Υπόστεγα-παγκάκια κι είσοδοι πολυκατοικιών έχουν υπάρξει μάρτυρες μεγάλων εξομολογήσεων και χωρισμών. Σαν τιμωρία από τα εφηβικά μας χρόνια που δεν είχαμε σπίτι να τις κάνουμε αυτές τις συζητήσεις. Μεγαλώνουμε κι ακόμη καταλήγουμε σε ένα παγκάκι να καβγαδίζουμε για τα μικρότερα και τα μεγαλύτερα πράγματα, επιλέγουμε ένα υπόστεγο για να δηλώσουμε ερωτευμένοι μετά από παγωτό στο χέρι και πολύωρο περπάτημα σε πλατείες και στενά.

Γιατί εμείς μεγαλώνουμε, μα ο έρωτας μένει παιδί, όχι ενήλικας, οι ενήλικες είναι περίεργοι. Κάνουν σαν μωρά όταν θυμώνουν, μιλούν σαν ηλικιωμένοι όταν τους συμφέρει και συμπεριφέρονται σαν ο κόσμος να γυρίζει γύρω από το πράσινο κασέρι. Ερωτευόμαστε κι επιτέλους γινόμαστε παιδιά. Δεν περιμένουμε τις «κατάλληλες συνθήκες», ξέρουμε πως δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα.

Όταν ερωτευτείς λοιπόν, ξεχνάς τις ενήλικες απόψεις σου που βγήκαν από χρονοκάψουλα, δείχνεις σε όλα τα μέρη τα αισθήματά σου, αρνητικά και θετικά. Αν είναι να χάσεις κάποιον που αγαπάς, μετράει αν θα τον χάσεις σε ακριβό εστιατόριο, σπίτι ή σε είσοδο πολυκατοικίας; Κι ας κοιτάει ο κόσμος, ας σας δείχνει με το δάχτυλο κι ας ενοχλείτε τους περαστικούς, εσένα η καψούρα σου σε καίει, έχεις τον νταλκά σου. Είσαι παιδί· όσα κεφάλια και να γυρίσουν με το καβγαδάκι σας, το δικό σου μένει αγύριστο. Θέλεις να μείνεις εκεί και να παγώσει ο χρόνος πάνω στο φιλί της επανασύνδεσης.

 

 

Παγώνει ο χρόνος σε κάθε παγκάκι που ακούστηκε ερωτική εξομολόγηση και γίνεται αιωνόβιο και δεν κουνιέται μέχρι να ξεριζωθεί ο έρωτας μέσα από κάθε παιδί. «Πάμε στο στέκι» λες στο ταίρι και δεν εννοείς κανένα δήθεν μαγαζί, ένα υπόστεγο σ’ ένα σχολείο εννοείς, σ’ ένα γήπεδο, ένα πάρκο. Κάθεστε αντικριστά κι ανοίγετε τα χαρτιά και τα στόματά σας, μη μείνουν κλειστά πολλή ώρα και νιώσετε να μουχλιάζει το μέσα σας. Καίγεστε να μιλήσετε, να πείτε τα νέα σας, να σχολιάσετε πώς ήταν στη δουλειά, ποιον γνωρίσετε, τι αγοράσατε από το σούπερ μάρκετ και πόσα χρήματα σας περισσεύουν για να φάτε στην έξοδό σας το Σάββατο. Δεν κρατιέστε να συζητήσετε όσα σας ταλαιπωρούν, από παράπονα και ζήλιες μέχρι πόσο έντονα νιώθετε τον πόθο όταν είστε χώρια.

Δεν έχετε υπομονή, ξέρετε καλά από επιμονή και πείσμα όμως, γελάτε δυνατά και δε σας νοιάζει το πού αλλά το μαζί. Παιδιά, δε σας νοιάζει αν χάσετε το παιχνίδι -όχι όσο παίζετε τουλάχιστον- μετά μπορεί και να θυμώσετε, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Παίζετε για να ζήσετε τις στιγμές που σας προσφέρει το παιχνίδι, όχι για να δείτε την έκβαση. Σίγουρα μάλιστα δε σας απασχολεί αν η έκβαση θα πάρει μέρος στο σχολείο, το γήπεδο ή το φροντιστήριο. Να ιδρώσετε θέλετε και να γεμίσουν τα πνευμόνια σας αέρα, να ξεχάσετε τις υποχρεώσεις, να τρέξετε γρήγορα μέσα στο φως και να κρυφτείτε στο σκοτάδι κι ας χτυπήσετε τα γόνατά σας, αδιάφορο σας είναι. Γνωστά όλα αυτά και «αν πτωχική τη βρεις, η Ιθάκη δε σε γέλασε.Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα, ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν».

Ως ενήλικας τώρα, σε πιάνει μια αποστροφή για εκείνη την Ιθάκη, γιατί δε σου έδωσε όσα περίμενες. Φτωχότερος είσαι εσύ από την Ιθάκη όμως, που ξέχασες τα όμορφα παγκάκια, τα ταλαιπωρημένα υπόστεγα και τις εισόδους πολυκατοικιών που μυρίζουν λιγάκι ναφθαλίνη. Τα παιδιά ξέρουν πως ο προορισμός του ανθρώπου είναι το ίδιο του το ταξίδι, εσύ ακόμα να το μάθεις;

Θα επιλέγουμε πάντα τα πιο απλά μέρη για να ερωτευθούμε, θα επιλέγουμε τα ίδια μέρη για να αφήσουμε κάθε έρωτα να φύγει και θα τον τιμάμε στο μυαλό μας σε αυτά τα μέρη. Θα του τραγουδάμε εκεί και θα τον αφήνουμε να κοιμηθεί στους ώμους μας, θα έχει μια γλυκιά ζέστη κι ένα δροσερό αεράκι. Θα έχει χρώματα και θα παίζουμε ξανά χαρτιά αντικριστά σαν να μην πέρασε μια μέρα τρώγοντας παγωτό ξυλάκι.  Γιατί έτσι είναι πιο νόστιμο.

Συντάκτης: Ζηνοβία Τσαρτσίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου