Είσαι κι εσύ που περιμένεις τους «βαρβάρους», τον από μηχανή Θεό, εκείνον που ελπίζεις διαρκώς να εμφανιστεί απ’ το πουθενά και να σε βγάλει απ’ το σκοτάδι στο οποίο εσύ διάλεξες να είσαι. Μωρέ πας καλά;
Η αγάπη είναι ενέργεια. Μια ενέργεια που δίνεις και παίρνεις. Δεν τη βλέπεις, όμως την αισθάνεσαι, όπως ακριβώς και τις ακτίνες του ήλιου. Και ναι την έχεις ανάγκη. Πόσοι και πόσοι γίνονται μελαγχολικοί στην απουσία του ήλιου; Είναι η έλλειψη του φωτός και της ζεστασιάς. Ακριβώς το ίδιο είναι κι η απουσία της αγάπης με τη μεταφορική σημασία των εννοιών.
Αυτό είναι λοιπόν το φως που περιμένεις τόσο αφελώς να σου φέρουν οι «βάρβαροι». Κυνηγάς ανθρώπους να σ’ αγαπήσουν, απογοητεύεσαι, στοιχηματίζεις σε ονειρικά δημιουργήματα της δικής σου φαντασίας. Ζεις περιμένοντας κι όλο αναρωτιέσαι «Γιατί εγώ όχι;» ,«Δε δικαιούμαι εγώ την αγάπη;», «Εμένα γιατί δε μ’ αγαπά κανένας, γιατί δε με ερωτεύεται;».
Είμαι κι εγώ όμως που στέκομαι αυτή τη στιγμή απέναντί σου και σε ρωτώ. Εσύ; Εσύ σ’ αγαπάς; Παύση. Σιωπή. Γιατί παιδί μου δεν απαντάς;
Κοίτα φιλαράκο, αν δε σ’αγαπάς λυπάμαι πάρα πολύ αλλά ούτε γω θα σ’αγαπώ. Αφού κι εσύ ο ίδιος δεν πιστεύεις ότι αξίζεις να αγαπηθείς πάει να πει πως βάζεις φράγματα στην αγάπη. Σε νικούν οι ανασφάλειές σου κι οι φόβοι σου, νιώθεις ανίκανος να προστατέψεις τον εαυτό σου κι έτσι στρέφεσαι προς τους άλλους απεγνωσμένα για να σε λούσουν με φως.
Άκουσέ με λοιπόν. Όταν εσύ έχεις ανασφάλειες εγώ τις βλέπω. Όταν εσύ δεν εκτιμάς τον εαυτό σου, εγώ το αντιλαμβάνομαι. Όταν δεν κάνεις ούτε την ελάχιστη προσπάθεια να άρεις τα δεδομένα, εγώ τότε σε αγνοώ.
Όλοι οι άνθρωποι έχουμε στοιχεία του εαυτού μας που μας ενοχλούν. Όλοι τέλος πάντων έχουμε ατέλειες σωματικές ή συναισθηματικές. Εφόσον λοιπόν είναι δικές μας, μας ορίζουν, είναι μέρος της οντότητάς μας. Αλλά εσύ τις κρύβεις, κι άμα τις κρύβεις εγώ πώς θα τις δω για να τις αγαπήσω; Γιατί αν μου ζητάς να μην αγαπήσω τις ατέλειές σου σημαίνει πως θέλεις να αγαπήσω μονάχα το μισό σου εαυτό. Αυτό θέλεις;
Δε σου λέω λοιπόν να μην έχεις ελαττώματα οποιουδήποτε είδους, θα ήταν άδικο κι ανέντιμο αν σου ζητούσα κάτι τέτοιο. Το μόνο που σου λέω είναι ότι έχεις δύο επιλογές. Ή να προσπαθήσεις να αλλάξεις αυτό που είσαι ή να το αγαπήσεις.
Αν δεν μπορείς όμως να τα αλλάξεις, να τα αγαπάς τα ελαττώματά σου και να τα εκτιμάς. Eπειδή αυτά που έχεις δεν είναι τίποτα άλλο παρά απ’ τον άνθρωπο που είσαι και που ζητάς να αγαπηθεί, ενώ εσύ δεν είσαι έτοιμος να δεχτείς την αγάπη. Ναι αυτό κάνεις. Αποτρέπεις την κάθε μορφή αγάπης να σε πλησιάσει. Όταν αυτή έρχεται και σου ανοίγει την κουρτίνα του δωματίου κάποια ηλιόλουστη μέρα για να μπει μέσα το φως, εσύ το μόνο που κοιτάς είναι πώς θα κρυφτείς κάτω από τα σεντόνια.
Η αγάπη όμως υπάρχει για όλους και θα ‘ρθει να ‘σαι σίγουρος. Φτάνει να έχεις το θάρρος να την υποδεχτείς όπως της αξίζει. Να σηκώνεσαι, να βλέπεις την αγάπη που πλησιάζει στην κάμαρά σου και να την περιμένεις γυμνός.
Η αγάπη που περιμένεις από τους «βαρβάρους» είναι παραπλανητική, είναι πράξη απελπισίας κι είναι κι εφήμερη διότι της συγκεκριμένης αγάπης δεν της ανήκει το φως. «Βάρβαροι πια δεν υπάρχουν». Σταμάτα να περιμένεις και μην αφήνεις το χρόνο να κυλά ανεκμετάλλευτος. Νομίζεις λοιπόν ότι μπορείς να κοροϊδέψεις το χρόνο; Αυτός σε κοροϊδεύει.
Εγώ όμως που στέκομαι απέναντί σου και σου μιλώ αυτή τη στιγμή, σ’ αγαπώ. Και σ’ αγαπώ αληθινά. Και σου ζητώ να κάνεις κι εσύ το ίδιο με σένα. Επειδή εγώ σε ξέρω, και γω είμαι ‘συ, και ‘συ είσαι γω, κι είμαστε ένα, κι αποτελούμε τον άνθρωπο αυτόν που ξέρουμε. Εμείς λοιπόν, όπως όλοι, έχουμε ανάγκη το φως και θα το κατακτήσουμε, αρκεί να κουμαντάρουμε πρώτα εμάς. Γι’ αυτό σου λέω. Μη χάνεις εαυτέ μου άλλο χρόνο. Να σ’ αγαπάς.
Επιμέλεια Κειμένου Παύλου Πήττα: Κατερίνα Κεχαγιά.