Είναι η εποχή που (αν είσαι και λίγο της τελευταίας στιγμής και δεν το πρόβλεψες νωρίτερα) συμβαίνει το εξής βαρετό και ταυτόχρονα χρονοβόρο γεγονός: πρέπει να φυλάξεις τα καλοκαιρινά ρούχα στο πατάρι και να κατεβάσεις τα χειμερινά που μυρίζουν ναφθαλίνη κι είναι ένα τσικ πιο βαριά απ’ τα αλλά. Βαριά ως προς τις υφές, τα χρώματα, το στιλ.
Ξεκινάς, λοιπόν, να ξεπακετάρεις κι αρχίζεις να κατηγοριοποιείς. Εκείνα που θα φοράς καθημερινά, αυτά που θα βάζεις σε εξορμήσεις στο βουνό, πιτζαμάκια χουχουλιάρικα και πλεκτές ζακέτες για το κρύο. «Οπ, τι είναι αυτό;» αναρωτιέσαι καθώς περιεργάζεσαι εκείνο το τζιν που είναι ένα νούμερο μικρότερο απ’ το συνηθισμένο σου και μοιάζει ολοκαίνουργιο. Λίγες στιγμές μετά θυμάσαι πως το είχες αγοράσει πέρσι, όταν είχες σκοπό αδυνατίσεις. Το έθεσες ως κίνητρο θεωρώντας πως θα σε βοηθήσει να κατακτήσεις το στόχο σου το συντομότερο δυνατόν.
Φυσικά κι αυτό δε βοήθησε κι εσύ πέρασες ένα καλοκαίρι τρώγοντας παγωτά, πίνοντας μπίρες και δοκιμάζοντας κάθε λογής κοκτέιλ που έβρισκες στους καταλόγους των beach bars. Αυτό ένιωσες, αυτό έπραξες και πολύ καλά έκανες. Ωστόσο, δεν είναι μόνο εκείνο το τζιν που βρίσκεται κρυμμένο στα βάθη της ντουλάπας σου. Είναι η γενικότερη αντίληψη πως η αγορά ενός ρούχου μικρότερου νούμερου από αυτό που φοράς κανονικά θα σε βοηθήσει να χάσεις αυτά τα παραπανίσια (για τα δικά σου μάτια) κιλά. Σαν το χαρτί με την τυπωμένη διατροφή στολισμένο στην πόρτα του ψυγείου.
Ίσως και να λειτουργούν, αλλά, μεταξύ μας τώρα, αναγνωρίζεις πολύ καλά πως κάτι τέτοιο θέλει μεγάλο κόπο και κυρίως θέλει πρώτα να το πάρεις απόφαση εσύ. Να πεις τέρμα για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα στα γλυκά και στις άλλες νόστιμες διατροφικές ατασθαλίες, να γυμναστείς και γενικά να μπεις συνειδητά σε ένα τέτοιο mood. Εκεί σίγουρα δε θα βοηθήσει ούτε το τζιν ούτε η μπλούζα που αγόρασες δύο νούμερα μικρότερη –και βρίσκεται τιμωρημένη στο συρτάρι με αυτά που δε θα φορέσεις ούτε σήμερα– ούτε το στοίχημα με τους φίλους -ίσως μόνο το στοίχημα με τον εαυτό σου. Αν δεν το λέει η καρδούλα σου να μπεις σε πρόγραμμα και να στερηθείς όντως λιχουδιές, το ρούχο από μόνο του δεν έχει μαγικές ιδιότητες.
Άσε που στις περιόδους εκπτώσεων όχι μόνο δεν έχεις μάθει απ’ τις λάθος αγορές σου και τη στοίβα που ‘χεις μαζέψει με τα ακόμη αφόρετα ρούχα που πήρες στενότερα γιατί θα αδυνάτιζες και θα τα φορούσες, αλλά βρίσκεις και φοβερή ευκαιρία να αγοράσεις κι άλλα αντίστοιχα, αφού είναι μεγάλες προσφορές. Και τι πειράζει που δε σου κάνει; Σιγά, θα χάσεις εκεί μερικά κιλάκια και σε λίγο καιρό θα τα φορέσεις, σε πείθεις. Τώρα έχεις και μεγαλύτερο κίνητρο αφού έχεις περισσότερα μικρότερα ρούχα. Ξυπνάει μέσα σου ο μαχητής και καθώς φτάνεις στο ταμείο για να πληρώσεις, δίνεις ρεσιτάλ μονολόγου στον εαυτό σου. «Από αύριο κομμένα τα γλυκά! Σίγα, 2-3 βδομάδες θα προσέχω και το ‘χω».
Βαθιά μέσα σου γνωρίζεις πως πιο πιθανό είναι να περάσεις ένα διήμερο χωρίς το κινητό σου παρά μακριά απ’ την αγαπημένη σου σοκολάτα. Εντάξει, αυτό ίσως και να ήταν χτύπημα κάτω απ’ τη μέση. Δεν ξέρω τι είναι πιο δύσκολο, τελικά. Παρ’ όλα αυτά η ύπαρξη ενός ρούχου που δε σου κάνει ή τέλος πάντων δεν εφαρμόζει όπως θα ‘θελες στο σώμα σου, μοιάζει με πρόκληση, δίνει ένα ερέθισμα, μια ενθάρρυνση και μια αμυδρή λαχτάρα για τη στιγμή που θα το φορέσεις. Σε κάνει να ελπίζεις κι αυτό από μόνο του είναι εντάξει. Προγραμματίζεις αλλαγές οι οποίες χωλαίνουν και δημιουργούν προσδοκίες εξαρτημένες από εν δυνάμει στόχους συσσωρευμένους στην ντουλάπα σου, μα αυτό δε σε πτοεί.
Εννοείται πως δε θα τα ξεφορτωθείς, ούτε θα τα χαρίσεις. Όχι από τσιγκουνιά. Απλά για να μη σβήσει εκείνη η ελπίδα που είπαμε πιο πάνω.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη