Η δήλωση του Μπαμπινιώτη για το ελληνικό σχολείο περιγράφει τα μαθητικά μας χρόνια: «Το ελληνικό σχολείο είναι άχρηστο, τα παιδιά δε θυμούνται τίποτα όταν βγαίνουν από αυτό. Η δομή της εκπαίδευσής μας για χρόνια θεωρείται βραχνάς, σε όλες τις βαθμίδες, ενώ πολλά είναι τα παιδιά που αισθάνονται, απελπισία σχετικά με το μέλλον τους, πως είναι ανίκανα να ανακαλύψουν τις κλίσεις τους.»
Είτε ως εκπαιδευτικός είτε ως παιδί που έχει ζήσει την εμπειρία του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος εκ των έσω, είτε ως γονιός μπορείς να συμφωνήσεις απόλυτα με τις δηλώσεις του κου Μπαμπινιώτη. Να ξεκινήσουμε από τον τρόπο που γίνεται το μάθημα σε ένα ελληνικό σχολείο, στο οποίο τα παιδιά καλούνται να αποστηθίσουν πληθώρα πληροφοριών, ακαταλαβίστικες θα έλεγα, αφού ο τρόπος που έχουν γραφτεί τα βιβλία δεν είναι ο κατάλληλος για να τα κατανοήσει ένα παιδί. Όπως γνωρίζουμε όλοι όσοι έχουμε διαβάσει έστω και λίγη Ιστορία, αν το μάθημα παραδοθεί ως μια ανάγνωση από τον δάσκαλο/καθηγητή χωρίς κάποια ανάλυση ή επεξήγηση, όταν έρθει η ώρα της μελέτης στο σπίτι, η αποστήθιση είναι αναπόφευκτη· άλλωστε, ορισμένοι καθηγητές εξετάζουν ακόμα και την τελεία σε κάθε μάθημα. Πώς όμως θα θυμάται ένα εφηβάκι τόσες ημερομηνίες, ονόματα, πόλεις, λεπτομέρειες γεγονότων, αφού στην πραγματικότητα η γνώση δεν έχει αποκτηθεί βαθιά και ουσιαστικά; Κι εδώ που τα λέμε, αυτός ο τρόπος παράδοσης, διαβάσματος κι εξέτασης δεν του προκαλεί κανένα ενδιαφέρον, ώστε να ασχοληθεί εις βάθος περί του θέματος.
Όπως είναι φυσικό, η ανούσια αυτή διδασκαλία οδηγεί τα παιδιά να δείχνουν απροκάλυπτα την αδιαφορία τους απέναντι σε καθετί που αφορά το μάθημα, και κατ’ επέκταση και στον εκπαιδευτικό τους. Όταν στα ελληνικά σχολεία εδώ και τόσα χρόνια διδάσκονται τα ίδια μαθήματα χωρίς καμία ανανέωση στην πληροφορία, στις πηγές ή στον τρόπο που εκφράζονται κάποια γεγονότα κι απόψεις, ο έφηβος -που ρέει επαναστατικό αίμα μέσα του- πώς θα ακολουθήσει και θα συμβιβαστεί σε συντηρητικούρες;
Φυσικά, πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν μαθητές οι οποίοι όσο και να μην ενδιαφέρονται για κάποιο μάθημα, είναι συνεπείς στις μαθητικές τους υποχρεώσεις, διαβάζουν ανελλιπώς και χάνονται μέσα στη στείρα γνώση, μιας που στο τέλος θα κριθούν για την προσπάθειά τους με έναν απλό βαθμό. Πασχίζουν δηλαδή όλον τον χρόνο να προλάβουν σχολείο, δραστηριότητες, ξένες γλώσσες, διάβασμα στο σπίτι για να τους βαθμολογήσει κάποιος με κριτήριο πόσο έγραψε σε ένα διαγώνισμα μίας ώρας. Αυτοί οι μαθητές, έχουν καταναλώσει πολλά κιλά φαιάς ουσίας για ένα μάθημα που δεν τους ενδιαφέρει, χωρίς να έχουν αντιληφθεί ποιος είναι ο λόγος ύπαρξής του, χωρίς να λάβουν κάποια επιβράβευση ή ενθάρρυνση από το εκπαιδευτικό σύστημα για την προσπάθειά τους, χωρίς να μάθουν πώς να μαθαίνουν. Και το πιο σημαντικό και λυπηρό, είναι ότι δεν τους έμεινε καμία ουσιαστική γνώση από αυτό το διάβασμα.
Περνώντας τις τάξεις οι μαθητές (με λίγη δυσκολία κάποιοι) ολοένα κι αγχώνονται για το μέλλον που θα έχουν. Τα αντικείμενα που διδάσκονται στο σχολείο δε σχετίζονται με τα ενδιαφέροντά τους, ούτε τους προετοιμάζει για όσα μαθήματα θα συναντήσουν στο πανεπιστήμιο- σχολή τους. Ποιος από εμάς ήξερε στα 18 του τι θέλει να γίνει όταν μεγαλώσει; Σε όλες τις βαθμίδες που υπήρξες μαθητής, τα μαθήματα που διδάχτηκες ήταν πολύ συγκεκριμένης φύσεως (μαθηματικά, γλώσσα, ιστορία κ.ο.κ), επομένως αν σου άρεσε ο χορός, η μουσική, ή η ιατρική, η φιλοσοφία ή το σκάλισμα και το τσάπισμα, δεν ενημερώθηκες ποτέ γι’ αυτούς τους κλάδους. Ώσπου πήγες στη σχολή που ήθελες ή σου υπέδειξαν χωρίς να γνωρίζεις τι μαθήματα θα έχει, τι ικανότητες χρειάζονται, τον βαθμό δυσκολίας ή την αποκατάσταση του κάθε επαγγέλματος. Μα πώς να τα ξέρεις όλα αυτά αφού το εκπαιδευτικό μας σύστημα δε σε βοηθάει να ανακαλύψεις τις κλίσεις, τα ταλέντα και τις ικανότητές σου;
Η ανύπαρκτη ενημέρωση για τον επαγγελματικό προσανατολισμό στέκεται ανασταλτικός παράγοντας στην εξέλιξη κι ανέλιξη ενός παιδιού σε αυτή την ηλικία. Αν είναι τυχερό το παιδί θα έχει δεχθεί βοήθεια ως προς τα ενδιαφέροντά του από το οικογενειακό του περιβάλλον ή από κάποιον σωστό εκπαιδευτικό που βρέθηκε στον δρόμο του. Αν πάλι δεν ασχολήθηκε κανείς με την κλίση του, τότε αυτό το παιδί θεωρεί υπεύθυνο το σχολείο που δεν έχει λάβει καμία ουσιαστική -γι’ αυτό- γνώση και συνάμα νιώθει άχρηστο που δε γνωρίζει ακόμα τι επάγγελμα «πρέπει» να ακολουθήσει για να αποκτήσει τα προς το ζην και να μπορεί να επιβιώσει.
Αντιλαμβανόμαστε την επίδραση που έχει το σύστημα, το σχολείο και οι καθηγητές στο ενδιαφέρον που δείχνει ένας μαθητής στα μαθήματα και κατ’ επέκταση στο επαγγελματικό μέλλον που προσπαθεί χτίσει. Κι αυτό δεν έχει καμία σχέση με το αν το σχολείο είναι δημόσιο ή ιδιωτικό, ούτε θα αλλάξει με την αλλαγή του κρατικού ή μη χαρακτήρα του. Τα μειονεκτήματα των σχολείων στην Ελλάδα είναι αμέτρητα κι οι αλλαγές που πρέπει να γίνουν είναι επιτακτικής ανάγκης, προς πάσα κατεύθυνση, για να δημιουργήσουμε τα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά μας. Και χρειάζεται να ξεκινήσουμε αντιλαμβανόμενοι, επιτέλους, πως δεν τα ξέρουμε όλα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου