Σε κοιτάζω και νιώθω όλο και περισσότερο ν’ απομακρύνεσαι. Δεν ξέρω αν φταίω εγώ που αισθάνομαι ακόμα την ανάγκη να σε πλησιάσω, να σ’ ενοχλήσω με ένα μου χαμόγελο και να χτίσω αυτό που γυρίζοντας την πλάτη προσπαθείς καιρό τώρα να γκρεμίσεις. Αναρωτιέμαι αν έχεις βρει κάποιο αντίγραφό μου, τόσο πιστό με το πρωτότυπο ώστε να σε καθησυχάζει.
Μόνο που δε γνωρίζω τίποτα πια για τη ζωή σου. Απ’ τη μία εύχομαι να σου ‘χουν τύχει αυτά που θέλεις, απ’ την άλλη, όταν εμφανίζεσαι στο οπτικό μου πεδίο, νιώθω μια ελκτική δύναμη να με τραβά κοντά σου και να φωνάζει ότι αυτό που θέλεις είμαι εγώ. Αλλά βλέπω ότι κάτι σε τρομάζει. Είναι αυτός ο δυναμισμός των απότομων κινήσεών μου; Είναι αυτή η πηγαία μου ικανότητα να σε κοιτάζω στα μάτια, χωρίς αναστολές και περιοριστικά μέτρα; Ή μήπως αποτελώ κάποιο παράπτωμα, μια περίπτωση που αναστατώνει τη βολεμένη ζωή σου με κάποιο άλλο πρόσωπο;
Ακόμα δεν κατάφερα να μάθω αυτά που σκέφτεσαι, γιατί όσο δυναμισμό κι αν δείχνω, μέσα μου κοντεύω να σπάσω, τη στιγμή που αμφιταλαντεύομαι ανάμεσα στην ιδέα να σου μιλήσω εγώ για όσα νιώθω και να κάνω την αρχή –με την οποία έχεις εσύ σκαλώσει– και στην ιδέα ν’ αφήσω όλα μας τα κρυφά βλέμματα και τα πνιχτά μας χαμόγελα να πάνε στράφι, αφού δεν έχουν τα κότσια να γίνουν τα πρώτα φανερά και τα δεύτερα άφοβα κι ειλικρινή.
Κι επειδή η πρώτη ιδέα φαντάζει τόσο μακρινή μπροστά στο σώμα σου, το οποίο πασχίζεις βίαια ν’ απομακρύνεις απ’ το δικό μου, και στις τυπικές σου φράσεις που έχουν εξουδετερώσει κάθε προοπτική μας, πάντοτε επιλέγω να σκύβω το κεφάλι και ν’ αναβάλλω τις εξομολογήσεις για το βράδυ, όπου στα όνειρα του μονού μου κρεβατιού θα βγαίνουν απ’ το στόμα μου χωρίς να δίνουν δεκάρα τσακιστή για το ποια απάντηση θα λάβουν.
Ξέρω, όμως, ότι θέλεις να νιώσεις μακριά μου και σε διακόπτω εκεί που πας να πάρεις φόρα και να ζήσεις με τον τρόπο που εσύ επιθυμείς. Σε διακόπτω γιατί θέλω να σε προφυλάξω απ’ τις μετριότητες. Σε πιάνω μερικές φορές να κοιτάζεις άγνωστα μάτια που τριγυρνούν κοντά σου, με στόχο να βρεις ένα ζευγάρι να σου χαρίσει μέτρια αισθήματα, να μπορείς να συναλλάσσεσαι με τα αισθήματα αυτά, να βρίσκεις μια δίοδο επικοινωνίας, πότε για να καταλαγιάζουν αυτά και να σ’ αφήνουν ανεπηρέαστο στην άστατη ζωή σου και πότε για να καταλαγιάζεις εσύ και να πέφτεις σε βαρύ λήθαργο, χωρίς όνειρα γεμάτα πάθος, ιδρώτα κι αγάπη. Θέλεις μια μέτρια ζωή, χωρίς έντονες αντιθέσεις, χωρίς διαλόγους με καταστροφικές τάσεις, χωρίς βλέμματα προσμονής κι έρωτα ανεξέλεγκτο.
Αρνείσαι να τα δώσεις όλα για όλα κι επιμένεις να κρατάς ένα κομμάτι για ‘σένα, ικανό να μεταφράζει κάθε ίχνος μοναξιάς σε δηλώσεις αυτοκυριαρχίας, γραμμένες σε φωτεινές επιγραφές που ξέρουν να τραβούν την προσοχή. Θέλεις σχέσεις που διέπονται από φλόγες που έχουν την τάση να σβήνουν όταν τα βρίσκεις σκούρα, αλλά όταν νιώθεις απελπισμένος κι αβοήθητος μέσα στο κλουβί σου, ν’ ανάβουν πάλι για ‘σένα.
Θέλεις να αρχίσεις επιτέλους να νιώθεις χωρίς να κινδυνεύεις να χάσεις τα πάντα, μα γνωρίζεις ότι εγώ ήμουν ανέκαθεν παιδί της υπερβολής και μαζί μου ή θα κερδίσεις εισιτήρια χωρίς επιστροφή για τον παράδεισο ή θα καείς σαν φυλλαράκι ασήμαντο στην κόλαση που ορίζει το τίποτα.
Με συγχωρείς που ενοχλώ την καθημερινότητά σου με κάτι σκαστές εμφανίσεις μου, μα το μόνο που θέλω είναι να ξέρω τι γυρεύεις μ’ εμένα, που με κοιτάς σαν θαυμαστό αξιοθέατο απ’ αυτά που δεν επιτρέπεται ν’ αγγίξεις, αλλά πάντοτε ποθούσες να συναντήσεις. Μ’ εμένα που ξέρεις τι ζητάω, τι ονειρεύομαι και πού βαδίζω, μα θολώνεις το τοπίο μέσα μου, με αποτέλεσμα να χάνομαι σε εικασίες και σενάρια άπιαστα κι ιδεατά, για μια ταινία που θέλει εμένα κι εσένα αγκαλιά για να ‘χει αίσιο τέλος.
Με συγχωρείς, αλλά, όσο κι αν το ‘χα πάντοτε με το ξεσκαρτάρισμα, πάντα θα με δένει μαζί σου μια ελπίδα σκάρτη, κι αν λες ότι είμαι αξιοθέατο που θαυμάζεις, σε προκαλώ να καταρρίψουμε κάθε κανόνα που τα θέλει ανέγγιχτα, μόνα και κλειδωμένα στη γυάλινη φυλακή τους.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη