Είναι όμορφες οι φιλίες χωρίς ίντριγκες και ζήλιες, πόσω μάλλον όταν κρατάει χρόνια αυτή η κολόνια. Τότε αλλάζει ο τρόπος εκδήλωσης της φιλίας ολοκληρωτικά, οριακά σάς περνάνε για ζευγάρι, έχετε γίνει ένα άτομο. Γνωρίζετε ο ένας τον άλλον καλύτερα από τον καθένα και δεν ντρέπεστε καθόλου να το δείξετε. Ξέρεις, ότι υπάρχει στη ζωή σου για να σ’ αγαπήσει και για να σε κράξει για τις μπούρδες που πας και κάνεις. Αυτός είναι ένας πραγματικός φίλος!
Τι συμβαίνει όμως όταν όλ’ αυτά καταρρίπτονται από τη μία στιγμή στην άλλη; Ο κολλητός ή η κολλητή που έχεις τόσα χρόνια βράχο δίπλα σου, ξαφνικά σου δημιούργησε ανασφάλειες ότι δεν είναι και τόσο φιλαράκι όπως πίστευες. Σου δημιούργησε συναισθήματα ερωτικά, εξανεμίζοντας ό,τι φιλικό υπήρχε μεταξύ σας.
Όλα ξεκίνησαν ένα χαλαρό βράδυ καθημερινής. Μόλις είχες τελειώσει με τις καθημερινές σου υποχρεώσεις κι άραζες σπίτι χαλαρά και τίμια, όπως σου αξίζει. Και τσουπ, σκάει μηνυματάκι από το φιλαράκι να βγείτε για ένα χαλαρό ποτό. Με τα πολλά με τα λίγα σε πείθει, σηκώνεσαι, ντύνεσαι, ετοιμάζεσαι σενιέ-πενιέ και φεύγεις. Βέβαια, όλοι μας ξέρουμε πώς καταλήγουν αυτά τα χαλαρά ποτά τις καθημερινές με τους κολλητούς. Όχι καλά, πάντως. Σίγουρα με υπέροχες αναμνήσεις, αλλά ο πονοκέφαλος της επόμενης μέρας του hangover δε δίνει και πολλά περιθώρια να σκεφτείς τι ωραίες αναμνήσεις δημιουργήσατε πάλι.
Κάπως έτσι ήταν κι αυτό το χαλαρό πότο. Από κρασί με μεζέδες κατέληξε σε μπαρ με ρούμια και τζιν, αγκαλιασμένοι να τραγουδάτε και να χορεύετε μέχρι το ξημέρωμα. Και κάπου εκεί, μέσα στη ζάλη από το ποτό, ήρθε κι έδεσε ένα φιλί. Όχι ένα απλό, πεταχτό φιλί. Ένα κανονικό φιλί, βγαλμένο από ρομαντική κομεντί. Πάθος, ερωτική ενέργεια, λαγνεία. Και μετά τίποτα. Άντε, καληνύχτα.
Δε σε πήγε σπίτι όπως συνήθιζε, μην τυχόν και γίνει τίποτα στον δρόμο. Κάτι άλλαξε, ο καθένας πήρε τον δρόμο του γρήγορα κι ενοχικά. Την επόμενη μέρα με το που άνοιξες τα μάτια σου, δε σταμάτησες να το σκέφτεσαι. Όλη μέρα στο μυαλό σου στριφογύριζε αυτή η εικόνα, η εικόνα του φιλιού σας κι ο τρόπος που κοιταχτήκατε όταν αποτραβηχτήκατε απ’ αυτό. Η κάψα που δημιουργήθηκε μέσα σου για τον άνθρωπο που θεωρούσες από πάντα αδελφικό φίλο, εδώ και πόσα χρόνια. Η λαχτάρα που δημιουργήθηκε για κάτι περισσότερο, μ’ αυτόν που ήδη αγαπάς και νοιάζεσαι, που δε σου περνούσε ποτέ ούτε σαν τρελό σενάριο η σκέψη πως ίσως κάποια στιγμή θα μπορούσες να ζητήσεις κάτι παραπάνω. Ωστόσο, δεν καταλήξατε ποτέ μαζί. Έμεινες να καίγεσαι με την ιδέα σας, με τα χείλη του καρφωμένα στα δικά σου, τα χέρια του ν’ αγκαλιάζουν το πρόσωπό σου. Ποτέ ξανά κανείς σας δε μίλησε γι’ αυτή τη νύχτα. Κι είναι στιγμές πια που αναρωτιέσαι αν όντως κάποτε συνέβη ή τη φαντάστηκες.
Αυτός ο άνθρωπος, ο δικός σου άνθρωπος, που σε ξέρει καλύτερα απ’ όλους, που σου στάθηκε στους χωρισμούς, που σε υπερασπίστηκε, που γιάτρεψε πόνους άλλων στη ψυχή σου, θα είναι πάντα κάτι παραπάνω από ένας απλός φίλος. Θα είναι μια ευκαιρία που δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Γιατί; Γιατί ήσασταν κι οι δύο κότες. Δε συζητήθηκε ποτέ αυτό το χαρτί, δεν ανοίχτηκε ποτέ το θέμα εκείνης της βραδιάς, δεν ξαναναφερθήκατε στο τι έγινε. Διαγράφτηκε από τον σκληρό δίσκο λες και δεν υπήρξε ποτέ. Δεν ξαναβγήκατε οι δυο σας, δεν ξαναγίνατε φέσι. Κανείς δεν κατάλαβε ποτέ τίποτα από την παρέα κι από ό,τι φαίνεται κανένας σας δεν το μοιράστηκε και με κανέναν. Άλλωστε, κολλητοί ήσασταν, μόνο ο ένας τον άλλον είχατε να τρέξετε μόλις συνέβαινε κάτι.
Το μεγαλύτερο κρίμα της ιστορίας, είναι εκείνη η απορία που μένει χαραγμένη για πάντα αν κάποια στιγμή βρεθείς ν’ αντιμετωπίσεις την απουσία εκείνου του ανθρώπου από τη ζωή σου. Τι άραγε πονάει περισσότερο: να χάνεις τον κολλητό σου ή τον πιθανό έρωτα της ζωής σου; Μάλλον, το να χάνεις τον άνθρωπό σου και στις δύο περιπτώσεις.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου