γυρνάει πίσω στιγμιαία, χρειάζεται χρόνος για να προσαρμοστεί πάλι το ζευγάρι, να μοιραστεί με τη σχέση του όλα όσα θέλει και να συνεχίσει τη ζωή του χωρίς να υπάρχουν κενά που δημιουργήθηκαν κατά την απουσία του ενός.
Παρ’ όλα αυτά, όπως σε καθετί, υπάρχει όντως μια θετική πλευρά σ’ όλη αυτήν την παράνοια. Ο άλλος σου λείπει -και σου λείπει πολύ-, και κάπως έτσι ζωντανεύει ανάμεσά σας το πάθος, η προσμονή, ο έρωτας. Ο προσωπικός σας χρόνος αυξάνεται και υπάρχουν άπειρες ευκαιρίες για ν’ εκτιμήσει ο ένας την παρουσία του άλλου -εφόσον τη στερείται. Κι όταν αυτός που σε νοιάζει γυρνάει πίσω, ξέρεις πολύ καλά αν όντως αξίζει όλη αυτή η υπομονή.