Ο χρόνος πάντα ξέρει να καλοπιάνει τα μικρά ψεματάκια μ’ έναν μοναδικό τρόπο. Ξέρει να πατάει το κουμπί της λήθης. Είναι, λοιπόν, μερικές στιγμές που δεν τολμάμε να πούμε μια αλήθεια, λόγω του ενός και πιο συνηθισμένου φόβου, εκείνου της σύγκρουσης. Η πιθανή ματαίωση της εικόνας μας αλλά κι η αλλαγή της οποιαδήποτε άποψης προς εμάς μας κάνει να χλομιάζουμε, ακόμα κι αν είναι το πιο μικρό κι ασήμαντο ψέμα.
Δεν τολμήσαμε να πούμε ότι κάψαμε στο σίδερο εκείνο το πουκάμισο. Δεν είπαμε πως πετάξαμε στα σκουπίδια εκείνο το τηγάνι, αφότου το κάψαμε μετά από εκείνη την άμοιρη απόπειρα για τραγανά σπαράγγια. Δεν παραδεχθήκαμε πως μας έκοψαν το ρεύμα γιατί αφελώς παραπετάξαμε τον λογαριασμό μέσα στην άβυσσο της τσάντας μας. Δεν ξεστομίσαμε πως ξεχάσαμε τα γενέθλια ενός σημαντικού προσώπου, προσποιούμενοι πως νομίζαμε ότι ήταν άλλη η ημερομηνία.
Εκεί έρχεται ο σύμμαχό μας, που, στην προκειμένη περίπτωση, δε θα μπορούσε να ‘ναι άλλος απ’ τον χρόνο. Κι εκεί που είμαστε με το θύμα του τότε αθώου κι ασήμαντου ψέματός μας, συμβαίνει αυθόρμητα! Το ξεστομίζουμε τόσο απλά κι απενεχοποιημένα. Απελευθέρωση, γέλιο και πείραγμα. Ξαφνικά όλη η σημασία του έχει χαθεί, γιατί πολύ απλά ποτέ δεν την είχε, απλώς τώρα φαίνεται ξεκάθαρα. Πάει, πέρασε. Γιατί να χαλαστούμε; Τι μας κάνει, όμως, να μην μπορούμε να το δούμε τόσο ανάλαφρα και την ίδια στιγμή που συμβαίνει αυτό που προσπαθούμε να καλύψουμε;
Οι ανησυχίες μας θυμίζουν την ξεχασμένη ηχώ ενός εσωτερικού εμποδίου. Ενός εμποδίου που οφείλουμε να υπερβούμε. Όπως όλοι οι φόβοι, έτσι κι αυτός, μας προκαλεί να μπούμε μέσα του για εξερεύνηση. Άλλωστε ό,τι μας φοβίζει, μας καλεί. Είναι μια ευκαιρία να σπάσουμε κάτι με τη βαριοπούλα της θέλησής μας. Ταυτόχρονα, μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε πως τα πράγματα αποκτούν, τελικά, την ερμηνεία και τη βαρύτητα που τους δίνουμε. Όταν είμαστε σε μια κατάσταση, όλα είναι πιο βαριά, πιο δύσκολα. Λίγη απόσταση και μονομιάς ένα ξελάφρωμα. Μια ανάσα. Μια αλήθεια.
Και σιγά, θα πεις τώρα! Γιατί να μην πούμε σαν άνθρωποι τα μικρά κι ασήμαντα ψεματάκια μας; Εκεί, φίλε μου, απαντάς με ερώτηση. Και γιατί να τα πούμε; Άλλωστε, είμαστε ό,τι κάνουμε. Ό,τι συνηθίζουμε να κάνουμε μάς καταβροχθίζει. Τα μικρά ψεματάκια πιθανώς να γίνουν μεγαλύτερα. Τα μικρά «Έλα, μωρέ, δεν πειράζει» ίσως γίνουν «Ε, τώρα εδώ που φτάσαμε ποιος με σώζει!». Τα μικρά μυστικά μπορεί εύκολα να γίνουν αβάσταχτα μυστικά.
Απ’ την άλλη, αξίζει να παρατηρήσουμε σε ποιους, τελικά, φανερώνουμε την κάποτε μαλακία μας. Γιατί κι αυτό μας λέει πολλά. Πολλά κι ενδιαφέροντα. Οι άνθρωποι που τολμάμε να τσαλακωθούμε και να εκτεθούμε έχουν για μας μεγάλη αξία. Εκεί ανήκουμε. Στα αθώα ψέματα που γίνονται γέλια. Στα ατοπήματα που μετατρέπονται σε ανέκδοτα. Γιατί, μεταξύ μας, η ζωή είναι η τέχνη του να μην παίρνουμε και πολύ σοβαρά κάποια πράγματα -ή μάλλον στο να διαχωρίζουμε με διαύγεια τα σοβαρά απ’ τα ασήμαντα.
Την επόμενη φορά που θα διστάσουμε να πούμε on time στον κολλητό μας ότι εκείνα τα χαμένα γυαλιά μάς πέσανε στον υπόνομο του δρόμου κάτω απ’ το σπίτι του, ας θυμηθούμε πόσο πιο όμορφα ανέμελη μπορεί να ‘ναι η ζωή, όταν αποδεχόμαστε κι αφαιρούμε το δράμα απ’ τις καταστάσεις. Ακόμα κι απ’ τις πιο καθημερινές.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη