Είναι ίσως το χειρότερο των συναισθημάτων. Σε κατακλύζει, σε τσακίζει, σε ισοπεδώνει, σε κατακερματίζει, σε εμποδίζει να δεις καθαρά. Είναι περίεργο συναίσθημα αυτό. Όταν εισβάλει μέσα σου γίνεται μονόδρομος. Δεν υπάρχουν παρακάμψεις, δεν υπάρχει τέλος διαδρομής, δεν υπάρχουν φραγμοί. Είναι ύπουλο, παμπόνηρο, υποχθόνιο. Σου παίρνει το μυαλό και σε οδηγεί στην καταστροφή. Κι όταν το ακολουθήσεις δε λυτρώνεσαι ποτέ. Μιλάμε, φυσικά, για το μίσος.

Αν το μίσος μπορεί να θεωρηθεί ως αρρώστια, ίσως οι ασθενείς να είναι περιορισμένοι. Εύχομαι να είναι. Παρ’ όλα αυτά όμως συμβαίνει συχνά, εμείς οι άνθρωποι, να έχουμε μια προδιάθεση γι’ αυτήν την αρρώστια. Αν όχι προδιάθεση, κάποιο μικρόβιό της ή κάποιο ακατέργαστο συστατικό της. Έτσι είναι. Αν δεν ήταν έτσι, ο κόσμος θα ήταν καλύτερος κι αυτό είναι αδιαμφισβήτητο.

Πολλά τα αίτια που οδηγούν στην ασθένεια αυτή. Ο μοναδικός λόγος που θα δικαιολογούσε το μίσος –κι αυτός όχι πάντοτε εντελώς– είναι τα κακώς κείμενα. Αν δηλαδή κάποιος, κάποιοι σου έκαναν ή σου προκάλεσαν ένα κακό τέτοιου μεγέθους που κατευθείαν γεννήθηκε μέσα σου το μίσος. Δεν είμαστε σε θέση να κρίνουμε οι υπόλοιποι. Το μίσος είναι από μόνο του ένα αίσθημα τόσο ισχυρό που οι λέξεις είναι πενιχρές να το περιγράψουν. Αν γεννηθεί μέσα σου, λοιπόν, μάλλον υπάρχει λόγος. Και πολύ σοβαρός μάλιστα.

Εμείς θα εστιάσουμε στις φορές που μας καλλιεργούν ή καλλιεργούμε το μίσος. Είναι οι φορές εκείνες που θα μπορούσαμε να το αποφύγουμε κι όμως το ακουμπάμε. Μας βολεύει να μισούμε κάποιες φορές. Αυτό το είδος μίσους που σκιαγραφούμε προέρχεται κατά κύριο λόγο από φόβο. Ο φόβος, συναίσθημα κι αυτό, έχει την ικανότητα να μετατρέπεται σε μίσος. Ευθύς αμέσως δημιουργούνται καινούργια ερωτηματικά στο μυαλό μας. Από πού προέρχεται ο φόβος αυτός;

Κάποιες φορές είναι θέμα ρατσισμού. Φοβόμαστε το ξένο δηλαδή. Τρέμουμε κάποιον που δεν είναι όμοιός μας, ανθρώπους που είναι έξω από εμάς, άτομα με τα οποία δεν μπορούμε να συμβαδίσουμε. Καταλήγουμε λοιπόν να γινόμαστε ομοφοβικοί, ρατσιστές, εγωκεντρικοί. Κατευθυνόμενοι από κυβερνήσεις και πολιτείες ανήκουμε σε έναν λαό που μισεί ομαδικά άλλες μάζες ανθρώπων. Κι αυτό συμβαίνει αδίκως. Μισούμε, διότι εμπνευστήκαμε να το πράττουμε. Δεχόμαστε πλύση εγκεφάλου δηλαδή.

Στο κεφάλαιο της πλύσης εγκεφάλου όμως εμπερικλείεται κι ο τρόπος με τον οποίο μεγαλώσαμε. Μεγαλώνοντας με ανθρώπους που μας μετέφεραν –έτσι ηθελημένα ή μη– κάποιες συγκεκριμένες απόψεις. Μας παρέσυραν κι εμάς να σκεφτόμαστε το ίδιο. Συνεπώς, μας έδωσαν το μικρόβιο και μας είπαν «πάρτε το» κι εμείς τρέχουμε τώρα (ή όχι) να δούμε πώς θα το ξεφορτωθούμε. Αυτόματα εφοδιαζόμαστε με την προδιάθεση της ασθένειας που αναφέραμε.

Εν τούτοις, το μίσος είναι και κάτι προσωπικό. Συναντάται συχνά στις σχέσεις μας με άλλους ανθρώπους σε πιο προσωπικό επίπεδο. Ξαφνικά αποκτά ονοματεπώνυμο και μορφή και γίνεται συγκεκριμένο. Παύει να εναντιώνεται σε μάζα ατόμων, σε κάποιον ανώνυμο ή σε κάποια κατάσταση. Το μίσος αυτό προέρχεται από έναν φόβο αλλιώτικο αυτήν τη φορά. Έναν φόβο που πηγάζει από ζήλια.

Ζήλια. Ζόρικο συναίσθημα. Ζηλεύουμε ανθρώπους γι’ αυτά που έχουν και γι’ αυτά που είναι. Ενδέχεται να συμβαίνει λόγω της χαμηλής αυτοεκτίμησής μας και του φόβου μας να σταθούμε επάξια απέναντι στον εαυτό μας και να τον αγαπήσουμε. Να τον. Ο φόβος και πάλι. Κόμπλεξ κατωτερότητας κι αδυναμία να αρκεστούμε σ’ αυτά που εμείς έχουμε και σ’ αυτά που εμείς είμαστε. Ανικανότητα υπεράσπισης της ύπαρξης και της υπόστασής μας.

Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο εμφανίζεται το βόλεμα. Ζηλεύουμε από φόβο κι έπειτα μισούμε για βόλεμα. Αρκούμαστε στο να μισούμε. Είναι το πλέον εύκολο για εμάς. Ακολουθούμε τον μονόδρομο αυτόν επειδή γνωρίζουμε πολύ καλά ότι δεν υπάρχουν στροφές για να μας ζαλίσουν. Και τότε το μίσος μάς κυριεύει πριν καλά-καλά το καταλάβουμε.

Κακό συναίσθημα το μίσος. Ακόμη κι αν δεν το έχεις νιώσει, το διαισθάνεσαι ότι είναι απαίσιο. Κι όμως πέφτουμε στην παγίδα. Οι πόλεμοι και τα δεινά του κόσμου είναι παιδιά του μίσους. Δουλειά με τον εαυτό μας, παιδεία, κριτική σκέψη κι αγάπη. Αυτά είναι τα αντίδοτα. Δούλεψέ το. Αποτίναξέ το. Μην το αφήσεις να μπει μέσα σου. Αγάπα και μίσησε να μισείς. Μπορείς.

 

Επιμέλεια Κειμένου Παύλου Πήττα: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Παύλος Πήττας